Τουλάχιστον 27 άνθρωποι στις ΗΠΑ ίσως να καταδικάστηκαν αδίκως σε θάνατο επειδή τα ενοχοποιητικά στοιχεία εναντίον τους, που κατά περίπτωση είχαν συλλέξει πράκτορες του FBI, δεν ήταν επαρκώς τεκμηριωμένα.
Στο πρωτοφανές αυτό συμπέρασμα για τα αμερικανικά δικαστικά χρονικά, καταλήγει μια μεγάλη εσωτερική έρευνα του FBI η οποία επισημαίνει ότι μπορεί να υπερεκτιμήθηκε η αξιοπιστία πειστηρίων – που προέκυψαν με επιστημονικές μεθόδους- και τα οποία όταν προσκομίστηκαν στις δικαστικές αίθουσες ίσως να έγειραν καθοριστικά την πλάστιγγα υπέρ της ενοχής των κατηγορουμένων.
Η εσωτερική έρευνα του FBI, αναφέρει η βρετανική εφημερίδα Independent, βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη όμως αυτό που αναδεικνύεται μέσα από την ενδελεχή εξέταση παλαιότερων υποθέσεων είναι η υπερβολική εμπιστοσύνη με την οποία περιβάλλουν τα στελέχη της Υπηρεσίας, τη λεγόμενη ταυτοποίηση στοιχείων.
Παρά το γεγονός, όπως αναφέρει η εφημερίδα, ότι ήδη από τη δεκαετία του 1970 οι υπεύθυνοι των εργαστηριακών ελέγχων του FBI τόνιζαν ότι ευρήματα όπως τρίχες, δέρμα ή νύχια που βρίσκονται στον τόπο του εγκλήματος δεν συνιστούν κατά κανόνα αλάνθαστο στοιχείο ενοχής, πολλοί πράκτορες, σε πολλές περιπτώσεις, υποστήριζαν πως η ταυτοποίηση τέτοιων ευρημάτων καταδείκνυε την ενοχή των κατηγορουμένων.
Μόλις τον περασμένο Μάιο, ένας κατηγορούμενος βρέθηκε σε απόσταση αναπνοής από το θάνατο (με ένεση) αλλά μερικές ώρες προτού εκτελεστεί η εσχάτη των ποινών ,το υπουργείο Δικαιοσύνης του Μισισιπή, αναγνώρισε την ύπαρξη κενών στην αξιοπιοστία των εγκληματολογικών πειστηρίων που είχαν προσκομίσει αξιωματικοί του FBI.
Η θανατική ποινή θα επιβαλλόταν στον 44χρονο Γουίλι Τζέρομ Μάνινγκ που κατηγορείται για τον φόνο δύο φοιτητών το 1992. Ήδη στο πλαίσιο της έρευνας εξετάζονται 21.700 υποθέσεις και 120 εξ αυτών, που αφορούν σε θανατικές ποινές, χαρακτηρίζονται προβληματικές.