Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος για το αναπτυξιακο νομοσχέδιο και την ανάπτυξη της οικονομίας
Το αναπτυξιακό νομοσχέδιο «Επενδύω στην Ελλάδα» που ψηφίστηκε από τη Βουλή, αυξάνει τον δυνητικό ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας με δύο τρόπους, δήλωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Στέλιος Πέτσας μιλώντας στον ρ/σ Alpha 989.
«Πρώτον, απελευθερώνοντας την οικονομία από αγκυλώσεις που υπήρχαν μέχρι σήμερα, ώστε να μπορεί η επιχειρηματικότητα να ξεφύγει από τον κρατικό εναγκαλισμό και την άχρηστη γραφειοκρατία. Και δεύτερον, προσελκύοντας επενδύσεις σε τομείς οι οποίοι εκτείνονται από την αγορά ακινήτων, μέχρι τον τουρισμό και την ενέργεια» είπε ο κ. Πέτσας. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε επίσης, ότι η αναστολή του ΦΠΑ στην οικοδομή πρόκειται να καλλιεργήσει τις προσδοκίες και να κινήσει την οικοδομική δραστηριότητα.
«Ίσως να καθυστέρησε η πλήρης ανακοίνωσή του μέτρου, αλλά ήταν ένα θέμα διαβούλευσης με τις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τους θεσμούς, καθώς το ζήτημα ρυθμίζεται πάρα πολύ λεπτομερώς από την κοινοτική νομοθεσία. Άρα, είχαμε ένα ζήτημα σοβαρής συζήτησης και τελικά είχαμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Έχουμε την αναστολή του ΦΠΑ, από τότε που άρχισε να εφαρμόζεται στην οικοδομή, για 3 χρόνια, με αποτέλεσμα να δίδεται μια ώθηση στην πώληση του υφιστάμενου στοκ κατοικιών», ανέφερε.
Ο κ. Πέτσας μίλησε και για τις συναινέσεις μεταξύ των κομμάτων. Είπε, ότι είναι ενδιαφέρον τα κόμματα να μπορούν μπορούν κάποια στιγμή να υπερβούν μία ρητορική και να υποστηρίξουν σωστές πρωτοβουλίες. «Ελπίζουμε αυτή η διάθεση από άλλα πολιτικά κόμματα να στηρίζουν ένα νομοσχέδιο, να συνεχιστεί και στο μέλλον, όταν βλέπουν ότι αυτό είναι σωστό. Προσδοκούμε -μετά την πρωτοβουλία του πρωθυπουργού και την σχετική προεργασία που έχει γίνει στο υπουργείο Εσωτερικών με τους εκπροσώπους των κομμάτων- να έχουμε ως κορυφαία πράξη ωριμότητας του πολιτικού συστήματος, την υπερψήφιση του νομοσχεδίου που θα δίνει τη δυνατότητα στους Έλληνες που ζουν εκτός Επικρατείας να ψηφίζουν από τον τόπο διαμονής τους», συμπλήρωσε.
Τόνισε δε, ότι «είναι καλό να δείχνουν όλα τα κόμματα, ένα βαθμό ωριμότητας στα πράγματα, τα οποία θα μπορούσε να είναι κοινός στόχος, ώστε να βρίσκεται μία κοινή συνισταμένη προς όφελος όλων. Αυτό είναι καλό όχι μόνο για το πολιτικό σύστημα, αλλά και για την οικονομία, γιατί δείχνει προς τους έξω ότι η Ελλάδα γυρίζει σελίδα πραγματικά».
Αναφερόμενος στην υπόθεση της Novartis, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε, ότι ο Άδωνις Γεωργιάδης έχει εδώ και πάρα πολύ καιρό γίνει όμηρος μιας υπόθεσης «που ξεκίνησε υποτίθεται ως το μεγαλύτερο σκάνδαλο του Ελληνικού Κράτους και κατέληξε να είναι η μεγαλύτερη σκευωρία». Και πρόσθεσε: «Οπότε αναγνωρίζουμε φυσικά το γεγονός ότι ο κ. Γεωργιάδης, εφόσον και αυτός και άλλα κορυφαία πολιτικά πρόσωπα, έχουν αντιμετωπίσει στο πετσί τους καθημερινά αυτή τη σκευωρία και τις συνέπειες που έχει για τους ίδιους, για την οικογένειά τους και για το όνομά τους, είναι ανθρώπινο να έχουν εξάρσεις».
Επομένως, ξεκαθάρισε, ότι δεν υπάρχει κάποιο θέμα για την Κυβέρνηση με αυτά που είπε ο κ. Γεωργιάδης και συμπλήρωσε: «Δεν υπάρχει απολύτως κανένα ζήτημα. Από κει και πέρα είναι κορυφαίος υπουργός της Κυβέρνησης, ο κ. Γεωργιάδης συνεχίζει το έργο του, με κορυφαίο το χθεσινό νομοσχέδιο που ψηφίστηκε και όλη τη δραστηριότητα που έχει επιδείξει και αυτός και οι άλλοι συναρμόδιοι υπουργοί, για να ξεμπλοκάρουν μεγάλες επενδύσεις για τη χώρα μας, που έχουν μεγάλη σημασία και για τις νέες θέσεις εργασίας και για την αύξηση των εισοδημάτων».
Για το σχέδιο «Ηρακλής», ο κ. Πέτσας δήλωσε, ότι βασικός στόχος είναι να απελευθερωθούν οι ελληνικές τράπεζες από το βαρίδι -όπως χαρακτηριστικά είπε- των κόκκινων δανείων. «Και αυτό το κάνει το σχέδιο "Ηρακλής". Περίπου 30 δισ. ευρώ κόκκινα δάνεια θα φύγουν από τον ισολογισμό τους. Θα έχουν εγγύηση του Δημοσίου περίπου στα 9 δισ. ευρώ, ώστε να μπορούν να αντλήσουν ρευστότητα μετά την τιτλοποίηση που θα γίνει. Θα απελευθερωθούν από αυτό το βαρίδι και θα μπορούν να δώσουν ρευστότητα σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις», υπογράμμισε.
Επίσης είπε, ότι στον πυρήνα της πολιτικής της κυβέρνησης είναι η προώθηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών και προς αυτή την κατεύθυνση πέφτει το διοικητικό κόστος των τραπεζών, με αποτέλεσμα να περιμένει κανείς να δει σταθεροποίηση και μείωση και όχι αύξηση των τραπεζικών χρεώσεων. «Αυτό είναι κάτι, το οποίο κατέστησε σαφές χθες ο πρωθυπουργός. Και περιμένουμε την αντίδραση άμεσα, δηλαδή μέσα στις επόμενες ημέρες, από την Ελληνική Ένωση Τραπεζών προς μία κατεύθυνση που θα ικανοποιεί και τις τράπεζες, αλλά και τους Έλληνες καταναλωτές», πρόσθεσε.