Μια χημική ουσία που περιέχεται άφθονη στο κόκκινο κρέας, αποτελεί μια πρόσθετη αιτία που η κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων από μπριζόλες, κιμά, μπέικον κ.α. κάνει κακό στην καρδιά, καθώς δημιουργεί πλάκες στις αρτηρίες και προκαλεί αρτηριοσκλήρυνση ή αθηρωμάτωση, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα, που αναδεικνύει έναν πρόσθετο παράγοντα κινδύνου από το κόκκινο κρέας.
Η εν λόγω "ένοχη" ουσία είναι η καρνιτίνη, που διασπάται από βακτήρια στο έντερο και με αυτό τον τρόπο "πυροδοτεί" μια αλυσίδα αντιδράσεων, με τελικό αποτέλεσμα την αύξηση του επιπέδου της χοληστερίνης, το "βούλωμα" των αρτηριών και τον αυξημένο αγγειακό κίνδυνο για έμφραγμα ή εγκεφαλικό.
Η νέα μελέτη έρχεται να προστεθεί σε άλλες που ήδη έχουν δείξει ότι η αυξημένη κατανάλωση κόκκινου κρέατος είναι επιβλαβής για την υγεία, αποδίδοντας το πρόβλημα στα κορεσμένα λίπη και την επεξεργασία του κόκκινου κρέατος για να διατηρείται.
Η καρνιτίνη, εκτός από τα κόκκινα κρέατα (μοσχάρι, ελάφι, αρνί, χοιρινό, πάπια κ.α.), αποτελεί επίσης διατροφικό συμπλήρωμα με μορφή χαπιού, ενώ περιέχεται και σε αρκετά ενεργειακά ποτά. Η συγκεκριμένη ουσία διευκολύνει την μεταφορά των λιπαρών οξέων στα μιτοχόνδρια, στα "εργοστάσια" παραγωγής ενέργειας μέσα στο κύτταρο. Σύμφωνα όμως με Βρετανούς διατροφολόγους, η νέα έρευνα δείχνει ότι πιθανώς αντιμετωπίζουν αυξημένο καρδιολογικό κίνδυνο όσοι παίρνουν τέτοια συμπληρώματα καρνιτίνης ή πίνουν ορισμένα ενεργειακά ποτά.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καρδιολόγο Στάνλεϊ Χέιζεν της Κλινικής του Κλίβελαντ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό "Nature Medicine", ανέφεραν ότι εκτός από τα κορεσμένα λίπη, υπήρχε η υποψία για κάτι άλλο στο κόκκινο κρέας που αυξάνει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο. Αυτό φαίνεται πως είναι τελικά η καρνιτίνη, σε συνδυασμό με τα βακτήρια του εντέρου.
Τα πειράματα σε ποντίκια και περίπου 2.600 ανθρώπους έδειξαν ότι τα βακτήρια του εντέρου χρησιμοποιούν την καρνιτίνη ως ενεργειακή πηγή. Έτσι, αυτή διασπάται σε αέριο, που στο ήπαρ μετατρέπεται στη χημική ουσία TΜAΟ. Η τελευταία, προτού αποβληθεί με τα ούρα, συμβάλλει στη συσσώρευση εναποθέσεων λίπους και "κακής" χοληστερόλης στα αιμοφόρα αγγεία, με τελικό αποτέλεσμα την καρδιοπάθεια και πιθανώς τον πρόωρο θάνατο.
Όπως είπε ο Στάνλεϊ Χέιζεν, η TΜAO είναι μια ουσία που συνήθως αγνοείται, όμως στην πραγματικότητα επηρεάζει σημαντικά τον μεταβολισμό της χοληστερόλης, καθορίζοντας σε ποιό βαθμό το επίπεδο της τελευταίας θα αυξηθεί στον οργανισμό. Το 2011, μια έρευνα είχε συνδέσει την ΤΜΑΟ με αυξημένο κίνδυνο αρτηριοσκλήρυνσης.
Οι άνθρωποι που έχουν ταυτόχρονα τα μεγαλύτερα επίπεδα καρνιτίνης και ΤΜΑΟ στον οργανισμό τους, αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο καρδιαγγειακό κίνδυνο. Το γεγονός αυτό δείχνει ότι είναι ο συνδυασμός καρνιτίνης και συγκεκριμένων βακτηρίων που δημιουργεί το πρόβλημα. Η διαπίστωση αυτή αποτελεί άλλη μία ένδειξη ότι οι "αποικίες" των μικροοργανισμών μέσα στο ανθρώπινο έντερο (το λεγόμενο "μικροβίωμα") μπορούν να επηρεάσουν αφανώς, αλλά σε σημαντικό βαθμό το οτιδήποτε, από το βάρος του ανθρώπου έως τη χημεία του εγκεφάλου του.
"Τα νέα ευρήματα ενισχύουν την πεποίθηση ότι όσο λιγότερο κόκκινο κρέας, τόσο το καλύτερο", τόνισε ο Αμερικανός επιστήμων, ο οποίος, όπως είπε, προσωπικά, το περιόρισε σε λιγότερο από μία φορά το 15νθήμερο. "Δεν προτείνω να κόψει κανείς τελείως το κόκκινο κρέας, αλλά να μειώσει τη συχνότητα και το μέγεθος των μερίδων", τόνισε.
Ανέφερε ακόμα ότι είναι καλή ιδέα να τρώει κανείς προβιοτικό γιαούρτι για να αλλάξει τη σύνθεση των βακτηρίων στο έντερό του, έτσι ώστε να μειωθούν αναλογικά εκείνα τα βακτήρια που τρέφονται με καρνιτίνη και τη διασπούν. Παράλληλα, όπως είπε, το ψάρι και το άσπρο κρέας (κοτόπουλο κ.λπ.) περιέχουν πολύ μικρότερα επίπεδα καρνιτίνης.
Πολλοί επιστήμονες και από τις δύο όχθες του Ατλαντικού χαιρέτισαν τη νέα μελέτη ως πολύ σημαντική (κάποιοι έκαναν λόγο για πιθανό "ορόσημο"), αν και επεσήμαναν πως τα ευρήματα πρέπει να επιβεβαιωθούν και από άλλες σχετικές έρευνες. Στο μεταξύ, ο Στάνλεϊ Χέιζεν ετοιμάζει έως το τέλος του έτους ένα νέο διαγνωστικό τεστ για την ανίχνευση της ουσίας ΤΜΑΟ (ως πρόδρομου της αρτηριοσκλήρυνσης), έτσι ώστε οι γιατροί να έχουν στα χέρια τους ένα νέο δείκτη καρδιαγγειακού κινδύνου για τους ασθενείς.