Οι serial killer που συγκλόνισαν την Ελλάδα με τα εγκλήματα τους

Οι serial killer που συγκλόνισαν την Ελλάδα με τα εγκλήματα τους

Φρικιαστικά εγκλήματα που πάγωσαν το πανελλήνιο

Serial killer που με τα εγκλήματα που διέπραξαν πάγωσαν κυριολεκτικά το πανελλήνιο.

Αντώνης Δαγκλής

Ο Αντώνης Δαγκλής ήταν Έλληνας κατά συρροή δολοφόνος που καταδικάστηκε για τις δολοφονίες τριών γυναικών και προσπάθησε να δολοφονήσει άλλες έξι στην Αθήνα στις 23 Ιανουαρίου του 1997. Γνωστός και ως ο "Αντεροβγάλτης των Αθηνών",] καταδικάστηκε σε 25 χρόνια φυλάκισης.

Η μητέρα του Δαγκλή ήταν ιερόδουλη ενώ ο ίδιος ήταν νταλικέρης. Τα θύματά του ήταν μόνο ιερόδουλες και έδρασε τα έτη 1992 εώς 1995. Το 1989 συνελήφθη για επίθεση σε μία ομάδα αντρών με μαχαίρι στο Ζάππειο.

Αρχικά, ο Δαγκλής ήταν ύποπτος για δύο δολοφονίες αφού συνελήφθη για βιασμό και απαγωγή μίας Αγγλίδας τουρίστριας, με το όνομα Ανν Χάμσον. Όταν την απήγαγε, την ανάγκασε να του κάνει στοματικό έρωτα. Ωστόσο, όταν αυτή του είπε πως κάνει πορνεία προσωρινά ώστε να βγάλει λεφτά για να αγοράσει εισητήριο επιστροφής, την ελευθέρωσε. Μετά τη σύλληψή του, ο Δαγκλής ομολόγησε το βιασμό, τον στραγγαλισμό και τον διαμελισμό δύο γυναικών, την πρόθεσή του να δολοφονήσει άλλες έξι γυναίκες, και την ληστεία όλων των οκτώ γυναικών. Αργότερα ομολόγησε το διαμελισμό δύο γυναικών, Ελένης Παναγιωτοπούλου, ετών 29, και την Αθηνά Λαζάρου, ετών 26, με ένα πριόνι, και τις πέταξε γύρω από την Αθήνα. Έπειτα, ο Δαγκλής ομολόγησε τον προηγουμένως άλυτο φόνο μία ιερόδουλης, της οποίας το διαμελισμένο σώμα βρέθηκε σε ένα κάδο το 1992.

Κατά τη διάρκεια της δίκης του, ο Δαγκλής είπε στο δικαστήριο: "Μισούσα όλες τις ιερόδουλες και συνεχίζω να τις μισώ. Πήγαινα να τις δω για σεξ αλλά ξαφνικά άλλες εικόνες έρχονταν στο μυαλό μου. Άκουγα φωνές οι οποίες με διέταζαν να σκοτώνω. Μία φορά σκέφτηκα να πνίξω τη μνηστή μου, αλλά συγκράτησα τον εαυτό μου".

Ο Αντώνης Δαγκλής αυτοκτόνησε στις 2 Αυγούστου του 1997, βρέθηκε απαγχωνισμένος στο κελί 33 του Ψυχιατρικού Καταστήματος των Δικαστικών Φυλακών Κορυδαλλού, με τον συγκρατούμενό του, Γ. Μακρίδη, να έχει αυτοκτονήσει και εκείνος.

Παντελής Καζάκος

Ο Παντελής Καζάκος ήταν υπάλληλος της ΕΡΤ και του αποδόθηκε ο τίτλος «ρατσιστής δολοφόνος», καθώς έκανε επιθέσεις μόνο σε αλλοδαπούς.

Από τα θύματα του όμως μόνο δυο έπεσαν νεκροί. Επρόκειτο για ένα αγόρι 23 ετών, γιο αστυνομικού, που εργαζόταν ως υπάλληλος ασφαλείας στην ΕΡΤ, το οποίο στο παρελθόν είχε αντιμετωπίσει προβλήματα με τα ναρκωτικά.

Όπως κατέθεσε ο ψυχίατρος ο Παντελής Καζάκος είχε μειωμένο καταλογισμό όταν τον Οκτώβριο ’99 σκότωσε δύο αλλοδαπούς και τραυμάτισε άλλους επτά, με αποτέλεσμα πέντε από αυτούς να έχουν μείνει με μόνιμο πρόβλημα αναπηρίας.

Θεόφιλος Σεχίδης

Ο Σεχίδης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην περιοχή Λιμένας της Θάσου. Την περίοδο των φόνων, σπούδαζε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Κομοτηνής.

Στις 8 Αυγούστου του 1996 και σε ηλικία 24 χρόνων, έγινε γνωστό ότι σκότωσε και τεμάχισε μέλη της οικογένειάς του, διότι πίστευε πως εκείνοι είχαν συνωμοτήσει εναντίον του με σκοπό να τον σκοτώσουν. Οι φόνοι διεπράχθησαν στις 19 και 20 Μαΐου του 1996 στην Θάσο.

Ο πρώτος του φόνος ήταν αυτός του 58χρονου θείου του, τον οποίο αρχικά έσπρωξε από γκρεμό, έπειτα από λογομαχία διότι πίστευε ότι ήθελε να τον σκοτώσει. Έπειτα, έκοψε το κεφάλι του "για να μην βασανίζεται άλλο". Έπειτα, πυροβόλησε τον 55χρονο πατέρα του, Δημήτρη, επειδή ο δεύτερος κρατούσε μαχαίρι, φοβούμενος ότι ήθελε να τον δολοφονήσει. Έκοψε την καρωτίδα αρτηρία του. Στη συνέχεια, σκότωσε την 48χρονη μητέρα του, Μαρία, αποκεφαλίζοντάς τη χρησιμοποιόντας δύο μαχαίρια, καθώς και αυτή κρατούσε μαχαίρι, και έπειτα την 27χρονη αδερφή του, Έμμυ (Ερμιόνη) Σεχίδη, με τον ίδιο τρόπο.Ο Σεχίδης αφαίρεσε τους εγκεφάλους των θυμάτων και τους διατήρησε στο ψυγείο, για "μεταγενέστερη μελέτη". Την επόμενη ημέρα, η 75χρονη γιαγιά του Σεχίδη,Ερμιόνη, πήγε στο σπίτι της οικογένειας και εκείνος την σκότωσε επίσης με τον παραπάνω τρόπο.Ισχυρίστηκε ότι εκείνη ήθελε να τον τραυματίσει με ένα μαχαίρι.

Την επόμενη μέρα, τεμάχισε όλα τα πτώματα με αλυσοπρίονα, εκτός από αυτό του θείου του, τα τοποθέτησε σε σακούλες σκουπιδιών και τα πέταξε στη χωματερή της Καβάλας.

Τα εγκλήματα άρχισαν να ερευνώνται, έπειτα από καταγγελία στην βελγική αστυνομία από την Ελένη Σεχίδη, η οποία κατοικούσε στο Βέλγιο και ήταν σύζυγος του θείου του Θεόφιλου Σεχίδη, για εξαφάνιση των μελών της οικογένειας Σεχίδη αλλά και του ίδιου.

Όταν η αστυνομία δεν μπόρεσε να συγκεντρώσει επαρκή στοιχεία ώστε να συνεχίσει την έρευνα, η Σεχίδη ταξίδευσε στη Θάσο για να βρει τον σύζυγό της. Ο ίδιος, προσποιούνταν ότι δεν γνώριζε που βρίσκονται οι συγγενείς του και ότι τους έψαχνε και αυτός.

Δημήτρης Βακρινός

Ο Δημήτρης Βακρινός ήταν Έλληνας αυτοκινητιστής (οδηγός ταξί), ο οποίος ομολόγησε την εν ψυχρώ δολοφονία για ασήμαντες αφορμές πέντε ανθρώπων και τις απόπειρες δολοφονίας άλλων επτά, στο χρονικό διάστημα 1987–1996. Είχε χαρακτηριστεί ως «ο δολοφόνος με το κράνος», καθώς συνήθιζε να πυροβολεί φορώντας το κράνος του μοτοσυκλετιστή.

Συνελήφθη τον Απρίλιο του 1997, προφυλακίστηκε στις Φυλακές Κορυδαλλού, όπου και βρέθηκε νεκρός, κρεμασμένος από τα κορδόνια των παπουτσιών του σε μια σωλήνωση των λουτρών της φυλακής, στις 12 Μαΐου 1997, πριν διεξαχθεί η δίκη του.

Χέρμαν Ντουφτ - Χανς Μπασενάουερ

Ο Χέρμαν Ντουφτ και ο Χανς Μπασενάουερ (Hans Wilhelm Bassenauer, ήταν Γερμανοί δολοφόνοι κατά συρροή, που δολοφόνησαν έξι άτομα στην Ελλάδα, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα το 1969, συνελήφθησαν, δικάστηκαν, καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν.

Ήταν οι τελευταίοι αλλοδαποί που εκτελέσθηκαν στην Ελλάδα. Συνελήφθησαν τυχαία, χάρη στην παρατηρητικότητα μιας γυναίκας και καταδικάστηκαν στην εσχάτη των ποινών, χωρίς να τους αναγνωριστεί κανένα ελαφρυντικό. Εκείνη την εποχή στην Ελλάδα η θανατική ποινή ήταν ακόμα σε ισχύ.

Οι Ντουφτ και Μπασσενάουερ, προφασιζόμενοι τους τουρίστες, έφθασαν οδικώς στην Ελλάδα στις 17 Φεβρουαρίου 1969, εποχή κατά την οποία κυβερνούσε η χούντα των Συνταγματαρχών. Μέσα σε χρονικό διάστημα μόλις 40 ημερών και συγκεκριμένα από τις αρχές Μαρτίου έως και τα μέσα Απριλίου οπότε και συνελήφθησαν, δολοφόνησαν έξι ανυποψίαστους ανθρώπους, χρησιμοποιώντας όπλο ή στιλέτο, με σκοπό τη ληστεία. Οι δύο Γερμανοί είτε έκαναν οτοστόπ είτε πλησίαζαν τα ανύποπτα θύματά τους με κάποιο πρόσχημα για να τα εκτελέσουν και στη συνέχεια να τα ληστέψουν. Ο ένας χρησιμοποιούσε καραμπίνα και ο άλλος μαχαίρι.

Οι δολοφόνοι έδρασαν στην Αττική και στις πέριξ αυτής περιοχές. Πιο συγκεκριμένα τα θύματά τους ήταν:

5 Μαρτίου 1969: Νίκος Κανάρης (35 ετών), νυχτοφύλακας και Κωνσταντίνος Κούλης (22 ετών), στρατιώτης, σε πρατήριο υγρών καυσίμων έξω από τη Θήβα

13 Μαρτίου 1969: Παντελής Αθηναίος (50 ετών), Ελληνοαμερικανός χρηματιστής, στη Βούλα

7 Απριλίου 1969: Ιωάννης Φραγκιαδάκης (34 ετών), οδηγός ταξί, στο Καβούρι

9 Απριλίου 1969: Ιωάννης Τσουτσάνης (42 ετών), νυχτοφύλακας σε πρατήριο υγρών καυσίμων στη Μαλακάσα

12 Απριλίου 1969: Γιώργος Παπαγεωργίου (40 ετών), υφαντουργός, κάτοικος Δυτικής Γερμανίας, στην Κινέτα

Το τελευταίο τους έγκλημα δεν ήταν γνωστό στις αρχές. Το αποκάλυψαν οι ίδιοι μετά τη σύλληψή τους. Κατά την πρώτη τους εγκληματική ενέργεια έξω από τη Θήβα, υπήρξε και τρίτο θύμα, ο Αναστάσιος Γκιζίνης, υπάλληλος του πρατηρίου υγρών καυσίμων, ο οποίος κοιμόταν σε πίσω δωμάτιο, μαχαιρώθηκε δε και πυροβολήθηκε, όμως τελικά δεν εξέπνευσε. Ο δε στρατιώτης που βρισκόταν τυχαία στο σημείο, τους πλησίασε με σκοπό να τους ζητήσει να τον μεταφέρουν στη μονάδα όπου υπηρετούσε.

Τη δράση και συμπεριφορά τους χαρακτήριζαν η φαινομενική ευγένεια με την οποία ξεγελούσαν τα ανυποψίαστα θύματά τους, η μεθοδικότητα και ο απόλυτος κυνισμός. Σκότωναν χωρίς ενδοιασμούς, ακόμη και σε στιγμές που δεν ήταν απαραίτητο για να διαφύγουν, καθώς ξένοι όπως ήταν και χωρίς μητρώο στην Ελλάδα θα ήταν απίθανο να αναγνωρισθούν από καταθέσεις αυτοπτών μαρτύρων. Συνελήφθησαν τελικά στις 16 Απριλίου του 1969, όταν μία γυναίκα, η Μαρία Κωνσταντάρα Ταμπουράκη, παρατήρησε κηλίδες αίματος πάνω στο αυτοκίνητο που πάρκαραν έξω από το σπίτι της στο Χαϊδάρι και ειδοποίησε την αστυνομία[1]. Στήθηκε ενέδρα και οι δύο κακοποιοί συνελήφθησαν.

Κυριάκος Παπαχρόνης

Ο Κυριάκος Παπαχρόνης (γενν. 1960), γνωστός και ως ο δράκος της Δράμας, ήταν διαβόητος εγκληματίας της δεκαετίας του 1980.

Δόκιμος Έφεδρος Αξιωματικός του Στρατού, απασχόλησε την κοινή γνώμη με σωρεία εγκληματικών ενεργειών, οι βιαιότερες των οποίων ήταν οι βιασμοί και οι ανθρωποκτονίες ιερόδουλων γυναικών στην περιοχή της Βόρειας Ελλάδας. Η δολοφονική του δράση ξεκινάει τον Σεπτέμβριο του 1981 όταν βίασε και σκότωσε μια ιερόδουλο και τελειώνει τον Δεκέμβριο του 1982, με τον σοβαρό τραυματισμό μιας 30χρονης μητέρας τεσσάρων παιδιών.

Στο διάστημα αυτό είχε διαπράξει δύο ανθρωποκτονίες γυναικών, επτά απόπειρες ανθρωποκτονιών, οκτώ απόπειρες βιασμών, κακοποιήσεις αλλά και πέντε  βομβιστικές επιθέσεις.

Οι μαρτυρίες των θυμάτων που επέζησαν καθώς και το γεγονός ότι τα περισσότερες επιθέσεις της πραγματοποιούσε φορώντας την στρατιωτική του στολή βοήθησαν στην σύλληψή του, η οποία έγινε στις 13 Δεκεμβρίου του 1982 από την Ασφάλεια της Δράμας.

Ως έφεδρος δόκιμος αξιωματικός, η δίκη του διεξήχθη από το Διαρκές Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης, και ο Παπαχρόνης βρέθηκε αντιμέτωπος με τις κατηγορίες της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως, της απόπειρας ανθρωποκτονίας κατά συρροή και της παράνομης οπλοχρησίας και οπλοκατοχής κατ' εξακολούθηση.

Το δικαστήριο τον καταδίκασε «δις εις θάνατον», ποινή που μετατρεπόταν σε 22 χρόνια κάθειρξη. Τον πρώτο καιρό της φυλάκισής του υπήρξε ιδιαίτερα απείθαρχος και βίαιος αλλά από την δεκαετία του 1990 και έπειτα μεταβλήθηκε σε υποδειγματικό κρατούμενο.

Αποφυλακίστηκε σε ηλικία 44 χρονών, το 2004, αφού είχε εκτίσει ολόκληρη την ποινή του.

Ο Παπαχρόνης ζει σήμερα στη Λάρισα, και δεν έχει απασχολήσει ξανά τις διωκτικές αρχές.

*Με πληροφορίες από wikipedia