«Τα γυάλινα μάτια του είναι καρφωμένα στα χέρια του, στη δόση, είναι υπόθεση λίγων δευτερολέπτων»
Πολυσέλιδο ρεπορτάζ από την Αθήνα για το ναρκωτικό σίσα αφιερώνει το Spiegel στο τεύχος αυτής της εβδομάδας. Για μια ουσία, πέντε φορές φθηνότερη από την κοκαΐνη, που εξαπλώνεται με γοργό ρυθμό στην Ελλάδα. Επειδή ακριβώς είναι φτηνή, είναι και πολύ επικίνδυνη σύμφωνα με την Deutsche Welle.
Σίσα και οικονομική κρίση
«Μπρος από κάδο με σκουπίδια σε απόκεντρο δρόμο κάθεται ένα άνδρας ξεδοντιασμένος» περιγράφουν οι δύο ρεπόρτερ αρχίζοντας το άρθρο. «Το πρόσωπό του είναι ωχρό και αποστεωμένο. Οι άνθρωποι περνούν από μπροστά του, όμως ο άστεγος, που μοιάζει με 60, αλλά είναι μάλλον μικρότερος, ούτε καν τους βλέπει. Τα γυάλινα μάτια του είναι καρφωμένα στα χέρια του, στη δόση, είναι υπόθεση λίγων δευτερολέπτων». Σκηνές που οι Αθηναίοι έχουν συναντήσει πολλές φορές στους δρόμους της πρωτεύουσας, γιατί γίνεται όλο και περισσότερο χρήση του συγκεκριμένου ναρκωτικού, όπως δηλώνει στο Spiegel ο Κωνσταντίνος Κοκκώλης, ψυχίατρος και διευθυντής εφαρμογής προγραμμάτων του ΟΚΑΝΑ. «Πόσοι πεθαίνουν από χρήση σίσας, είναι δύσκολο να προσδιοριστεί. Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας το 2017 στην Ελλάδα καταγράφηκαν 14.462 περιπτώσεις βαριά τοξικοεξαρτημένων από οπιούχα» υπογραμμίζουν οι δημοσιογράφοι.
«Το συνθετικό ναρκωτικό παρασκευάζεται στην Ελλάδα, σε παράνομα εργαστήρια. Κύριο συστατικό του η κρυσταλλική μεθαμφεταμίνη μαζί με άλλες φτηνές και άκρως τοξικές ουσίες. Στο διαδίκτυο κυκλοφορούν άπειρες συνταγές με άλλες ουσίες, όπως οξέα από μπαταρίες ή λάδι αυτοκινήτων. Ακριβώς επειδή η παρασκευή του είναι τόσο φτηνή, εξηγείται και η φτηνή τιμή του. Γι' αυτό, κάνουν χρήση άνθρωποι στο περιθώριο της κοινωνίας, πρόσφυγες και άστεγοι, άνθρωποι που δεν έχουν να χάσουν τίποτα πια και θέλουν να ζήσουν ένα `μικρό ταξίδι´ για λίγα λεφτά». Στο γερμανικό περιοδικό μιλά και ο Μιχάλης Μυλωνάς, υπεύθυνος προγραμμάτων ΚΕΘΕΑ ΕΞΕΛΙΞΙΣ. Υποστηρίζει ότι υπάρχει άμεση σύνδεση ανάμεσα στην αύξηση χρήσης σίσα και της δημοσιονομικής κρίσης στην Ελλάδα, γιατί το ναρκωτικό, όπως υποστηρίζει, εξαπλώθηκε στην αγορά το 2010 και 2011, στην αρχή της κρίσης, όταν όλο και περισσότεροι άνθρωποι έπεφταν στη φτώχεια. «Το ότι οι περισσότεροι χρήστες είναι άστεγοι επιβεβαιώνει αυτή τη θεωρία» επισημαίνει το Spiegel.
Διαφάνεια, τώρα, για τη Frontex
Η αποκαλυπτική δημοσιογραφία στα καλύτερά της. Χάρη στην επιμονή δημοσιογράφων και ακτιβιστών βγαίνουν απόψε στη δημοσιότητα, σε εκπομπή της Βαυαρικής Ραδιοφωνίας, αποκαλύψεις που δεν περιποιούν τιμή στη Frontex, στην υπερεθνική υπηρεσία συντονισμού των επιχειρήσεων στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, που λόγω της προσφυγικής κρίσης οι συνοριοφύλακές της αναλαμβάνουν πλέον πιο καθοριστικό ρόλο.
Το ότι μπόρεσαν να βγουν στη δημοσιότητα στοιχεία για χρήση υπερβολικής βίας και καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από υπαλλήλους της σχολιάζει η TAZ του Βερολίνου. «Το ιδιαίτερο σε αυτήν την περίπτωση» γράφει ο αρθρογράφος της, «είναι ότι τα όσα συμβαίνουν στα σύνορα της ΕΕ δεν προκύπτουν από διηγήσεις προσφύγων ή από βίντεο που γυρίστηκαν μυστικά, αλλά από την ίδια τη Frontex που στις εκθέσεις της κάνει αναφορά σε περιπτώσεις παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ´στιβαρές´ επιχειρήσεις. Με το επιχείρημα της ελευθερίας πληροφόρησης (του κοινού) κατάφεραν οι δημοσιογράφοι να συμπληρώσουν τη γνωστή σε ένα βαθμό εικόνα αυθαιρεσίας και παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από εσωτερικά έγγραφα και σημειώσεις σε αρχεία της υπηρεσίας» υπογραμμίζει ο αρθρογράφος και συνεχίζει: «Είναι θέμα επείγουσας ανάγκης o ενδελεχής έλεγχος του Οργανισμού Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής που διαχειρίζεται με προϋπολογισμό δισεκατομμυρίων. Όχι για να κάνει απρόσμενες αποκαλύψεις. Αλλά για να κάνει σαφές ότι για όποιον, καθοδόν προς την Ευρώπη, πέφτει θύμα ξυλοδαρμού, υποβαθμίζεται σαν άνθρωπος και πεθαίνει, ευθύνεται η ΕΕ κι αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά οι ιθύνοντες».
Μεγαλύτερη διαφάνεια ζητά στο σχόλιό της η εφημερίδα Süddeutsche Zeitung του Μονάχου και επικροτεί την επιμονή των δημοσιογράφων-ακτιβιστών να πάρουν τα στοιχεία στα χέρια τους. «Το 2017 η Frontex έδινε περισσότερα χρήματα για γραμματόσημα παρά για το γραφείο του εντεταλμένου της για τα ανθρώπινα δικαιώματα» σημειώνει. «Επιπλέον η υπηρεσία έσπρωχνε το μπαλάκι ευθυνών (για αυτά τα φαινόμενα) στις κυβερνήσεις γνωρίζοντας ότι δεν υπάρχει καλύτερη λύση για την προστασία των συνόρων και έτσι η οργή ξεθύμανε». Και καταλήγει: «Μια υπηρεσία της ΕΕ, που επεμβαίνει στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, πρέπει να ελέγχεται από την κοινωνία πολιτών και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο».