Η απολογία του κατηγορουμένου για την ανθρωποκτονία του 63χρονου κτηνοτρόφου στο Άνω Αμάρι
Με την απολογία των δύο κατηγορουμένων και την αγόρευση του εισαγγελέα ολοκληρώθηκε στο ΜΟΔ Χανίων η δεύτερη ημέρα εκδίκασης της υπόθεσης ανθρωποκτονίας ενός 63χρονου κτηνοτρόφου στο Άνω Αμάρι. Κατηγορούμενοι είναι ένας 24χρονος για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε βάρος του 63χρονου καθώς και για απόπειρα ανθρωποκτονίας σε βάρος του Αλβανού εργάτη του στην περιοχή Άνω Μέρος Αμαρίου.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του flashnews.gr, κατηγορούμενος είναι και ο αδερφός του ο οποίος κατηγορείται για απλή συνέργεια στην ανθρωποκτονία.
Στις 16 Σεπτεμβρίου είχε καταθέσει ο εργαζόμενος αλβανικής υπηκοότητας ο οποίος ήταν παρών στο περιστατικό και ο μοναδικός αυτόπτης μάρτυρας.
Σήμερα η δίκη συνεχίστηκε κάτω από αυξημένα αστυνομικά μέτρα ασφαλείας με την εξέταση των υπολοίπων μαρτύρων και τις απολογίες των δυο κατηγορουμένων.
Εισαγγελέας: Είχε αποφασίσει να σκοτώσει το θύμα
«Ο δράστης ενός τέτοιου εγκλήματος είχε επιδίωξη και άμεσο δόλο» είπε ο εισαγγελέας της έδρας στην αγόρευσή του, για τον πρώτο κατηγορούμενο τονίζοντας ότι εκτέλεσε το θύμα εν ψυχρώ γνωρίζοντας ότι σκοτώνοντας τον οδηγό μπορούσε να σκοτώσει και τον συνοδηγό εργάτη.
Ως προς τον δεύτερο κατηγορούμενο, ανέφερε πως γνωρίζοντας ότι ο αδερφός του είχε αποφασίσει να σκοτώσει το θύμα, απέκλεισε τον δρόμο προσφέροντάς του συνέργεια.
Ο εισαγγελέας πρότεινε να κηρυχθούν ένοχοι για τις πράξεις που κατηγορούνται και οι δυο.
Όπως είπε, ο δόλος του πρώτου ως προς την τέλεση και των δύο αδικημάτων ήταν προμελετημένος γιατί προηγήθηκε σύντομος σχεδιασμός. «Κατέστρωσαν και οι δύο αστραπιαία σχέδιο γι αυτό και αποκλείεται ο βρασμός ψυχής», ανέφερε ο εισαγγελέας.
Απολογία πρώτου κατηγορούμενου: Δεν είχα πρόθεση να τον σκοτώσω
Ο κατηγορούμενος στην απολογία του είπε ότι με το θύμα σμίγανε κάθε πρωί σε διάφορους χώρους. Υποστήριξε ότι εκείνη την ημέρα είχε πάει να αρμέξει τα πρόβατά του εκεί που τα πήγαινε πάντα. Κάποια στιγμή άκουσε το θύμα να σφυρίζει στα πρόβατα του κατηγορουμένου και να τον βρίζει λέγοντάς του να πάρει τα πρόβατα από εκεί. Διασταυρώθηκαν οι δυο τους και μετά ο κατηγορούμενος έφυγε. Στη συνέχεια είδα μπροστά του με το αυτοκίνητο το θύμα να έχει βγάλει το χέρι έξω από το παράθυρο και να βρίζει: «Έλεγε ότι θα μου κάνει ό,τι έκαναν του παππού μου, για τα κόκκαλα του παππού μου και άλλα. Τότε θολωμένος δεν σκέφτηκα να κάνω όπισθεν, δεν μπορούσα και να περάσω μπροστά, έσβησα το αμάξι και του ζήτησα τον λόγο. Φτάνω έξω από το αμάξι του. Την ώρα που έφτασα στο αμάξι εκείνος έκλεισε το παράθυρο και είπε τώρα θα δεις τι θα σου κάνω. Εγώ του έσπασα το παρμπρίζ ενώ αυτός γέμιζε από μέσα την καραμπίνα. Έκλεισε το παράθυρο την καραμπίνα. Χτύπησαν με τη βέργα το παρμπρίζ, παίζω στο τζάμι του οδηγού με τη βέργα και το σπάω. Δεν είχα καμία πρόθεση να τον σκοτώσω. Εκείνη την ώρα τον είδα έτοιμο να γυρίσει την καραμπίνα προς το μέρος μου. Θόλωσα κι εγώ και έβγαλα το όπλο και του έπαιξα. Έβγαλα να παίξω με το όπλο όχι για να τον σκοτώσω αλλά για να τον φοβίσω. Ήμουν θολωμένος δεν είδα πού στόχευσα. Όταν έφευγα είδα να ανοίγει η πόρτα και να πέφτει ο Αλβανός έξω».
Ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε ότι ο αδερφός του δεν ήταν εκεί. Το αυτοκίνητό του βρέθηκε εκεί γιατί εκεί ήταν το μαντρί μας. «Αν θέλαμε να του κλείσουμε τον δρόμο θα μπορούσαμε να το κάνουμε κάθε μέρα που σμίγαμε. Όχι εκείνη την ημέρα που ήταν καλεσμένος ο κόσμος στην κουρά προβάτων. Αν ήθελα να τον σκοτώσω θα τον σκότωνα από το πρωί. Η αφορμή είχε δοθεί από το πρωί που με έβρισε. Συνέχεια προκαλούσε».
Απολογία δεύτερου κατηγορούμενου: Δεν βρισκόμουν εκεί
Ο δεύτερος κατηγορούμενος για συνέργεια και αδερφός του πρώτου κατηγορουμένου, υποστήριξε ότι πήγε στην κουρά και άκουσε τους ανθρώπους να λένε ότι ο αδερφός του μάλωσε με το θύμα. Όπως είπε ανησύχησε λόγω της παλιάς υπόθεσης μεταξύ των δυο οικογενειών, επειδή το θύμα προκαλούσε, όπως είπε και επειδή δεν έβρισκε τον αδερφό του. Εν συνεχεία άκουσε πυροβολισμούς, όπως είπε, στα 100 μέτρα και στη συνέχεια είδε τον αλβανικής υπηκοότητας εργάτη κάτω και έξω από το αυτοκίνητο. Κατέβηκε από το δικό του όχημα να δει τι είχε συμβεί και αμέσως μόλις κατάλαβε τι είχε συμβεί έφυγε. «Φοβήθηκα, τα έχασα, δεν ήξερα τι να κάνω.»
Η δίκη θα συνεχιστεί την Τετάρτη 23 Οκτωβρίου με τις αγορεύσεις των δικηγόρων.