Μέχρι και πριν από μία εικοσαετία η τεχνολογία αφής ήταν κάτι που μπορούσε κανείς να βρει μόνο σε βιβλία και ταινίες επιστημονικής φαντασίας. Στη σημερινή εποχή, είναι κάτι δεδομένο, αφού δε μπορούμε να φανταστούμε να περνάει μία ημέρα, χωρίς να χρησιμοποιήσουμε το smartphone ή το tablet μας.
Πλέον, αυτή η σχετικά πρόσφατη τεχνολογία, έχει κατακλείσει την καθημερινότητά μας, ενώ συσκευές που την χρησιμοποιούν μπορούν να βρεθούν σε αυτοκίνητα, αεροπλάνα, καταστήματα, οικιακές συσκευές και πολλά άλλα.
Η πρώτη εμφάνιση μίας οθόνης που να χρησιμοποιεί τεχνολογία αφής, σύμφωνα με τους ιστορικούς, τοποθετείται πίσω στο 1965. Εμπνευστής της ο E.A. Johnson του Royal Radar Establishment στο Malvern του Ηνωμένου Βασιλείου. Η τεχνολογία που χρησιμοποιούσε η συγκεκριμένη οθόνη είναι η γνωστή μας capacitive touch που βρίσκουμε ακόμα και σήμερα σε πολλά smartphones της αγοράς.
Τη δεκαετία του 1970, o Dr. G. Samuel Hurst και η ομάδα του στο πανεπιστήμιο του Κεντάκι, δημιούργησαν, σχεδόν τυχαία, μία νέα τεχνολογία αφής για οθόνες, γνωστές ως resistive touchscreens. Η νέα αυτή τεχνική, χρησιμοποιούσε ένα αγώγιμο φύλλο καλύμματος, που όταν κάποιος του ασκούσε πίεση, αυτό ερχόταν σε επαφή με ένα φύλλο που περιείχε ένα σύστημα συντεταγμένων (x,y).
Οι resistive touchscreens ήταν οικονομικά προσιτές, ενώ παράλληλα ήταν αρκετά ανθεκτικές για απαιτητικές εφαρμογές όπως σε εργοστάσια, εστιατόρια και νοσοκομεία. Κατά καιρούς, έχουν χρησιμοποιηθεί και από του κατασκευαστές smartphone συσκευών, όμως πλέον η χρήση τους είναι αρκετά περιορισμένη.
Η δεκαετία του 1980, ονομάστηκε “δεκαετία αφής”, αφού για πρώτη φορά κάνουν την εμφάνισή τους οθόνες πολλαπλών επαφών (multitouch screens). Η πρώτη συσκευή που ενσωμάτωνε αυτή την τεχνολογία, έκανε την εμφάνισή της το 1982 στο πανεπιστήμιο του Τορόντο και δημιουργήθηκε από τον Nimish Mehta.
Πρόκειται για μία επιφάνεια από ένα ημιδιαφανές πλαστικό φίλτρο, τοποθετημένο επάνω από ένα φύλλο γυαλιού, που φωτιζόταν από ένα λαμπτήρα φθορίου. Μία κάμερα που είχε τοποθετηθεί κάτω από αυτή την επιφάνεια, μπορούσε να αναγνωρίσει τις σκιές που εμφανίζονταν στο φίλτρο όταν κάποιος το ακουμπούσε, ενώ στη συνέχεια μετέδιδε το ψηφιακό σήμα που λάμβανε σε έναν επεξεργαστή σήματος για την ανάλυσή του.
Στη συνέχεια, το 1983, ο Myron Krueger, παρουσίασε το Video Place (αργότερα ονομάστηκε Video Desk), ένα οπτικό σύστημα που μπορούσε να παρακολουθήσει τις κινήσεις του χεριού, με τη βοήθεια από κάμερες και projectors.
Παρόλα αυτά, η πρώτη multitouch οθόνη, αναπτύχθηκε από τον Bob Boie των εργαστηρίων Bell Labs το 1984, που χρησιμοποίησε μία ημιδιαφανή σειρά από capacitive αισθητήρες αφής που επικάλυπταν μία οθόνη CRT. Αυτό επέτρεπε στον χρήστη να ελέγξει τα γραφικά αντικείμενα με τα δάκτυλα του, με εξαιρετικό χρόνο απόκρισης.
Φτάνοντας στο 1993, η IBM συνεργάστηκε με την BellSouth για τη δημιουργία του Simon Personal Communicator, του πρώτου κινητού τηλεφώνου που χρησιμοποιούσε τεχνολογία αφής. Την ίδια χρονιά μάλιστα, η Apple κυκλοφόρησε το MessagePad 100, μία συσκευή που όρισε την κατηγορία των PDAs (personal digital assistant) και χρησιμοποιούσε επίσης την ίδια τεχνολογία.
Φυσικά η έξαρση στις οθόνες αφής, έγινε μετά το 2000, όταν η χρήση τους σε φορητές συσκευές γνώρισε τεράστια άνοδο. Πολλές νέες συσκευές έκαναν την εμφάνισή τους, ενώ σε μεγάλο βαθμό η τεχνολογία αφής έγινε το “αγαπημένο” εργαλείο για τους σχεδιαστές.
Μεγάλες εταιρίες, όπως η Sony, η Μicrosoft, η Samsung και πολλές άλλες, έριξαν το βάρος τους στην ανάπτυξη νέων τεχνικών αφής, με πολύ μεγαλύτερη απόκριση, καλύτερη ανάλυση, χαμηλότερη κατανάλωση ενέργειας αλλά και μικρότερο κόστος παραγωγής.
Μερικά από τα πρότζεκτ που παρουσιάστηκαν μέσα στην πρώτη δεκαετία του 2000, ήταν τα SmartSkin της Sony, το TouchLight και το Surface της Microsoft αλλά και το Samsung SUR40 που χρησιμοποιούσε την τεχνολογία PixelSense της Microsoft.
Το μέλλον μας επιφυλάσσει ακόμα καλύτερη εμπειρία χρήσης των συσκευών μας, με την τεχνολογία να δείχνει να ξεπερνάει την αφή και να οδεύει σε έναν κόσμο που τα gestures θα παίξουν σημαντικό ρόλο. Εταιρίες όπως η Samsung και η Apple, δείχνουν να ετοιμάζουν σημαντικές καινοτομίες που θα αλλάξουν τον τρόπο που αλληλεπιδρούμε με τα smartphones, τα tablets αλλά και τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές.