Της Χρύσας Τσιώτση*
Το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης έχει θεσπισθεί με την Απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 2002 και ρυθμίζει τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης που εγκρίθηκε το 2002 αντικαθιστά το σύστημα έκδοσης, επιβάλλοντας σε κάθε εθνική δικαστική αρχή την υποχρεώση να αναγνωρίσει, δυνάμει αυτού, και μέσω ελάχιστων ελέγχων, την αίτηση παράδοσης προσώπου την οποία υποβάλλει η δικαστική αρχή άλλου κράτους μέλους. Η απόφαση-πλαίσιο τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2004 .
Το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης πρέπει να περιέχει ολόκληρη σειρά πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα του προσώπου, την δικαστική αρχή έκδοσης, την οριστική απόφαση, τη φύση της αξιόποινης πράξης, την ποινή.
Το ένταλμα εφαρμόζεται όταν υπάρχει:
-αξιόποινη πράξη για την οποία προβλέπεται ποινή φυλάκισης ή μέτρο ασφαλείας διάρκειας ανώτερης του ενός έτους
-οριστική καταδίκη με φυλάκιση ή με μέτρο ασφαλείας διάρκειας τουλάχιστον τεσσάρων μηνών·
Τα αδικήματα, υπό τον όρο ότι τιμωρούνται στο κράτος μέλος έκδοσης με μέγιστη ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριετή, τα οποία μπορούν να οδηγήσουν σε παράδοση χωρίς έλεγχο του αξιόποινου της πράξης είναι μεταξύ άλλων: η τρομοκρατία, η εμπορία ανθρώπων, η διαφθορά, η συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, η παραχάραξη, η ανθρωποκτονία, ο ρατσισμός και η ξενοφοβία, ο βιασμός, η εμπορία κλεμμένων οχημάτων, η καταδολίευση συμπεριλαμβανομένης και της απάτης κατά των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας.
Για τις εγκληματικές πράξεις πλην των προαναφερθεισών, η έκδοση μπορεί να υποβληθεί στον όρο ότι η πράξη για την οποία ζητείται παράδοση αποτελεί αξιόποινη πράξη κατ' εφαρμογή του δικαίου του κράτους μέλους εκτέλεσης.
Κατά γενικό κανόνα, η εκδούσα αρχή κοινοποιεί το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης απευθείας στην δικαστική αρχή εκτέλεσης. Προβλέπεται η συνεργασία με το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν καθώς και με τις υπηρεσίες της Ιντερπόλ. Εάν η αρχή του κράτους μέλους εκτέλεσης δεν είναι γνωστή, το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο (http://europa.eu/legislation_summaries/justice_freedom_security/judicial_cooperation_in_criminal_matters/jl0012_en.htm) παρέχει τη συνδρομή του στο κράτος μέλος εκτέλεσης.
Το καταζητούμενο άτομο που συλλαμβάνεται, έχει το δικαίωμα να ενημερωθεί σχετικά με το περιεχόμενο του εντάλματος και να χρησιμοποιήσει δικηγόρο ή διερμηνέα.
Εν αναμονή της απόφασης, η αρχή εκτέλεσης προβαίνει σε ακρόαση του κατηγορουμένου. Το αργότερο εντός εξήντα ημερών μετά τη σύλληψη, η δικαστική αρχή εκτέλεσης πρέπει να λάβει οριστική απόφαση σχετικά με την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης και ανακοινώνει αμέσως τη ληφθείσα απόφαση στην αρχή έκδοσης.
Κάθε περίοδος κράτησης σχετικά με το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης πρέπει να αφαιρείται από τη συνολική διάρκεια στέρησης της ελευθερίας που έχει επιβληθεί.
Το συλληφθέν πρόσωπο οφείλει να εκφράσει τη συγκατάθεσή του για την παράδοση αμετάκλητα και έχοντας λάβει όλες τις δυνατές πληροφορίες. Τότε, η δικαστική αρχή εκτέλεσης πρέπει να λάβει οριστική απόφαση σχετικά με την εκτέλεση του εντάλματος εντός των δέκα ημερών από την ημερομηνία της συγκατάθεσης.
Ενδεικτικά, λόγοι άρνησης της εκτέλεσης και της παράδοσης
Μπορούν να υπάρξουν εάν:
έχει εκδοθεί οριστική απόφαση από κράτος μέλος για την ίδια αξιόποινη πράξη κατά του ιδίου προσώπου (αρχή του δεδικασμένου)·
η αξιόποινη πράξη καλύπτεται από αμνηστία στο κράτος μέλος εκτέλεσης·
Σε κάθε περίπτωση η άρνηση εκτέλεσης του εντάλματος σύλληψης θα πρέπει να αιτιολογηθεί.
Γενικά συνοψίζοντας θα μπορούσαμε να επισημάνουμε τα όσα πει ο Simon Busuttil, Μαλτέζος Ευρωβουλευτής για το θέμα αυτό: "το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης έχει αποδειχθεί ένα ιδιαίτερα χρήσιμο μέσο στην αναζήτηση της δικαιοσύνης πέρα από τα εθνικά σύνορα. Μας έχει βοηθήσει να ανοίξουμε τα εθνικά σύνορα, στέλνοντας στους εγκληματίες το σαφές μήνυμα ότι δεν μπορούν πλέον να διαφεύγουν σε κάποια άλλη χώρα για να αποφύγουν τη δίωξη. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να θεωρείται το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης ένα χρήσιμο μέσο που έχει αποφέρει θετικά αποτελέσματα.
Εντούτοις, έχει και τις αρνητικές του πλευρές, όπως όταν εκδίδεται για εγκλήματα, τα οποία θεωρούνται πολύ ασήμαντα για να αιτιολογούν την έκδοσή του. Δεν περιμένω να εκδίδεται ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, επειδή κάποιος πιάνεται να κλέβει δύο λάστιχα αυτοκινήτου σε μια άλλη χώρα, όπως έχει συμβεί στο παρελθόν. Η τιμωρία δεν είναι ανάλογη με το έγκλημα και έχει ως αποτέλεσμα να μην υπάρχει εμπιστοσύνη σε ένα σημαντικό και χρήσιμο μέσο.
Ως εκ τούτου, πρέπει να εξετάσουμε τα ελαττώματα που υπάρχουν στο συγκεκριμένο σύστημα και στην εφαρμογή του, χωρίς να καταστρέψουμε τη χρησιμότητα αυτού του εντάλματος".
*Η Χρύσα Τσιώτση είναι δικηγόρος, με μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στο Δίκαιο του Internet και την τηλεπικοινωνιών (LL.M in Information Technology and Telecommunications Law, University of Strathclyde-Glasgow-U.K).