Ο δείκτης των μη εξυπηρετούμενων δανείων εξακολουθεί να διαφέρει σημαντικά από χώρα σε χώρα της ζώνης του ευρώ
Ο όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) των σημαντικών τραπεζών της Ευρωζώνης υποχώρησε στα 628 δισ. ευρώ στο τρίτο τρίμηνο του 2018 από 1 τρισ. ευρώ στις αρχές του 2015, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) για τις εποπτευόμενες δραστηριότητες 2018. Μεταξύ του τρίτου τριμήνου 2017 και του τρίτου τριμήνου 2018, ο όγκος των ΜΕΔ μειώθηκε κατά 131 δισ. ευρώ, ενώ ο δείκτης τους (το ποσοστό στο συνολικό ύψος των δανείων) υποχώρησε κατά 1 ποσοστιαία μονάδα σε 4,2%.
Ο δείκτης των κόκκινων δανείων εξακολουθεί να διαφέρει σημαντικά από χώρα σε χώρα της ζώνης του ευρώ, σημειώνει η έκθεση. Οι σημαντικές τράπεζες της Ελλάδας, της Κύπρου και της Πορτογαλίας κατέγραψαν τους υψηλότερους δείκτες ΜΕΔ, με ποσοστά 43,4%, 20,7% και 14,5%, αντίστοιχα, στο τρίμηνο του 2018. Ο δείκτης ΜΕΔ μειώθηκε σημαντικά έναντι της αντίστοιχης περιόδου του προηγούμενου έτους για τις σημαντικές τράπεζες της Κύπρου (-13,3 ποσοστιαίες μονάδες), της Σλοβενίας (-5,3 ποσοστιαίες μονάδες), της Ιρλανδίας (-3,7 ποσοστιαίες μονάδες), της Πορτογαλίας (-3,6 ποσοστιαίες μονάδες), της Ελλάδος (-3,2 ποσοστιαίες μονάδες) και της Ιταλίας (-2,5 ποσοστιαίες μονάδες). Το τρίτο τρίμηνο του 2018, το μεγαλύτερο απόθεμα ΜΕΔ είχαν οι σημαντικές τράπεζες της Ιταλίας (153 δισ. ευρώ), της Γαλλίας (130 δισ. ευρώ), της Ισπανίας (95 δισ. ευρώ) και της Ελλάδας (90 δισ. ευρώ).
«Η μείωση των ΜΕΔ επιταχύνθηκε τα δύο τελευταία έτη και ήταν ιδιαίτερα έντονη σε χώρες που παρουσιάζουν υψηλούς δείκτες ΜΕΔ. Εντούτοις, το συνολικό επίπεδο των ΜΕΔ στον ευρωπαϊκό τραπεζικό τομέα παραμένει υψηλό για τα διεθνή δεδομένα και η εξυγίανση των ισολογισμών θα διαρκέσει αρκετό καιρό ακόμη», σημειώνει η έκθεση της ΕΚΤ. «Οι εργασίες για τα ΜΕΔ ήταν μια από τις σημαντικότερες εποπτικές προτεραιότητες της Τραπεζικής Εποπτείας της ΕΚΤ το 2018 και θα συνεχίσουν να αποτελούν τομέα υψηλής προτεραιότητας το 2019», σημειώνει η ΕΚΤ, προσθέτοντας: «Τα έως τώρα επιτεύγματα θα αξιοποιηθούν μέσω της συνεργασίας με τα επηρεαζόμενα ιδρύματα, ώστε να οριστούν οι εποπτικές προσδοκίες ανά τράπεζα εντός ενός εναρμονισμένου πλαισίου. Στόχος είναι να διασφαλιστεί διαρκής πρόοδος ως προς τη μείωση των κινδύνων και να επιτευχθεί συνεπής κάλυψη από προβλέψεις τόσο του αποθέματος ΜΕΔ όσο και των νέων ΜΕΔ μεσοπρόθεσμα».