Η τυφλή βία, οι κοινωνικές ανισότητες και η άνοδος της ακροδεξιάς

Δολοφονική δράση με πολιτικά κριτήρια ή τυφλή βία χωρίς συγκεκριμένο προσανατολισμό ; Τι είδους κίνητρο ήταν αυτό, που οδήγησε στη δολοφονία του 34χρονου στο Κερατσίνι ;

Η καθηγήτρια Διεθνούς Ασφάλειας του Πανεπιστημίου Πειραιώς, Μαίρη Μπόση, μιλάει για δολοφονίες με έγκλημα με επίλεκτο στόχο, κάτι που έχουμε δει να επαναλαμβάνεται το τελευταίο διάστημα. Στο επίκεντρο - όπως υποστηρίζει - βρίσκονται μετανάστες, μουσουλμάνοι, εβραίοι, αριστεροί. Φέρνει μάλιστα ως παράδειγμα την ανάδειξη της ακροδεξιάς βίας ως πανευρωπαϊκό φαινόμενο. “Αντίστοιχα δείγματα γραφής έχουμε σε όλη την Ευρώπη. Η λογική της ανάδειξης ακραίων αντιλήψεων ή του μορφώματος, που λέγεται Χρυσή Αυγή, έχει ένα εξαιρετικό δείγμα γραφής στο πλαίσιο της βίας. Παρακολουθώντας ιστορικά τις αιτίες, μπορούμε να πούμε ότι η οικονομική κρίση παίζει πολύ μεγάλο ρόλο, παρέχοντας ανάπτυξη στις ακραίες αυτές εκφράσεις".

Σύμφωνα με την καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Πειραιώς, η κρίση προκαλεί θεσμική κρίση, απόρροια κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών ανισοτήτων και αδυναμιών. Στέκεται στο γεγονός ότι το άνοιγμα της ψαλίδας βοηθά στην ανάδειξη της ακροδεξιάς σε πολιτικό χώρο με δυνατότητες επιρροής στην κυβερνητική πολιτική. “Τα πολιτικά κόμματα αδυνατούν να λύσουν τα μεγάλα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα που έχουν αναδυθεί λόγω κρίσης”, επισημαίνει.

Η κυρία Μπόση παραλληλίζει το περιστατικό της δολοφονίας στο Κερατσίνι, με τη δράση της παγκόσμιας ακροδεξιάς, σε χώρες όπως η Φινλανδία, όπου το κόμμα προόδου θέλει να καθορίζει το κυβερνητικό πλαίσιο. “Το ακροδεξιό κόμμα διαμορφώνει πολιτική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η είσοδος του κόμματος Μπρέιβικ στη Βουλή”, σημειώνει.

“Έχουμε πάρα πολλά παραδείγματα και από καταθέσεις πολιτών, που βρέθηκαν παρόντες σε αντίστοιχα γεγονότα, αλλά και ανάληψη της ευθύνης για το συγκεκριμένο περιστατικό. Στην περίπτωση αυτή, είναι ξεκάθαρο ποιος είναι ο δράστης και ποιο είναι το θύμα. Αυτό, που παρατηρείται, είναι η ταχύτητα μετάδοσης των ταγμάτων εφόδου με τη βοήθεια του διαδικτύου, κάτι που συμβαίνει σε όλους τους πολιτικούς χώρους”, τονίζει η κυρία Μπόση.

Η κρίση, καθώς παρέχει το χώρο ανάπτυξης της ακροδεξιάς βίας, βοηθάει στην αναβάθμιση της έννοιας της βίας, όπως λέει η καθηγήτρια.Προαναγγέλλει ότι δεν θα είναι το μοναδικό περιστατικό, καθώς - όπως υποστηρίζει - θα έχουμε κι άλλα.

Απαντώντας στο ερώτημα γιατί μία τέτοια πράξη λαμβάνει ευρύτατες διαστάσεις, απαντάει ότι “οι δολοφονίες, που έχουν ένα καθαρό εγκληματολογικό πλαίσιο, αφορούν μόνο στο υπουργείο Δημοσίας Τάξεως. Οποιαδήποτε επίθεση σχετίζεται με ιδεολογικό πλαίσιο, ανάγεται σε κεντρικό θέμα συζήτησης”.

Σε μια προσπάθεια να διαχωρίσει το σκληρό πυρήνα υποστηρικτών της Χρυσής Αυγής, η κυρία Μπόση επισημαίνει ότι ανάλογες πράξεις δεν έχουν σχέση με τους ψηφοφόρους των ακραίων κομμάτων. 

"Τα πολιτικά κόμματα θα προσπαθήσουν να εκφράσουν τις αντιρρήσεις τους και να το χρησιμοποιήσουν υπέρ τους. Η έλλειψη ικανότητας να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα της κρίσης αναβάθμισε τη θεσμική κρίση".

“Οι ακροδεξιές αντιλήψεις εκφράζονταν μέχρι πρότινος εντός των πολιτικών κομμάτων”

Αυτό, που επισημαίνει η κυρία Μπόση, είναι η έλλειψη βιβλιογραφίας για την ακροδεξιά βία. “Υπήρξε μία σιωπή για πάρα πολλά χρόνια μετά το Β' Παγκόσμιο πόλεμο. Οι ακραίες αυτές αντιλήψεις εκφραζόταν εντός των πολιτικών κομμάτων, στις παρυφές τους. Αργότερα, είδαμε να δημιουργούνται επίσημα πολιτικά κόμματα έκφρασης αυτών των ακραίων χώρων και να αναβαθμίζονται υπέρμετρα, χρησιμοποιώντας τη διαφθορά, τη φτώχεια, την ανεργία, στο πλαίσιο του άκρατου λαϊκισμού για την ενίσχυση του πολιτικού τους λόγου”.

Ιούνιος 2012. Ο βουλευτής της Χρυσής Αυγής, Ηλίας Κασιδιάρης χαστουκίζει τη βουλευτή του ΚΚΕ, Λιάνα Κανέλλη εν ώρα τηλεοπτικής εκπομπής. Το Μάρτιο του 2013, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ίδιου κόμματος, Χρήστος Παπάς ουρεί έξω από τις εγκαταστάσεις τηλεοπτικού σταθμού. Σεπτέμβριος 2013: Ο πρόεδρος των Ανεξαρτήτων Ελλήνων μιλάει για “λιντσάρισμα” του Χρήστου Πάχτα.

Με μία φράση, "πράξεις πολιτικής βίας", όπως τις χαρακτηρίζει ο πολιτικός επιστήμονας, Λευτέρης Κουσούλης. Προερχόμενες από πολιτικά πρόσωπα εκλεγμένα στο ελληνικό κοινοβούλιο.

Σεπτέμβριος 2013: Δολοφονία του Παύλου Φύσσα στο Κερατσίνι.

“Η βίαιη ενέργεια του εκπροσώπου της Χρυσής Αυγής στο τηλεοπτικό στούντιο, περισσότερο συμπυκνώνει παρά αποκαλύπτει αυτό που ήδη γνωρίζουμε. Η βία ρίχνει τη μαύρη σκιά της στην πολιτική και κοινωνική ζωή του τόπου τα τελευταία χρόνια”, εξηγεί ο κύριος Κουσούλης

Όπως υποστηρίζει, αυτό που έχει σημασία είναι ότι έχουμε εκδηλώσεις της ατμόσφαιρας βίας, που έχει προϋπάρξει πολλά χρόνια τώρα χωρίς να εμφανίζεται. “Η βία, σε όλες τις φάσεις της ιστορικής εξέλιξης, είναι σύμφυτη με την κοινωνική και πολιτική διάσταση κάθε συλλογικής οντότητας. Μικρής ή μεγάλης. Είναι αφέλεια να προσπερνάει κανείς αυτή την αλήθεια”, λέει.

Ο έγκριτος πολιτικός επιστήμονας ρίχνει το βάρος στην έλλειψη πολιτικού λόγου και επιχειρημάτων και την αντικατάστασή του από βίαιο καταγγελτικό λόγο. “Ο βίαιος λόγος προαναγγέλλει τη βίαιη πράξη. Μέσα στην ατμόσφαιρα αυτή, ένας άνθρωπος χάνει τη ζωή του. Η Χρυσή Αυγή είναι εκφραστής ενός βίαιου καταγγελτικού λόγου και το επόμενο βήμα είναι αυτό που είδαμε”.

“Όποιος αποκαλεί τον άλλον προδότη, στην πραγματικότητα ζητάει την εξόντωσή του”, συμπληρώνει, αναφερόμενος στο γενικό πολιτικό λόγο που επικρατεί. Ο κύριος Κουσούλης τονίζει ότι η δημοκρατική συνύπαρξη προϋποθέτει την αποδοχή του άλλου με πολιτικά επιχειρήματα. “Γι' αυτό είναι και καταδικαστέα με απόλυτο τρόπο και ο βίαιος λόγος και φυσικά κάθε βίαιη πράξη”.

Το μόνο δραστικό όπλο στην εκδήλωση τέτοιων φαινομένων, είναι όπως λέει, η εφαρμογή του νόμου. “Ο νόμος είναι και το όπλο των πολιτών απέναντι στην απειλή. Αν κάποιος απειλεί να σε σκοτώσει στο δρόμο επειδή διαφωνεί. Είναι το όπλο του αδυνάτου και της δημοκρατίας”.

Μιλάει ουσιαστικά για σιωπηρή αποδοχή της βίας, καθώς εκδηλώσεις βίας, όπως αυτές που προαναφέραμε, παραμένουν ατιμώρητες. “Ανεμπόδιστα και χωρίς κανέναν ενδοιασμό κινούνται προς αυτή την κατέυθυνση. Γνωρίζουν βέβαια ότι δεν θα βρεθεί κανείς να τους τιμωρήσει”, σημειώνει ο Λευτέρης Κουσούλης.