Τι προβλέπει η Συνθήκη της Λωζάνης για την Ίμβρο και την Τένεδο - Η περίοδος αφελληνισμού
Την περίπτωση των λιγοστών Ελλήνων που έχουν απομείνει στην Ίμβρο, παρά το ρεύμα επιστροφής που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια, έφερε στο προσκήνιο η δολοφονία ενός 86χρονου, που βρέθηκε δεμένος χειροπόδαρα μέσα στο σπίτι που ζούσε στο νησί.
Σύμφωνα με τον σύλλογο Ιμβρίων η πολιτική αφελληνισμού που ακολούθησε η Τουρκία υπήρξε έντονη την περίοδο 1964-1990.
Το 1964, η Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας της Τουρκίας, με την υπ' αρ. 35 της 27 Μαΐου 1964 απόφαση της, θέτει σε εφαρμογή το γνωστό «Eritme Programi» ή «Πρόγραμμα Διάλυσης» (η τούρκικη λέξη «eritme» σημαίνει διάλυση, λιώσιμο, τήξη, αφομοίωση). Το Πρόγραμμα αυτό αλλά και ο τρόπος εφαρμογής του δεν ανακοινώθηκε ποτέ επισήμως στις αρχές της Ίμβρου, ακριβώς επειδή αποτελούσε κατάφωρη παραβίαση της Συνθήκης της Λωζάννης.
Ο βασικός στόχος του προγράμματος ήταν ο αφελληνισμός των δύο νησιών και προέβλεπε, μεταξύ άλλων:
- την απαλλοτρίωση του 90% των καλλιεργήσιμων εδαφών στην Ίμβρο,
- την ίδρυση συνοικισμών και χωριών Τούρκων εποίκων από τα βάθη της Ανατολίας στην Ίμβρο,
- τη δημιουργία τεχνητού υδατοφράκτη με σκοπό την σχεδόν ολοσχερή εξαφάνιση του μεγαλύτερου ελαιώνα της Ίμβρου, βασικής πηγής εισοδήματος των κατοίκων του χωριού Άγιοι Θεόδωροι,
- την ίδρυση Ανοικτών Αγροτικών Φυλακών στο Σχοινούδι, το μεγαλύτερο χωριό της Ίμβρου και τη μεταφορά σε αυτές βαρυποινιτών από την Ανατολή, οι οποίοι επιδόθηκαν σε εγκληματικές πράξεις εις βάρος των Ελλήνων κατοίκων, με την ανοχή των τουρκικών αρχών.
Το «Πρόγραμμα Διάλυσης» περιελάμβανε 27 συνολικά άρθρα, τα οποία συνοψίζονται στις ακόλουθες 5 κατευθυντήριες γραμμές:
- εξαναγκασμός των Ελλήνων αυτοχθόνων κατοίκων της Ίμβρου και της Τενέδου να μεταναστεύσουν, μέσω των αναγκαστικών απαλλοτριώσεων της γης, που οδήγησε σταδιακά στην ολοσχερή καταστροφή των πόρων επιβίωσής τους,
- κατάργηση της διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας και του μειονοτικού εκπαιδευτικού συστήματος στα δυο νησιά,
- «προσεκτική» επιλογή των δημοσίων υπαλλήλων που υπηρετούσαν στα δυο νησιά,
- ανακαίνιση όλων των παλαιών τουρκικών κτισμάτων και κατασκευή νέων, με στόχο την επιβολή της τουρκικής κουλτούρας,
- υιοθέτηση μέτρων για την καταστολή της λαθρεμπορίας, με απώτερο σκοπό τον έλεγχο των συναλλαγών των Ιμβρίων και Τενεδίων με την Ελλάδα.
Το πρόγραμμα αυτό τέθηκε σε εφαρμογή στις 31 Μαρτίου 1964 και σύντομα τα αποτελέσματά του κρίθηκαν από τις Τουρκικές αρχές, ιδιαίτερα ικανοποιητικά. Μια δεκαετία αργότερα, ωστόσο, οι Τουρκικές αρχές έκριναν ότι η συνολική αύξηση του τουρκικού πληθυσμού στο νησί δεν ήταν ικανοποιητική και αποφάσισαν την αλλαγή της μεθοδολογίας στο «Πρόγραμμα Διάλυσης», με την υπ. αρ. 206 απόφαση της 28 Ιανουαρίου 1975.
Μεταξύ των νέων μέτρων ήταν και τα εξής:
Ίδρυση αγροκτήματος Τουρκικών κρατικών συμφερόντων στην Ίμβρο,
- κλείσιμο των Ανοικτών Αγροτικών Φυλακών στο χωριό Σχοινούδι της Ίμβρου, αφού είχαν επιτελέσει το σκοπό της ύπαρξής τους (οι Έλληνές κάτοικοί του το είχαν εγκαταλείψει...),
- δημιουργία ευκαιριών απασχόλησης για τους Τούρκους εποίκους, με σκοπό την παράταση της διαμονής τους στο νησί και τη μόνιμη τελικά εγκατάστασή τους στις απαλλοτριωθείσες ελληνικές περιουσίες,
- πλήρης εξόντωση της εναπομείνασας, ισχυρής ακόμη, ελληνικής εμπορικής τάξης στην Ίμβρο και την Τένεδο.
Η υιοθέτηση και η εφαρμογή των συμπληρωματικών αυτών μέτρων οδήγησε στην πλήρη οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική συρρίκνωση του ελληνισμού της Ίμβρου και της Τενέδου και -κατά συνέπεια- στη δραματική μείωση του πληθυσμού του. Το 1974, χρονιά της Τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, οι Έλληνες της Ίμβρου και της Τενέδου υπέστησαν διώξεις, καταστροφές, προπηλακισμούς και τρομοκρατία, με αποκορύφωμα την οριστική εκκένωση του χωριού Κάστρο στην Ίμβρο από τους κατοίκους του.
Η επιστροφή
Το 1988, η Τουρκία ήρε το καθεστώς απαγόρευσης εισόδου που ίσχυε για την Ίμβρο και την Τένεδο, οι οποίες είχαν χαρακτηριστεί «στρατιωτικές περιοχές». Μέχρι τότε, όλοι οι μη Τούρκοι υπήκοοι έπρεπε να προμηθευτούν ειδική άδεια από τη Νομαρχία του Τσανάκκαλε για να τις επισκεφθούν. Έτσι, το 1989 άρχισε μία επιφυλακτική στην αρχή, αλλά όλο και μαζικότερη στη συνέχεια προσέλευση των εκπατρισθέντων Ιμβρίων στον τόπο τους, για τις καλοκαιρινές διακοπές. Η εικόνα που αντίκρισαν ήταν απογοητευτική: σπίτια μισογκρεμισμένα από την εγκατάλειψη, δημευμένες περιουσίες, στρατοκρατούμενο περιβάλλον, έποικοι χαμηλότατου μορφωτικού και βιοτικού επιπέδου που δεν κατόρθωσαν ποτέ να εγκλιματιστούν στο νησιωτικό περιβάλλον, σοβαρότατες καταστροφές από άκριτες και συχνά ανώφελες επεμβάσεις στο φυσικό περιβάλλον του νησιού. Μετά την έντονη συγκινησιακή φόρτιση, ωστόσο, τη σκυτάλη πήρε η ανοικοδόμηση, η προσπάθεια ρεαλιστικής αντιμετώπισης της κατάστασης, η συνέχιση της ζωής...
Κάθε Δεκαπενταύγουστο, ο αριθμός των Ιμβρίων που παραθερίζουν στο νησί αναβιώνοντας τις «παλιές καλές μέρες» με νέους πλέον όρους, ανέρχεται σε 2.000 περίπου άτομα, που καταφθάνουν με τις οικογένειές τους και με την ίδια πάντα λαχτάρα ν΄ανταμώσουν στην πατρίδα τους, από κάθε γωνιά της γης!
Το Ιμβριακό ζήτημα σήμερα
Ο μόνιμος πληθυσμός της Ίμβρου σήμερα ανέρχεται σε 200 περίπου Έλληνες, uπερήλικες στην πλειοψηφία τους και σε 7.000 περίπου Τούρκους εποίκους. Η αναλογία, πριν το 1964, ήταν περίπου 6.100 Έλληνες και 200 Τούρκοι. Οι αριθμοί αυτοί καταδεικνύουν ότι το «Πρόγραμμα Διάλυσης» που υιοθέτησε η Τουρκική κυβέρνηση από το 1964, πέτυχε το στόχο του.
Η Ιμβριακή ταυτότητα, ωστόσο, συνεχίζει να αποτελεί σημείο αναφοράς για 20.000 περίπου άτομα ελληνικής καταγωγής, διασκορπισμένα σε ολόκληρο τον κόσμο. Η νεότερη γενιά των Ιμβρίων δραστηριοποιείται στη διεκδίκηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και στην προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και της πολιτιστικής κληρονομιάς της πατρίδας της, στο πλαίσιο της σύγχρονης κοινωνίας των πολιτών. Η δράση της, σεβόμενη απολύτως την έννομη τάξη στη γείτονα και στηρίζοντας την Ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, απορρίπτει κάθε παρωχημένο εθνικισμό, με ειλικρινή στόχο την ειρηνική συνύπαρξη και τη βιώσιμη ανάπτυξη στην Ίμβρο.
Τα πρώτα αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας επιτρέπουν συγκρατημένη αισιοδοξία για το μέλλον: Η Ευρωπαϊκή Ένωση εκδηλώνει αυξημένο ενδιαφέρον για το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ίμβρο και στην Τένεδο. Σε μία σειρά από αποφάσεις που ενσωματώθηκαν σε επίσημα ευρωπαϊκά έγγραφα, από το 2004 και μετά, καταγράφεται για πρώτη φορά η παραβίαση των δικαιωμάτων της ελληνικής μειονότητας της Ίμβρου και της Τενέδου. Η Τουρκία καλείται να προβεί στις απαραίτητες διορθωτικές ενέργειες.
Τον Απρίλιο του 2005, για πρώτη φορά στην ιστορία των δύο νησιών, Τούρκος Πρωθυπουργός, ο Ρ. Τ. Ερντογάν, επισκέφθηκε την Ίμβρο και την Τένεδο. Συνομίλησε με εκπροσώπους της ελληνικής μειονότητας και υποσχέθηκε απόδοση δικαιοσύνης και ίση μεταχείριση με τους Τούρκους συμπολίτες τους.
Η Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης (PACE) υιοθέτησε στις 27/06/2008 ένα ιστορικής σημασίας ψήφισμα για την Ίμβρο και την Τένεδο. Με βάση τα στοιχεία που συγκέντρωσε ο εισηγητής κ. Αντρέας Γκρος (Ελβετός βουλευτής και Αντιπρόεδρος της PACE) αλλά και με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες διαμεσολάβησης που ανέλαβε, αναγνωρίζονται οι αδικίες που διαπράχθηκαν σε βάρος των κατοίκων και του πολιτισμού του νησιού και προτείνεται στην Τουρκία να λάβει συγκεκριμένα μέτρα αποκατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και παροχής κινήτρων για την επιστροφή των γηγενών στις πατρογονικές τους εστίες, ώστε «να διατηρηθεί ο ιδιαίτερος πολιτισμικός χαρακτήρας των δύο νησιών». Το ψήφισμα αυτό αλλά και η συναίνεση της τουρκικής πλευράς, αποτελούν την κατάληξη μιας διαδικασίας που ξεκίνησε το 2005 και ολοκληρώθηκε χάρη στις πρωτοβουλίες και τη διαρκή στήριξη της Αντιπροέδρου της Βουλής των Ελλήνων κας Έλσας Παπαδημητρίου.
Τι προβλέπει η Συνθήκη της Λωζάνης για την Ίμβρο και την Τένεδο
Η Μικρασιατική καταστροφή ανέτρεψε για άλλη μια φορά τα δεδομένα στην Ίμβρο και την Τένεδο. Με τη Συνθήκη της Λωζάννης, το 1923, τα δύο νησιά παραχωρήθηκαν στην Τουρκία. Το πλήρες κείμενο του άρθρου 14 της Συνθήκης έχει ως εξής:
«Αι νήσοι Ίμβρος και Τένεδος, παραμένουσαι υπό την τουρκικήν κυριαρχίαν, θα απολαύουν ειδικής διοικητικής οργανώσεως, αποτελουμένης υπό τοπικών στοιχείων και παρεχούσης πάσαν εγγύησιν εις τον αυτόχθονα μη μουσουλμανικόν πληθυσμόν όσον αφορά την τοπικήν αυτοδιοίκησιν και την προστασίαν των ατόμων και των αγαθών. Η τήρησις της τάξεως θα διασφαλίζεται υπό αστυνομίας στρατολογουμένης εκ του αυτόχθονος πληθυσμού, μερίμνη της ως άνω προβλεπομένης τοπικής διοικήσεως και υπό τας διαταγάς αυτής τιθεμένης».
Επιπλέον τα άρθρα 38-43 της Συνθήκης αναφέρονταν στην προστασία της ζωής, της ελευθερίας, της γλώσσας, της εθνικότητας και της θρησκείας των Ελλήνων υπηκόων.
Το Σεπτέμβριο του 1923, οι τουρκικές αρχές παρέλαβαν τη διοίκηση των νησιών. Τούρκοι αξιωματούχοι από τη Μικρά Ασία ανέλαβαν εξ ολοκλήρου τη διοικητική, δικαστική, αστυνομική, λιμενική και τελωνειακή εξουσία, παραβιάζοντας τη Συνθήκη της Λωζάννης πριν ακόμη αρχίσει να εφαρμόζεται. Η κίνηση αυτή αποτέλεσε την αρχή του συστηματικού διωγμού του ελληνικού στοιχείου στην Ίμβρο και στην Τένεδο, που εκδηλώθηκε με τον αποκλεισμό του από την τοπική διοίκηση των νησιών, από την καθιέρωση ως υποχρεωτικής της τουρκικής εκπαίδευσης και την περιθωριοποίηση και τελικά κατάργηση της ελληνικής, από τη δήμευση σημαντικού τμήματος της εκκλησιαστικής περιουσίας και την καταστροφή μοναστηριών, ιερών ναών και εξωκκλησιών και από την παρεμπόδιση, άλλοτε με έμμεσο και άλλοτε με άμεσο και βίαιο τρόπο κάθε είδους οικονομικής, κοινωνικής και πολιτιστικής δραστηριότητας των Ελλήνων αυτοχθόνων κατοίκων στα δύο νησιά.