Σύγχυση έχουν προκαλέσει οι αποκλίσεις των εκτιμήσεων της Τράπεζας της Ελλάδος και του υπουργείου Οικονομικών για την πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού στο 8μηνο 2013. Ωστόσο, η Eurostat είναι ο "κριτής" που θα γνωμοδοτήσει στο τέλος Φεβρουαρίου 2014 για το εάν η Ελλάδα κατέγραψε πρωτογενές πλεόνασμα ή πρωτογενές έλλειμμα στο προϋπολογισμό 2013.
Η μεθοδολογία που ακολουθεί η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία είναι αυτή που ακολουθείται και από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους (υπό την εποπτεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής), διαφέρει δε σημαντικά από την ταμειακή προσέγγιση της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία μετρά όλες τις δαπάνες που κάνει η κεντρική κυβέρνηση, αλλά όχι και το σύνολο των εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού.
Υπενθυμίζεται πως η Τράπεζα της Ελλάδος κατέγραψε πρωτογενές έλλειμμα στον Κρατικό Προϋπολογισμό ύψους 3,2 δισ. ευρώ στο 8μηνο 2013 και το ταμειακό έλλειμμα 9,041 δισ. ευρώ, εκτιμώντας πως τα έσοδα του Τακτικού Προϋπολογισμού ήταν στα 28,7 δισ. ευρώ και οι δαπάνες στα 38,824 δισ. ευρώ. Το υπουργείο Οικονομικών έχει για την ίδια περίοδο εντοπίσει πρωτογενές πλεόνασμα 2,92 δισ. ευρώ στον Προϋπολογισμό.
Στους υπολογισμούς της Τράπεζας της Ελλάδος περιλήφθηκαν δαπάνες ύψους περίπου 4.62 δισ. ευρώ για την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών της Γενικής Κυβέρνησης. Το υπουργείο Οικονομικών θεωρεί πως για το λόγο ότι το ποσό αυτό κατευθύνεται σε φορείς της Γενικής Κυβέρνησης δεν πρέπει να υπολογίζεται στην επεξεργασία των στοιχείων που κάνει η Τράπεζα της Ελλάδος.
Η Eurostat φέρεται να συμφωνεί με το υπουργείο, καθώς οι δαπάνες αυτές εξισορροπούνται από την ισόποση μείωση των ανεξόφλητων υποχρεώσεων των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης. Με πιο απλά λόγια η Τράπεζα της Ελλάδος καταγράφει την αύξηση των δαπανών, αλλά όχι το σβήσιμο (μείωση) των ανεξόφλητων υποχρεώσεων του Δημοσίου. Αυτό διότι η Τράπεζα της Ελλάδος δεν παρουσιάζει το σύνολο των στοιχείων της Γενικής Κυβέρνησης, όπως κάνει το υπουργείο Οικονομικών, αλλά μόνο τα στοιχεία της Κεντρικής Διοίκησης.
Μια ακόμη "στρέβλωση" που δικαιολογεί την μεγάλη απόκλιση μεταξύ των υπολογισμών των δυο φορέων είναι ότι τα έσοδα 28,7 δισ. ευρώ που υπολόγισε η Τράπεζα της Ελλάδος στο 8μηνο 2013 είναι μειωμένα κατά 1,5 δισ. ευρώ σε σχέση με αυτά του υπουργείου Οικονομικών και αυτό γιατί δεν περιλαμβάνονται σε αυτά οι εισπράξεις από την απόδοση των ελληνικών ομολόγων που μας αποδίδουν οι ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες. Μπορεί τα έσοδα αυτά να είναι έκτακτα και μη επαναλαμβανόμενα , ωστόσο εισπράττονται και πρέπει να καταγράφονται.
Ευρύτερα η βελτίωση του πρωτογενούς ισοζυγίου στο 8μηνο μπορεί να αποδοθεί εκτός από τα έσοδα από τη μεταφορά των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων από τις Κεντρικές Τράπεζες του Ευρωσυστήματος, στην συνέχιση της πρακτικής της αναβολής επιστροφής των φόρων, στις αυξημένες εισροές από την Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, στην συγκράτηση συγκεκριμένων πρωτογενών δαπανών κάτω από τους σωρευτικούς μηνιαίους στόχους, αλλά και στην συνέχιση της πρακτικής μείωσης των δαπανών του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων.