Αποκαλυπτική έκθεση φέρνει στον αφρό τα προβλήματα του Έλληνα ψαρά
Ελλάδα μια χώρα αναντίρρητα ναυτική. Για αιώνες οι Έλληνες έζησαν σε σημαντικό βαθμό με πλούτο που παρήγαγαν στην θάλασσα, είτε κάνοντας εμπόριο, είτε αλιεύοντας τον τεράστιο αλιευτικό πλούτο που είχε το Αιγαίο και οι θάλασσες που περιβάλλουν την χώρα μας.
Γράφει ο Μαρίνος Γκασιάμης
Η Ελλάδα για πολλές δεκαετίες στον 20ο αιώνα είχε έναν από τους μεγαλύτερους αλιευτικούς στόλους στη Μεσόγειο και ίσως και στον κόσμο. Σίγουρα ακόμα και σήμερα διαθέτει τον μεγαλύτερο αλιευτικό στόλο στην ΕΕ. Οι Έλληνες αλιείς ήταν και είναι γνωστοί σε όλη την υφήλιο όπως και οι Έλληνες ναυτικοί.
Τις τελευταίες δεκαετίες όμως τα μηνύματα που έρχονται από τον αλιευτικό κλάδο είναι τουλάχιστον ανησυχητικά.
Είναι χαρακτηριστικό πως επαγγελματίες του κλάδου κάνουν λόγο για πολύ κακή κατάσταση ειδικά στην παράκτια αλιεία.
Τίθεται λοιπόν εύλογα το ερώτημα. Είναι η αλιεία στην Ελλάδα ένας κλάδος που «σβήνει»;
Στο τί ακριβώς συμβαίνει, ρίχνει φως η έκθεση που δημοσίευσε τον Μάιο του 2019 το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και συγκεκριμένα η Γενική Διεύθυνση Αλιείας με στοιχεία που αφορούσαν μέχρι και την περσινή χρονιά του 2018.
Ο αλιευτικός στόλος της Ελλάδας και τα είδη που κυρίως αλιεύει
Ο ελληνικός αλιευτικός στόλος χαρακτηρίζεται από έναν μεγάλο αριθμό αλιευτικών σκαφών (14.123 σκάφη στις 31.12.2018) με μικρή χωρητικότητα και ισχύ μηχανών, που αλιεύουν παράκτια αποθέματα κατά μήκος της εκτεταμένης ακτογραμμής της ηπειρωτικής χώρας, καθώς και των πολυάριθμων ελληνικών νησιών. Το μεγαλύτερο τμήμα του αλιευτικού στόλου (96,54%) αποτελείται από σκάφη που αλιεύουν με στατικά εργαλεία στην παράκτια ζώνη και η αλιεία είναι πολυειδική και πολυσυλλεκτική. Εκ των αλιευτικών σκαφών, μόνον τo 1,69% (239 σκάφη) φέρουν πρώτο αλιευτικό εργαλείο γρι-γρι και στοχεύουν πελαγικά είδη, κυρίως γαύρο και σαρδέλα, ενώ το 1,77% (250 σκάφη) φέρουν πρώτο αλιευτικό εργαλείο τράτα βυθού με πόρτες και στοχεύουν βενθικά είδη, κυρίως κουτσομούρες, μπαρμπούνια, μπακαλιάρους και καρκινοειδή.
Από το 2003 μέχρι σήμερα ο ελληνικός αλιευτικός στόλος έχει μειωθεί σημαντικά, στα πλαίσια της εφαρμογής των κανόνων της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, κυρίως μέσω της εφαρμογής του μέτρου της οριστικής παύσης των αλιευτικών δραστηριοτήτων, με οικονομική ενίσχυση, από τα Επιχειρησιακά Προγράμματα Αλιείας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Έκθεσης, το μεγαλύτερο ποσοστό μείωσης παρατηρείται σε μικρότερα σκάφη (ολικού μήκους < 12μ.).
Αναλυτική περιγραφή του ελληνικού αλιευτικού στόλου
O ελληνικός αλιευτικός στόλος, σύμφωνα με τα στοιχεία του Εθνικού Αλιευτικού Μητρώου (εικόνα 29/5/2019) περιλάμβανε κατά την 31η Δεκεμβρίου 2018 συνολικά 14.123 ενεργά αλιευτικά σκάφη με συνολική χωρητικότητα 66.748,11 GT και ισχύ 395.170,51 KW. Ο ελληνικός αλιευτικός στόλος, στις 31.12.2018, παρουσιάζεται ανά κατηγορία μήκους στον ακόλουθο πίνακα, σύμφωνα με τον διαχωρισμό που έγινε αποδεκτός από τον Ο.Ο.Σ.Α.
O ελληνικός αλιευτικός στόλος δραστηριοποιείται, σχεδόν στο σύνολο του, στη Μεσόγειο Θάλασσα, αποτελεί τον πολυπληθέστερο αλιευτικό στόλο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, από πλευράς αριθμού σκαφών και κατατάσσεται σε τρεις (3) μεγάλες κατηγορίες, ανάλογα με τα χρησιμοποιούμενα αλιευτικά εργαλεία:
Α. Σκάφη με στατικά εργαλεία: Είναι στην πλειοψηφία τους αλιευτικά σκάφη που δραστηριοποιούνται όλο το χρόνο, στην παράκτια ηπειρωτική ακτογραμμή της χώρας και στην νησιωτική ζώνη, χρησιμοποιώντας ποικίλα αλιευτικά εργαλεία, ανάλογα με την εποχή και το στοχευόμενο είδος. Υπάρχουν όμως και σκάφη σημαντικού μεγέθους, πλήρως εξοπλισμένα για την εκτέλεση πολυήμερων αλιευτικών ταξιδιών εκτός από τις θαλάσσιες περιοχές της χώρας (Αιγαίο, Ιόνιο και Κρητικό πέλαγος) και στο μεγαλύτερο μέρος των διεθνών υδάτων της Αν. Μεσογείου και χρησιμοποιούν στατικά αλιευτικά εργαλεία.
Β. Σκάφη με συρόμενα εργαλεία: Σκάφη με εργαλείο τράτα βυθού (μηχανότρατα), τα οποία δραστηριοποιούνται, στα ελληνικά και διεθνή ύδατα του Αιγαίου, Ιονίου και Κρητικού πελάγους, καθώς και σε ύδατα τρίτων χωρών, στα πλαίσια διμερών αλιευτικών συμφωνιών σύμπραξης μεταξύ ΕΕ και τρίτων χωρών καθώς και ιδιωτικών συμφωνιών.
Γ. Σκάφη με κυκλικά δίχτυα: Σκάφη με αλιευτικό εργαλείο γρι-γρι, τα οποία δραστηριοποιούνται στα ελληνικά και διεθνή ύδατα του Αιγαίου και του Ιονίου πελάγους, στοχεύοντας σε διαφορετικά πελαγικά είδη.
Μείωση της αλιευτικής ικανότητας
O συνολικός αριθμός των ελληνικών αλιευτικών σκαφών μειώθηκε σημαντικά κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, και συνεχίζει να μειώνεται έως και σήμερα. Γενικά, η αριθμητική μείωση του ελληνικού στόλου κατά τα προηγούμενα έτη οφειλόταν κυρίως στην έξοδο αλιευτικών σκαφών με οικονομική ενίσχυση, στο πλαίσια εφαρμογής του Κανονισμού του Συμβουλίου (ΕΚ) 1198/2006.
Κατά το έτος 2017 ενεργοποιήθηκε η πρόβλεψη του ΕΠΑΛΘ 2014 - 2020 για την οριστική παύση αλιευτικών δραστηριοτήτων, με την προκήρυξη του σχετικού Μέτρου, σύμφωνα και με τα όσα προβλέπει το Σχέδιο Δράσης που υποβλήθηκε με την Έκθεση Στόλου έτους 2016, και την ένταξη σημαντικού αριθμού σκαφών.
Η υλοποίηση των διαλύσεων πραγματοποιήθηκε κυρίως κατά το έτος 2018. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ειδικής Υπηρεσίας Διαχείρισης του ΕΠΑΛΘ, αλλά και τις αντίστοιχες εγγραφές στο Εθνικό Αλιευτικό Μητρώο, στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος Αλιείας & Θάλασσας (ΕΠΑΛΘ) 2014-2020 κατά το 2018 πραγματοποιήθηκαν 647 έξοδοι με οικονομική ενίσχυση από τον ελληνικό αλιευτικό στόλο, και συνεπώς είχαμε σημαντική μείωση της αλιευτικής ικανότητας του στόλου από αυτή την περίπτωση.
Ειδικότερα, κατά το 2018 η αλιευτική ικανότητά του στόλου μειώθηκε λόγω της οικονομικής ενίσχυσης κατά 3.407,40 GT και κατά 26.365,67 KW.
Συνολικά από 01-01-2003 έως και 31-12-2018, ο αλιευτικός στόλος μειώθηκε λόγω οριστικής παύσης αλιευτικής δραστηριότητας, τόσο με οικονομική ενίσχυση όσο και χωρίς οικονομική ενίσχυση, κατά 3.320 σκάφη (15,06%) ενώ η αλιευτική ικανότητά του μειώθηκε κατά 27,05% και 24,75%, από άποψη ολικής χωρητικότητας (GT) και ισχύος (KW) αντίστοιχα (η μείωση του στόλου από τις 01-07-1991, ημερομηνία πρώτης καταγραφής, έως τις 31-12-2018 ανέρχεται στο 23%).
Δομή του Ελληνικού στόλου, αλιευτική προσπάθεια, απασχόληση και παραγωγή
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία το μητρώο αλιευτικών σκαφών το έτος 2017 περιλαμβάνει 14.985 σκάφη, συνολικής χωρητικότητας 71.085 GT και συνολικής ισχύος 426.683 kW, ενώ η μέση ηλικία των σκαφών ανέρχεται σε 30,22 έτη. Τόσο σε σχέση με το 2016, όσο και με το 2012, ο αριθμός των σκαφών, η συνολική χωρητικότητα και η συνολική ισχύς παρουσιάζουν μικρή μείωση, ενώ η μέση ηλικία εμφανίζεται αυξημένη κατά 2,7 %. Επισημαίνεται ότι για το 2018, ο αριθμός των σκαφών που βρίσκονται στο Μητρώο Αλιευτικών Δεδομένων έχει μειωθεί κατά 751 σκάφη (14.234 σκάφη), γεγονός που στο μεγαλύτερο βαθμό οφείλεται στην εφαρμογή του Μέτρου 6.1.10 «Οριστική παύση των αλιευτικών δραστηριοτήτων», δράση “Διάλυση αλιευτικού σκάφους”», του Ε.Π. Αλιείας & Θάλασσας 2014- 20208.
Ο ελληνικός στόλος το 2017 περιλαμβάνει 13.972 επιχειρήσεις, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι το 94% των επιχειρήσεων κατέχει ένα μόνο σκάφος. Από τα στοιχεία προκύπτει επίσης ότι ο συνολικός αριθμός απασχολούμενων παρουσιάζει πτωτική πορεία τα τελευταία χρόνια (μείωση 18% σε σχέση με το 2012) αν και η μείωσή του μεταξύ των ετών 2016 και 2017 είναι πολύ μικρή (-1,7%). Αξίζει ακόμη να σημειωθεί, ότι παρουσιάζεται υποαπασχόληση στον τομέα της θαλάσσιας αλιείας, αφού ο συνολικός αριθμός απασχολουμένων, απέχει αρκετά από τα Ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης. Πιο συγκεκριμένα, σε ένα εργαζόμενο αντιστοιχούν 0,88 ΙΠΑ. Σε ότι αφορά την αλιευτική προσπάθεια, από τα συγκεντρωθέντα στοιχεία προκύπτει ότι η συνολική ποσότητα καυσίμων που καταναλώθηκε από τον ελληνικό αλιευτικό στόλο το 2017 εκτιμάται στα 94.118.510 λίτρα, σημειώνοντας 2% μείωση σε σχέση με το 2016 και μείωση 18% σε σχέση με το 2012.
Το ενεργειακό κόστος για το έτος 2017 έφτασε στα 69,414,243 ευρώ σημειώνοντας σημαντική μείωση τόσο σε σχέση με το 2016 όσο και σε σχέση με το 2012 (10,2% και 36,4 %, αντίστοιχα). Η μείωση αυτή στο κόστος των καυσίμων οφείλεται κυρίως στη μείωση της τιμής των καυσίμων αλλά και στη μείωση της αλιευτικής προσπάθειας.
Σε ότι αφορά τα έσοδα από τις πωλήσεις αλιευμάτων, αυτά εκτιμώνται στα 468.539.588 ευρώ παρουσιάζοντας οριακή αύξηση σε σχέση με το 2016 αλλά σημαντική αύξηση σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης το συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι την περίοδο 2012-2017, ο αριθμός των σκαφών, ο συνολικός αριθμός απασχολούμενων ακολουθούν πτωτική πορεία. Η παραγωγή παρουσίασε μία σημαντική αύξηση στη μέση αλιεία και μία αντίστοιχη μείωση στην παράκτια αλιεία σε σχέση με το 2016. Για τα επιμέρους τμήματα του στόλου, είναι σημαντικό το γεγονός ότι στα ⅔ περίπου του στόλου παρουσιάζονται καθαρά κέρδη, κάτι που ισχύει και για το σύνολο του στόλου. Μία πιθανή ερμηνεία των αποτελεσμάτων αυτών μπορεί να είναι η έξοδο από τον κλάδο της θαλάσσιας αλιείας των λιγότερο κερδοφόρων σκαφών αλλά και η βελτίωση της αποτελεσματικότητας των ενεργών σκαφών. Η βελτίωση των οικονομικών αποτελεσμάτων και των οικονομικών δεικτών βέβαια αφορά μόνο στην μέση αλιεία, με δεδομένο ότι η παράκτια αλιεία παρουσιάζει αθροιστικά μικρές ζημίες.
Επίσης, σύμφωνα με την έκθεση, το άθροισμα του κέρδους και της αμοιβής της τεκμαρτής εργασίας στην περίπτωση της παράκτιας αλιείας είναι θετικό σε όλα τα επιμέρους τμήματά της και αρκετά υψηλό συνολικά. Το γεγονός αυτό δείχνει ότι η συγκεκριμένη δραστηριότητα προσφέρει στους αλιείς ένα θετικό εισόδημα. Ένα ακόμα ενδεικτικό στοιχείο είναι το μορφωτικό επίπεδο όσων ασχολούνται με την αλιεία
Απασχόληση ανά εθνικότητα
Η κύρια εθνικότητα του απασχολούμενου δυναμικού για την αλιεία μικρής κλίμακας είναι η Ελληνική με ποσοστό 96,7% και ακολουθούν με σημαντική διαφορά οι εθνικότητες χωρών εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης με ποσοστό 3% (κυρίως Αιγύπτιοι) και της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ποσοστό 0,3%. Αναλύοντας την κατανομή σε επίπεδο αλιείας μεγάλης κλίμακας, το 39% των απασχολούμενων είναι Ελληνικής εθνικότητας, το 58,9% εθνικοτήτων χωρών εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης και το 2% από εθνικότητες χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το υψηλό ποσοστό απασχολούμενων από χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης που παρατηρείται για την αλιεία μεγάλης κλίμακας ερμηνεύεται από τις σημαντικές ανάγκες που προκύπτουν σε εντατική εργασία, χαμηλού κόστους και οι οποίες δεν μπορούν να καλυφθούν από την δομή της εγχώριας αγοράς εργασίας. Σε επίπεδο αλιευτικού στόλου το 85,6% των απασχολούμενων είναι Ελληνικής εθνικότητας, το 13,8 % εθνικοτήτων χωρών εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης και το 0,6% από εθνικότητες χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Απασχόληση ανά καθεστώς απασχόλησης
Αναφορικά με το καθεστώς απασχόλησης για την αλιεία μικρής κλίμακας, το 79,9% αποτελούν οι ιδιοκτήτες των αλιευτικών επιχειρήσεων και το 20,1% οι υπάλληλοι. Το συγκεκριμένο στοιχείο ερμηνεύει το υψηλό ποσοστό μη αμειβόμενης εργασίας που παρατηρείται και στα δύο φύλα (66,1% για τους άνδρες και 74,5% για τις γυναίκες) και η οποία συνδέεται με την έννοια της τεκμαρτής αξίας της εργασίας. Στην περίπτωση της αλιείας μεγάλης κλίμακας, το 24,2% αποτελούν οι ιδιοκτήτες των αλιευτικών επιχειρήσεων και το 75,8% οι υπάλληλοι. Στο επίπεδο του συνόλου του αλιευτικού στόλου, η κατανομή αναλύεται σε 69,15% για τους ιδιοκτήτες και σε 30,85% για τους υπαλλήλους.
Η υψηλότερη συγκέντρωση ιδιοκτητών παρατηρείται στα Παραγάδια με μήκος έως 6 μέτρα ενώ αντιθέτως η χαμηλότερη συγκέντρωση παρατηρείται στις Τράτες μήκους 6-12 μέτρων. Για την αλιεία μεγάλης κλίμακας η υψηλότερη συγκέντρωση ιδιοκτητών παρατηρείται στα Δίχτυα μήκους 12-18 μέτρων ενώ αντιθέτως η χαμηλότερη συγκέντρωση παρατηρείται στα Γρι γρι μήκους 18-24 μέτρων.
Αντί επιλόγου
Τα στοιχεία αφήνουν κάποια περιθώρια αισιοδοξίας ως προς το εισόδημα όσων έχουν απομείνει επαγγελματικά στην αλιεία, ωστόσο κανείς δεν μπορεί να μιλήσει με βεβαιότητα για το μέλλον του κλάδου, καθώς οι τύχες του ορίζονται από παράγοντες πέραν των αποφάσεων των ελληνικών κυβερνήσεων. Τα συμπεράσματα δικά σας.
Δείτε εδώ όλη την έκθεση