Την επόμενη εβδομάδα, ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα θα επισκεφθεί το Ισραήλ. Κι όπως γράφει ο Τόμας Φρίντμαν στους Νιου Γιορκ Τάιμς, λίγα αναμένονται από αυτό το ταξίδι. Όχι μόνο επειδή δεν είναι δυνατόν, αλλά κι επειδή δεν χρειάζεται να γίνουν περισσότερα.
Αρχικά, η ισραηλινοπαλαιστινιακή σύγκρουση έχει γίνει ένα είδος χόμπι για τους αμερικανούς διπλωμάτες που, άλλες μέρες ασχολείσαι μ' αυτό κι άλλες όχι, ανάλογα με τη διάθεσή σου. Ο Ομπάμα ασχολήθηκε με αυτό το χόμπι στην αρχή της πρώτης του θητείας. Έφτασε σε αδιέξοδο, καθώς και οι δύο πλευρές τον αποδοκίμασαν, και υιοθέτησε μια στάση καλοπροαίρετης αμέλειας.
Αρχικά, δεν υπάρχει πλέον ο φόβος ότι ο αραβοϊσραηλινός πόλεμος θα οδηγούσει σε μια ευρύτερη σύγκρουση μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων. Επιπλέον, η ανακάλυψη μαζικών αποθεμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου στις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά και το Μεξικό έχει μετατρέψει τη Βόρεια Αμερική σε μια νέα Σαουδική Αραβία. Ποιος έχει ανάγκη λοιπόν την παλιά;
Την ίδια στιγμή, η επίλυση της ισραηλινοπαλαιστινιακής διαμάχης είναι πλέον ήσσονος σημασίας για την περιφερειακή σταθερότητα, καθώς η διεθνής κοινότητας ανησυχεί πλέον περισσότερο για τον εμφύλιο πόλεμο μεταξύ Σιιτών και Σουνιτών που μαστίζει τον Λίβανο, τη Συρία, το Ιράκ, το Κουβέιτ, το Μπαχρέιν και την Υεμένη.
Έτσι, ενώ θα ήταν ασφαλώς καλό να δημιουργηθεί ένα παλαιστινιακό κράτος δίπλα στο Ισραήλ, το πιο επείγον ερώτημα είναι αν θα εξακολουθήσει να υπάρχει ένα συριακό κράτος, ένα λιβυκό κράτος και ένα αιγυπτιακό κράτος.
Τέλος, σημειώνει ο αμερικανός αρθρογράφος, τα εμπόδια για μια ισραηλινοπαλαιστινιακή ειρήνη δεν ήταν ποτέ μεγαλύτερα: οι έποικοι στη Δυτική Όχθη έχουν φτάσει τους 300.000 και οι πυραυλικές επιθέσεις της Χαμάς εναντίον του Ισραήλ από τη Γάζα έχουν μειώσει τη διάθεση της σιωπηλής πλειοψηφίας του Ισραήλ να αποχωρήσει από τη Δυτική Όχθη.
Για όλους αυτούς τους λόγους, ο Ομπάμα ίσως να είναι ο πρώτος εν ενεργεία Αμερικανός πρόεδρος που θα επισκεφθεί το Ισραήλ σαν τουρίστας. Αυτό δεν είναι κατ' ανάγκη καλό για το Ισραήλ, καθώς κινδυνεύει να οδηγηθεί σε μια ντε φάκτο προσάρτηση της Δυτικής Όχθης, γεγονός που θα υπονομεύει διαρκώς την εβραϊκή δημοκρατία και θα βλάπτει την εικόνα του Ισραήλ στη διεθνή κοινότητα.