«Στο τμήμα υπήρχε κλίμα ευφορίας. Οι αξιωματικοί προφανώς θεωρούσαν πως είχαν μόλις πιστωθεί μια μεγάλη επιτυχία»
Για τη περιπέτεια που έζησε μόλις βρέθηκε στη Μύκονο, μίλησε ο «Αεροπειρατής της TWA» σε συνέντευξή που παραχώρησε.
Ο 65χρονος Λιβανέζος Μοχάμαντ Αλι Σαλέχ, μίλησε στην εφημερίδα «Καθημερινή» και εξομολογήθηκε τα όσα συνέβησαν από τη στιγμή που πάτησε το πόδι του στη Μύκονο, στη κράτηση του επειδή θεωρήθηκε ως ο «Αεροπειρατής της TWA» αλλά και στην απελευθέρωση του.
«Όταν συνταξιοδοτήθηκα πριν από 3 χρόνια ήμουν διευθυντής της εφημερίδας μου για όλο τον Νότιο Λίβανο. Πάρτε τηλέφωνο στη χώρα μου και θα σας το επιβεβαιώσουν», επέμενε όταν οι Αρχές τον ενημέρωσαν πως είναι ύποπτος για αεροπειρατεία.
«Στο τμήμα υπήρχε κλίμα ευφορίας. Οι αξιωματικοί προφανώς θεωρούσαν πως είχαν μόλις πιστωθεί μια μεγάλη επιτυχία», είπε ο Σαλέχ.
Γύρω στις 10 το βράδυ του ανακοίνωσαν πως θα περνούσε τη νύχτα στο κρατητήριο. Πριν του κατασχέσουν το κινητό, ζήτησε να κάνει ένα τηλέφωνο στον μοναδικό άνθρωπο που θεωρούσε πως θα τον βοηθούσε αποτελεσματικά: Τον Αμπάς Ιμπραήμ. Ο ισχυρός άνδρας, επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών του Λιβάνου επιβεβαίωσε στην εφημερίδα πως είχαν επικοινωνία
«Μην ανησυχείς, αύριο όλα θα ξεκαθαρίσουν», είπε στη σύζυγό του όταν εκείνη πήγε στο αστυνομικό τμήμα για να του πάει μια αλλαξιά ρούχα. Όταν η πόρτα πίσω του κλείδωσε, πανικοβλήθηκε. «Το κελί μύριζε σα δημόσιο ουρητήριο, το κρεβάτι ήταν βρώμικο. Έκατσα σε ένα πάγκο, με ένα ανεξήγητο τρέμουλο παρότι δεν κρύωνα και προσπαθούσα να ηρεμήσω».
Το επόμενο πρωί οδηγήθηκε στη Σύρο και ενώπιον αντεισαγγελέα εφετών και χωρίς δικηγόρο, εξήγησε ξανά το ποιος είναι όμως η απόφαση ήταν όμως αρνητική: «Σύλληψη, προσωρινή κράτηση και σύντομα μεταφορά στον Κορυδαλλό» του είπαν.
«Αρχισα να πανικοβάλλομαι» θυμάται ο Σαλέχ, «ένιωθα πως είμαι τελείως μόνος και πως από ένα λάθος θα καταστρεφόταν η ζωή μου. Φοβόμουν πως κάποιος θεωρώντας πως είμαι ο τρομοκράτης μπορούσε να με απαγάγει. Ετρεμα επίσης μήπως το μάθαινε η μητέρα μου που είναι 93 ετών και ξέρω πως δεν θα το άντεχε».
Το «κούφιο» ένταλμα και η δικαίωση
Το πράσινο φως για την απελευθέρωση του δόθηκε αργά το Σάββατο. Ο εισαγγελέας, ωστόσο, όρισε δικάσιμο για τις 2 Οκτωβρίου. Οταν κατάλαβε πως θα περνούσε άλλες δέκα ημέρες στο κρατητήριο κατέρρευσε. «Κάνε υπομονή, άλλοι περιμένουν δύο μήνες», προσπάθησε να τον παρηγορήσει ο υπάλληλος της πρεσβείας. Ανεπίσημα έμαθαν πως ο εισαγγελέας είχε πειστεί, αλλά δεν μπορούσε να πάρει την ευθύνη της αποφυλάκισης χωρίς επίσημη απάντηση από τη Γερμανία.
Τελικά, στις 22.45 ένας αστυνομικός μπήκε στο κρατητήριο και ξύπνησε τον Σαλέχ. «Θα με εκδώσετε στη Γερμανία;» ρωτούσε πανικόβλητος. «Ο υπουργός σάς ζητάει συγγνώμη. Το λάθος έγινε επειδή το ένταλμα των Γερμανών ήταν “κούφιο”. Δεν είχε δακτυλικά αποτυπώματα ούτε επαρκή στοιχεία» του είπε.
Το επόμενο πρωί περπάτησε μέχρι το λιμάνι για να μπει στο καράβι της επιστροφής. Ηταν ήρεμος, αλλά όταν είδε ένα περιπολικό δίπλα στην πόρτα του πλοίου τρόμαξε. «Μην ανησυχείς. Θέλουμε την υπογραφή σου σε ένα έγγραφο ώστε να μην υπάρξει πρόβλημα όταν ταξιδέψεις ξανά στην Ελλάδα». Ο Σαλέχ γέλασε ειρωνικά. «Πραγματικά, πιστεύετε πως θα ξαναέρθω στη χώρα σας;» τους είπε.
«Πάντα θεωρούσα πως κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί σε χώρες όπως η Συρία ή το Ιράκ, αλλά όχι στην Ελλάδα, μια δημοκρατική, ευρωπαϊκή χώρα. Μια συγγνώμη δεν διαγράφει τα όσα έζησα αυτές τις πέντε ημέρες», ξεκαθαρίζει ο ίδιος στην εφημερίδα. Μέσα στις επόμενες ημέρες θα αποφασίσει εάν θα κινηθεί δικαστικά εναντίον της Ελλάδας και της Γερμανίας.