Με κοινό τον παρονομαστή της μη αναφοράς αριθμητικών στοιχείων για τα χρηματικά ποσά που αποτελούν τις αποδοχές - αμοιβές των στελεχών τους, διαβιβάστηκαν στη Βουλή οι έγγραφες απαντήσεις τεσσάρων πιστωτικών ιδρυμάτων και της Τράπεζας της Ελλάδος. Αντιθέτως κοινή είναι η διαβεβαίωση ότι η αμοιβή των στελεχών δεν ξεπερνά την ετήσια αμοιβή του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.
Τα έγγραφα διαβιβάστηκαν μετά από αίτημα πέντε βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, των κ.κ. Ιωάννη Δραγασάκη, Νάντια Βαλαβάνη, Δημήτρη Γελαλή, Ευκλείδη Τσακαλώτου και Γιώργου Σταθάκη να ενημερωθεί η Βουλή ποιες είναι ετήσιες αποδοχές (τακτικές αποδοχές, αποζημιώσεις για τη συμμετοχή σε συνεδριάσεις των Δ.Σ., ωφελήματα κλπ) των τραπεζικών στελεχών. Οι βουλευτές έθεταν και το ερώτημα αν οι αμοιβές υπερβαίνουν τις ετήσιες αποδοχές του διοικητή της ΤτΕ και τι θα πράξει η κυβέρνηση γι΄ αυτό διότι αν συμβαίνει κάτι τέτοιο τότε θα πρέπει να το ενέκριναν οι εκπρόσωποι του Ελληνικού Δημοσίου που είναι υπεύθυνοι για την παρακολούθηση του νόμου.
Ειδικότερα, και σύμφωνα με τα έγγραφα που διαβιβάστηκαν στη Βουλή, η Εθνική Τράπεζα ενημερώνει ότι:
-Στο πλαίσιο εφαρμογής των αρχών εταιρικής διακυβέρνησης, η ΕΤΕ τηρεί το υφιστάμενο νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο που αφορά στη θέσπιση πολιτικής αποδοχών του χρηματοπιστωτικού τομέα (ΠΔ 2650/2012) και υποβάλει σε τακτική βάση προς τις αρμόδιες αρχές την προβλεπόμενη από το θεσμικό πλαίσιο πληροφόρηση για τη διαμόρφωση των ετήσιων αποδοχών του προσωπικού της.
-οι αμοιβές του προέδρου και των μελών του ΔΣ της ΕΤΕ εγκρίνονται με απόφαση της Τακτικής Γενικής Συνέλευσης των Μετόχων και σύμφωνα με τις Αρχές Εταιρικής Διακυβέρνησης και όσα ορίζονται στις σχετικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις λειτουργίας των πιστωτικών ιδρυμάτων. Οι αμοιβές αυτές ελέγχονται σε συνεχή βάση από την Τράπεζα της Ελλάδος σύμφωνα με όσα ορίζονται στην Πράξη Διοικητού Τραπέζης της Ελλάδος 2650/2012.
-Οι αμοιβές της Διοικήσεως, δηλαδή του Προέδρου και των εκτελεστικών μελών του ΔΣ της Εθνικής Τράπεζας (Διευθύνοντος Συμβούλου και Αναπληρωτή Διευθύνοντος Συμβούλου) έχουν δραστικά μειωθεί οικειοθελώς, τρεις φορές κατά την τελευταία τριετία σε ποσοστό 15% κάθε φορά (δηλαδή συνολική μείωση τριετίας 45%), με σχετικές αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης.
-Κατά την τελευταία τριετία αποφασίστηκε η κατάργηση κάθε μεταβλητής αποδοχής (bonus) σε ανώτατα στελέχη της τράπεζας.
-Οι αμοιβές αναφέρονται αναλυτικά στις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις της Τράπεζας που δημοσιεύονται στις πολιτικές και οικονομικές εφημερίδες της χώρας πριν από κάθε Τακτική Γενική Συνέλευση, εμφανίζονται στην ιστοσελίδα της Τράπεζας και δημοσιοποιήθηκαν μέσω Ενημερωτικού Δελτίου για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Τράπεζας, που εγκρίθηκε από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Η Τράπεζα Πειραιώς απαντά εγγράφως ότι «όπως έχει ήδη γνωστοποιηθεί στο από 3.6.2013 Ενημερωτικό Δελτίο Αύξησης Μετοχικού Κεφαλαίου της Τράπεζας Πειραιώς, η ετήσια αποζημίωση για τον Πρόεδρο, τον Διευθύνοντα Σύμβουλο και τα λοιπά μέλη του ΔΣ καθώς και τους Γενικούς Διευθυντές και Αναπληρωτές τους, δεν ξεπερνά την συνολική ετήσια αμοιβή του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3723/2008».
Η ALPHA BANK στο έγγραφό της αναφέρει ότι «Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 3 εδ. Τέταρτο ν. 3723/2008, οι αποδοχές του Προέδρου, Διευθύνοντος Συμβούλου και λοιπών μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, ως και των Γενικών Διευθυντών και των Αναπληρωτών αυτών, πιστωτικών ιδρυμάτων που, ως η Alpha Bank, υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 3723/2008, ήτοι έχουν λάβει κεφαλαιακή ενίσχυση παρά του Ελληνικού Δημοσίου, υπό μορφή συμμετοχής του τελευταίου στο μετοχικό κεφάλαιο της λήπτριας Τραπέζης δια προνομιούχων (άνευ ψήφου) μετοχών, δεν δύναται να υπερβαίνει το σύνολο των αποδοχών του Διοικητού της Τραπέζης της Ελλάδος. Ως αποδοχές του Διοικητού της ΤτΕ λαμβάνονται οι, κατά το Καταστατικό ή και δια αποφάσεων των αρμοδίων οργάνων της τελευταίας, θεσμοθετημένες, για την υπόψη θέση και αξίωμα, αμοιβές και όχι αυτές που αυτοβούλως προσδιορίζονται». Όπως εξάλλου αναφέρεται «η Alpha Bank τηρεί, πιστά και επακριβώς τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 3 εδ. Τέταρτο ν. 3723/2008 περί του ανωτάτου ύψους αποδοχών των οίκοθεν μνημονευομένων προσώπων και λοιπών διευθυντικών στελεχών».
Αλλά και η Eurobank στο απαντητικό της έγγραφο αναφέρει ότι σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 3 του Ν. 3723/2008, οι αποδοχές του Προέδρου, του Διευθύνοντος Συμβούλου και των λοιπών μελών του ΔΣ, καθώς και των Γενικών Διευθυντών και αναπληρωτών τους, των πιστωτικών ιδρυμάτων που έχουν λάβει κεφαλαιακή ενίσχυση από το Ελληνικό Δημόσιο, δεν μπορούν να υπερβαίνουν το σύνολο των αποδοχών του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Αναφέρεται επίσης ότι ως αποδοχές του Διοικητή της ΤτΕ θεωρούνται οι κατά το Καταστατικό ή και δια αποφάσεων των αρμοδίων οργάνων της, θεσμοθετημένες αμοιβές της συγκεκριμένης θέσης ευθύνης. «Επιβεβαιώνεται ότι η Τράπεζα μας συμμορφώνεται πλήρως με τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 3 του ν. 3723/2008 σχετικά με το ανώτατο ύψος των αποδοχών των στελεχών της που εμπίπτουν σε συγκεκριμένες διατάξεις» σημειώνει η Eurobank.
Αναφέρεται ακόμη ότι κατά τη διάρκεια του 2012 διενεργήθηκε έλεγχος από την Τράπεζα της Ελλάδος ως προς την εφαρμογή της Πολιτικής Αποδοχών της Τράπεζας, συμπεριλαμβανομένων και των αποδοχών των στελεχών της και με βάση τα αποτελέσματα του ελέγχου αυτού δεν προέκυψε σχετικό με την ερώτηση των βουλευτών εύρημα για το επίπεδο αμοιβών σε σχέση με τις θεσμοθετημένες αμοιβές του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Επισημαίνεται τέλος ότι το Ενημερωτικό Δελτίο της Τράπεζας για την πρόσφατη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, εντός του οποίου παρατίθενται σε αναλυτική βάση οι αποδοχές των ανωτάτων στελεχών της τράπεζας, ελέγχθηκε από φορείς που έχουν εποπτεία της εφαρμογής του σχετικού θεσμικού πλαισίου και ουδεμία ένσταση προέκυψε.
Για το ίδιο θέμα έχει διαβιβαστεί στη Βουλή έγγραφο από την Τράπεζα της Ελλάδος με το οποίο διευκρινίζεται ότι η αρμοδιότητα της σε σχέση με την πολιτική αποδοχών, οριοθετείται από το άρθρο 26 σε συνδυασμό με την παρ. 3 του άρθρου 25 του ν. 3601/2007. Ως εκ τούτου αφορά αποκλειστικά στην παρακολούθηση της υποχρέωσης των εποπτευόμενων από αυτήν πιστωτικών ιδρυμάτων να διαθέτουν «πολιτικές και πρακτικές αποδοχών οι οποίες είναι συνεπείς και προωθούν την ορθή και αποτελεσματική διαχείριση των κινδύνων».
«Τα σχετικά στοιχεία που περιέχονται σε γνώση της ΤτΕ, τα πορίσματα που εκπονούνται και τα μέτρα που λαμβάνονται στο πλαίσιο άσκησης της εποπτικής αρμοδιότητας δεν επιτρέπεται να αποκαλύπτονται σύμφωνα με το άρθρο 60 του Ν. 3601/2007, κατ΄αντιδιαστολή με πληροφόρηση που υποχρεωτικώς δημοσιοποιείται για σκοπούς διαφάνειας, με βάση την ΠΔ/ΤΕ 2650/2012 που έχει εκδοθεί κατ΄ εξουσιοδότηση των αναφερόμενων στην παρ. 1 διατάξεων και κατ΄ εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου», αναφέρεται ακόμη στο έγγραφο της ΤτΕ. Ειδικά για τον ρόλο των επιτρόπων που τοποθετήθηκαν στα πιστωτικά ιδρύματα ως αποτέλεσμα της κρατικής ενίσχυσης που έχουν λάβει, η ΤτΕ αναφέρει ότι ο έλεγχος του έργου τους δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητά τους.