Ο καθηγητής της σχολής πολιτικών επιστημών της Παντείου Δημήτρης Καλτσώνης μιλάει σχετικά στο news.gr
Στα πρόθυρα του εμφυλίου πολέμου βρίσκεται η Βενεζουέλα μετά την κίνηση του προέδρου της Βουλής να ανακηρύξει τον εαυτό του πρόεδρο της χώρας στην θέση του Μαδούρο, βρίσκοντας σαν πρώτο συμπαραστάτη που αναγνώρισε την νέα «ηγεσία» της χώρας, τις ΗΠΑ.
Συνέντευξη στον Μαρίνο Γκασιάμη
Η κίνηση αυτή των ΗΠΑ που από πολλές χώρες της οικουμένης χαρακτηρίστηκε ως στήριξη πραξικοπήματος, εδράζεται σε πολλούς παράγοντες. Γεωστρατηγικούς, πολιτικούς αλλά και κυρίως οικονομικούς καθώς η Βενεζουέλα διαθέτει το δεύτερο μεγαλύτερο απόθεμα πετρελαίου στον κόσμο.
Ένα απόθεμα που οι πετρελαϊκές εταιρείες των ΗΠΑ επιθυμούν να ελέγξουν.
Αυτή είναι εν ολίγοις η ανάλυση την οποία έκανε μιλώντας στο news.gr ο καθηγητής της σχολής πολιτικών επιστημών της Παντείου Δημήτρης Καλτσώνης, με ειδίκευση μεταξύ άλλων και στους πολιτικούς θεσμούς της Λατινικής Αμερικής.
Ο καθηγητής μας είπε τα εξής:
«Νομίζω ότι η πολιτική αντίθεση είναι το ένα στοιχείο, αλλά το πιο καθοριστικό είναι ότι μέσα στην όξυνση της οικονομικής κρίσης και την όξυνση του ανταγωνισμού με τις άλλες δυνάμεις, οι ΗΠΑ προσπαθούν να “ανακαταλάβουν”, όλο το πεδίο ελέγχου που παλαιότερα ήταν γνωστό ώς η πίσω αυλή τους.
Επομένως κυβερνήσεις όπως αυτές του Μαδούρο πρέπει να απομακρυνθούν πάση θυσία.
Εκτός από αυτό εκείνο που έχει μεγάλη σημασία είναι πως όπως γνωρίζουμε η Βενεζουέλα έχει πάρα πάρα πολύ σημαντικά αποθέματα πετρελαίου. Από τα σημαντικότερα στον κόσμο. Να θυμίσω πως με την έλευση του Ούγκο Τσάβες και το νέο Σύνταγμα του 1999 το πετρέλαιο της Βενεζουέλας, εθνικοποιήθηκε, οπότε είναι πάρα πολύ λογικό πολυεθνικές εταιρείες των ΗΠΑ και οι εγχώριοι στην Βενεζουέλα συνεργάτες τους να επιθυμούν διακαώς την επανιδιωτικοποίησή του.
Πρόκειται για τα δεύτερα μεγαλύτερα αποθέματα στον κόσμο. Αυτό διευκρινίζει και την αιτία αυτής της αντιδημοκρατικής επίθεσης που διεξάγουν οι ΗΠΑ σε βάρος της Βενεζουέλας.
Διεξάγουν ήδη ένα μεγάλο οικονομικό πόλεμο προς την κυβέρνηση της Βενεζουέλας που κάθε σκεπτόμενος και δημοκρατικός πολίτης από τα αριστερά ή τα δεξιά θα πρέπει να στηλιτεύσει. Δεν έχει να κάνει μόνο με την υπεράσπιση του Μαδούρο αλλά με την υπεράσπιση της Δημοκρατίας και της εθνικής ανεξαρτησίας.
Θα ήθελα επίσης να επισημάνω και μια άλλη πλευρά. Θα ήθελα να τονίσω το πόσο αίολα είναι τα επιχειρήματα της αμερικανικής πλευράς και της αντιπολίτευσης και πόσο εξοργιστική είναι αυτή η παρέμβαση στο εσωτερικό άλλου κράτους κατά παράβαση ολοφάνερη των θεμελιωδών Αρχών των Ηνωμένων Εθνών.
Να πω μόνο ότι στις πρόσφατες προεδρικές εκλογές, ο Μαδούρο έλαβε 67+% των ψήφων και ο σημαντικότερος αντίπαλος του έλαβε το 21% των ψήφων. Οι εκλογές διεξήχθησαν με απόλυτα ομαλό και δημοκρατικό τρόπο και η μόνη παρατυπία η οποία δήθεν εντόπισε η αντιπολίτευση ήταν ότι υπήρχαν κιόσκια με προεκλογικό υλικό του κόμματος του Μαδούρο κοντά στα εκλογικά κέντρα.
Μιλάμε για φαιδρότητες. Επίσης σε όλες τις προηγούμενες εκλογές που είχαν διεξαχθεί υπό την διακυβέρνηση του κόμματος του Τσάβες και του Μαδούρο, είχαν γίνει με τον ίδιο δημοκρατικό τρόπο.
Απόδειξη ότι στις βουλευτικές εκλογές του 2015 η δεξιά αντιπολίτευση μπόρεσε να νικήσει (σ.σ στην Βενεζουέλα ισχύει το προεδρικό σύστημα και όχι το κοινοβουλευτικό έτσι ο πρόεδρος δεν αλλάζει λόγω αλλαγής των συσχετισμών στην Βουλή)
Επομένως η πρόσκληση-πρόκληση του Τραμπ να αναλάβει ο πρόεδρος της Βουλής την προεδρία της χώρας είναι πρόσκληση σε πραξικόπημα και σε εμφύλιο πόλεμο.
Ας φανταστούμε αν η Νάνσι Πελόζι, η πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ δήλωνε αύριο το πρωί ότι αναλαμβάνει στην θέση του προέδρου Τραμπ. Είναι κάτι αντίστοιχο.
Οι ΗΠΑ δεν δικαιούνται να ομιλούν για δημοκρατία στην Βενεζουέλα γιατί το δικό τους εκλογικό σύστημα επέτρεψε στον πρόεδρο Τραμπ, έχοντας μερικά εκατομμύρια ψήφους λιγότερες από την αντίπαλό του, να εκλεγεί πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Επιπλέον το Σύνταγμα της Βενεζουέλας επειδή έχει μερικές καινοτόμες διατάξεις επιτρέπει στον λαό να λαβει πρωτοβουλία, με την συλλογή ενός ελάχιστου ποσοστού υπογραφών από τους εκλογείς, για ανάκληση του προέδρου της Δημοκρατίας πριν από την λήξη της θητείας του. Προβλέπεται άραγε κάτι αντίστοιχο από το Σύνταγμα των ΗΠΑ ή άλλης χώρας. Σε καμιά περίπτωση.
Είναι σαφές ότι η Βενεζουέλα και άλλες χώρες της περιοχής τα τελευταία χρόνια, που προσπάθησαν να “ανεξαρτητοποιηθούν” από τις ΗΠΑ προσπάθησαν να εξισσοροπήσουν την κατάσταση ανοίγοντας δίαυλο οικονομικής και πολιτικής επικοινωνίας με δυνάμεις όπως η Ρωσία και η Κίνα. Πράγματι θα δει κανείς πως η Ρωσία και κυρίως η Κίνα, η Κίνα πιο πολύ οικονομικά, πως έχουν μια παρουσία έντονη που ενοχλεί τις ΗΠΑ.
Αυτό είναι θεμιτό και δικαίωμα κάθε κράτους να αναπτύσσει τις διεθνείς του σχέσεις με τον τρόπο που ο λαός και οι κυβερνήσεις του αποφασίζουν.
Όταν η κυβέρνηση του Τσάβες το 1999 αποφάσισε να κλείσει τις αμερικανικές βάσεις ήταν επόμενο και αναμενόμενο να ανοίξει μια εξωτερική πολιτική πολυδιάστατη. Μέσα σε αυτό περιλάμβανε και την ανάπτυξη ισότιμων σχέσεων με την Ρωσία και την Κίνα».