“Η πολιτική της τρόικας μετατρέπει τμήματα της χώρας σε πληγείσα περιοχή, οδηγεί σε εντελώς αντιπαραγωγικά αποτελέσματα, ρίχνει σε φτώχεια και μιζέρια μεγάλα τμήματα της κοινωνίας και συνέβαλε με την αποδυνάμωση της οικονομίας στην κρίση αλλά και στην δραστική αύξηση του κρατικού χρέους. Καμία από τις προβλέψεις για ανάκαμψη δεν έχει επαληθευθεί. Τουναντίον, η κρίση κλιμακώθηκε”.
Δεν είναι κάποιος Έλληνας βουλευτής του αντιμνημονιακού μπλοκ που τα λέει αυτά, αλλά ο πρόεδρος του γερμανικού συνδικάτου Verdi, Φρανκ Μπσίρσκε, που σε συνέντευξή του στην Deutsche Welle εκφράζει την άποψη ότι το παράδειγμα της Ελλάδας είναι ουσιαστικά η απόδειξη της αποτυχίας της επικρατούσας νεοφιλελεύθερης πολιτικής.
Σύμφωνα με τον Μπσίρσκε, είναι αναγκαίο να χορηγηθεί περισσότερος χρόνος για την αποπληρωμή του ελληνικού χρέους, να δοθούν αναπτυξιακά κίνητρα και ιδιαίτερα όσον αφορά στην παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, να δημιουργηθούν αποτελεσματικοί φοροεισπρακτικοί μηχανισμοί και να υπάρξει “οπωσδήποτε ένας αναπροσανατολισμός στον τρόπο σκέψης της πολιτικής ελίτ, η οποία έχει μετατρέψει το κράτος σε ένα σουπερμάρκετ των κυβερνητικών κομμάτων”.
Ερωτηθείς σχετικά με το αν ευθύνονται και τα ελληνικά συνδικάτα για την κατάσταση, απαντά διπλωματικά: “Αιτήματα όπως αυτό για φορολογική δικαιοσύνη, για δίκαια κατανομή του πλούτου, για περισσότερη κοινωνική δικαιοσύνη, βρίσκουν όλο και μεγαλύτερη απήχηση στην κοινωνία. Εκτός αυτού, θα πρέπει να αναδιοργανωθεί η αγορά εργασίας, να ενισχυθεί η εγχώρια αγορά, να διατηρηθεί το κράτος πρόνοιας. Αυτά είναι τα ζητούμενα. Παλεύοντας για αυτά αποφεύγεις να βρεθείς σε μια κατάσταση όπως την αντιμετωπίζει τώρα η Ελλάδα, αλλά και τα συνδικάτα”.
Σύμφωνα με τον Μπσίρσκε, ένας πολύ σημαντικός παράγοντας που λειτουργεί αρνητικά στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας των νοτιοευρωπαϊκών χωρών είναι η επιβολή “μισθών φτώχειας” στη Γερμανία. Όπως επισημαίνει, “αν συνειδητοποιήσει κανείς ότι στη Γερμανία 1,4 εκ. εργαζόμενοι δουλεύουν με ωρομίσθια κάτω των 5 ευρώ, ενώ σε όλες τις υπόλοιπες δυτικοευρωπαϊκές χώρες ο νόμιμος κατώτατος μισθός κινείται κατά μέσο όρο στα 8,60 με 8,70 ευρώ, τότε κατανοεί πόσο συνέβαλε αυτή η δραστική αύξηση των μισθών φτώχειας στην ενδυνάμωση της ανισότητας στην ΕΕ”.