Θα προσφύγει δικαστικά κατά της κατάστασης έκτακτης ανάγκης στη νότια συνοριακή γραμμή
Ακόμη ένας... πονοκέφαλος προστίθεται στο κεφάλι του Ντόναλντ Τραμπ. Αυτή τη φορά, η Βουλή των Αντιπροσώπων που βρίσκεται υπό τον κοινοβουλευτικό έλεγχο των Δημοκρατικών θα ενταχθεί στην λίστα του αυξανόμενου αριθμού οργανισμών και φορέων που προσβάλουν νομικά την κήρυξη μιας κατάστασης εθνικής έκτακτης ανάγκης από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ στη νότια συνοριακή γραμμή των ΗΠΑ, σύμφωνα με το CNN που επικαλείται χθεσινή δήλωση της προέδρου του αναφερόμενου νομοθετικού σώματος, Δημοκρατικής Νάνσι Πελόζι, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Η μήνυση της Βουλής των Αντιπροσώπων εγκρίθηκε στο πλαίσιο κομματικής πειθαρχίας των Δημοκρατικών από την Δικομματική Συμβουλευτική Ομάδα Νομικών Θεμάτων, με ψήφους 3-2. Στην ομάδα αυτή λαμβάνουν μέρος οι τρεις πιο υψηλόβαθμοι Δημοκρατικοί και οι δύο πιο υψηλόβαθμοι Ρεπουμπλικάνοι που είναι μέλη του αναφερόμενου νομοθετικού σώματος.
«Η ψεύτικη κήρυξη της κατάστασης έκτακτης ανάγκης και οι παράνομες ανακατανομές δαπανών υπονομεύουν την δημοκρατία μας, έρχονται σε σύγκρουση με τον δικομματικό χαρακτήρα του Κογκρέσου, την θέληση του αμερικανικού λαού, αλλά το γράμμα του Συντάγματος των ΗΠΑ,» ανέφερε χαρακτηριστικά σε ανακοίνωσή της, η Πελόζι.
«Το Κογκρέσο... θα πρέπει να επιβεβαιώσει την αποκλειστική ευθύνη που έχει και η οποία προκύπτει από το κείμενο του Συντάγματος των ΗΠΑ και προστατεύει το σύστημα ελέγχων και ισορροπιών που έχουμε,» ανέφερε η ίδια ανακοίνωση.
Η μήνυση δεν έχει κατατεθεί ακόμη, ενώ θα υποστηρίζει ότι η απόφαση του Τραμπ για την μεταφορά ομοσπονδιακών κονδυλίων από λογαριασμούς δαπανών στην κατασκευή του τείχους ασφάλειας στη νότια συνοριακή γραμμή, παραβιάζει την ειδική διάταξη περί δαπανών (Appropriations Claus) του Συντάγματος των ΗΠΑ. Η διάταξη αυτή βρίσκεται στο πρώτο άρθρο της 8ης ενότητας του συντάγματος, δίνει στο Κογκρέσο εξουσίες σχετικά με την διάθεση ομοσπονδιακών δαπανών.
Πρόκειται για την δεύτερη προσπάθεια της Βουλής των Αντιπροσώπων να εμποδίσει την διάθεση ομοσπονδιακών δαπανών για την κατασκευή του τείχους, μετά την κήρυξη της κατάστασης έκτακτης εθνικής ανάγκης, από τον πρόεδρο Τραμπ τον Φεβρουάριο.
Η κήρυξη της κατάστασης έκτακτης ανάγκης έγινε μετά από μία περίοδο μερικής διακοπής της λειτουργίας των ομοσπονδιακών υπηρεσιών, διάρκειας 35 ημερών. Η κατάσταση αυτή, έληξε με την διάθεση δαπανών 1,375 δισεκατομμυρίων δολαρίων για το τείχος.
Το πλαίσιο κήρυξης της κατάστασης έκτακτης ανάγκης επιτρέπει στον πρόεδρο Τραμπ να αναδιανύμει δαπάνες άνω των 6 δισεκατομμυρίων δολαρίων, πέραν του ποσού που έχει εγκριθεί για την κατασκευή του τείχους, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η «κρίση εθνικής ασφάλειας» στη νότια συνοριακή γραμμή.
Μετά την κήρυξη της κατάστασης έκτακτης ανάγκης από τον πρόεδρο Τραμπ, τόσο η Βουλή των Αντιπροσώπων, όσο και η Γερουσία ψήφισαν αποφάσεις για την ανατροπή της, υποστηρίζοντας ότι ο Αμερικανός πρόεδρος παρέκαμψε αντισυνταγματικά το Κογκρέσο. Οι κινήσει αυτές, δεν είχαν ουσιαστικό αποτέλεσμα, καθώς η Βουλή των Αντιπροσώπων δεν μπόρεσε να συγκεντρώσει τον απαραίτητο αριθμό ψήφων, ώστε να ανατρέψει την εφαρμογή του προεδρικού βέτο που άσκησε ο Τραμπ.
Η αμερικανική κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με επτά άλλες μηνύσεις που έχουν καταθέσει κατά της κήρυξης της εθνικής κατάστασης έκτακτης ανάγκης, τόσο αμερικανικές πολιτείες, όσο και ομάδες προστασίας του περιβάλλοντος, όπως επίσης και μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί.
Στο μεταξύ, οι Δημοκρατικοί στην Βουλή των Αντιπροσώπων κλιμακώνουν την πολιτική αντιπαράθεσή τους με τον πρόεδρο Τραμπ, μετά το αίτημα που έστειλαν στην υπηρεσία ελέγχου εισοδήματος των ΗΠΑ (IRS) ζητώντας στοιχεία για τις φορολογικές ελαφρύνσεις του Αμερικανού προέδρου.
Το ζήτημα αυτό, μπορεί να εξελιχθεί σε μία νέα πολιτική εστία πρόκλησης σφοδρής αντιπαράθεσης μεταξύ των Δημοκρατικών και της κυβέρνησης Τραμπ, αναφορικά με το καυτό θέμα των προσωπικών οικονομικών στοιχείων του Τραμπ, που αναμένεται ότι τελικά θα διευθετηθεί στις αίθουσες των δικαστηρίων.
Σε μία επιστολή του προς τον επίτροπο του IRS, Τσαρλς Ρέτιγκ, ο πρόεδρος της Επιτροπής Αποζημιώσεων στην Βουλή των Αντιπροσώπων, Δημοκρατικός Ρίτσαρντ Νιλ ζήτησε την διάθεση στοιχείων της προσωπικής και επιχειρηματικής φορολογίας του προέδρου Τραμπ, κατά την τελευταία εξαετία (2013-2018).
Στο αίτημα συμπεριλαμβάνεται η διάθεση στοιχείων για προσωπικές φορολογικές επιστροφές, αλλά και για τις φορολογικές επιστροφές οκτώ επιχειρήσεων, οι οποίες συνδέονται με τον Τραμπ.
Παράλληλα, ο υπεύθυνος του IRS ερωτάται αν έχει διεξαχθεί ποτέ λογιστικός έλεγχος σε κάποια από τις επιχειρήσεις αυτές.
Το IRS έχει χρονικό περιθώριο μιας εβδομάδας για την παράδοση των στοιχείων που ζητήθηκαν στο Καπιτώλιο.
«Το αίτημα αυτό διατυπώθηκε για λόγους πολιτικής ουσίας κι όχι πολιτικής σκοπιμότητας. Οι σχετικές προετοιμασίες έγιναν στο πλαίσιο του δικού μου χρονοδιαγράμματος για τις εξελίξεις και είναι εντελώς ανεξάρτητες από άλλες δραστηριότητες του Κογκρέσου και της κυβέρνησης,» ανέφερε χαρακτηριστικά ο Νιλ σε μία ανακοίνωσή του.
Όπως υποστήριξε ο ίδιος, το αίτημα για τις φορολογικές επιστροφές του Τραμπ έγινε για λόγους διασφάλισης «της αξιοπιστίας της κυβέρνησής μας, αλλά και των εκλεγμένων αξιωματούχων. Προκειμένου να διατηρήσουμε την εμπιστοσύνη στην δημοκρατία μας, πρέπει να διαβεβαιώσουμε τους Αμερικανούς, ότι η κυβέρνησή τους λειτουργεί σωστά κι όπως προβλέπεται από τους νόμους.»
Οι Δημοκρατικοί έχουν δηλώσει ότι θα χρησιμοποιήσουν τα στοιχεία από τις επιστροφές φόρου του προέδρου Τραμπ, ώστε να πληροφορήσουν σχετικά τις έρευνες που βρίσκονται σε εξέλιξη κι αναφορικά με καταγγελίες διαφθοράς, αλλά και μη ορθής λειτουργίας της αμερικανικής κυβέρνησης, αλλά και σχετικά με τις επιχειρηματικές δραστηριότητες της οικογένειας Τραμπ. Το IRS αρνήθηκε να σχολιάσει τις εξελίξεις.