Η σημερινή του περιουσία ξεπερνά τα 5 δισεκατομμύρια δολάρια
Σε μια περίοδο που οι σχέσεις Ελλάδας και ΗΠΑ είναι ίσως στο καλύτερο επίπεδο όλων των εποχών, ειδικά της μεταπολιτευτικής περιόδου, το ελληνικό στοιχείο διαπρέπει.
Χαρακτηριστική περίπτωση του Τζιμ Ντέιβις, που είναι ο πλουσιότερος Ελληνικής καταγωγής πολίτης των ΗΠΑ, από τους συνολικά επτά, που το όνομά τους φιγουράρει στην περιβόητη λίστα του Forbes. Το αξιοσημείωτο είναι ότι τα κατάφερε με μια εταιρεία που φτιάχνει παπούτσια.
Το 2018 το Forbes τον κατατάσσει στην 104η θέση ανάμεσα στους 400 της λίστας του ενώ είναι στην θέση 365 ανάμεσα στους δισεκατομμυριούχους.
Το 2017 ήταν ο 94ος πλουσιότερος άνθρωπος στις ΗΠΑ και ο 324ος στον κόσμο, με την περιουσία του να καλπάζει πάνω από τα 5 δισεκατομμύρια δολάρια!
Η περιουσία του αυξάνεται ραγδαία καθώς ενώ το 2014 έφτανε τα 3,2 δισ. δολάρια, το 2015 ανέβηκε στα 4,4 δισ. δολάρια.
Για τις πολιτικές του πεποιθήσεις μάλλον δεν χρειάζεται κάποια ιδιαίτερη συζήτηση, καθώς δώρισε στην προεκλογική εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ το ποσό των 400.000 δολαρίων. Αμέσως μετά την ανακοίνωση του εκλογικού αποτελέσματος, υψηλό στέλεχος της εταιρείας του Ντέιβις δήλωσε πως η στήριξη προς τον Τραμπ είχε να κάνει με την αντίθεσή στην εμπορική συνεργασία των χωρών του Ειρηνικού.
Η θέση αυτή ήταν αρκετή για να κάνει πολλούς που είχαν παπούτσια της εταιρείας του ελληνοαμερικανού να αρχίσουν να τα πετάνε…
Ο Τζίμι Ντέιβις σαν άνθρωπος
Από πού κρατάει η σκούφια όμως του πλουσιότερου Έλληνα των ΗΠΑ και πως έφτασε φτιάχνοντας και πουλώντας παπούτσια να είναι σήμερα ο πλουσιότερος της ομογένειας;
Ο Ντέιβις γεννήθηκε το 1943 στο Μπρούκλιν των ΗΠΑ από Έλληνες γονείς που είχαν φτάσει εκεί σαν μετανάστες. Ο ίδιος μιλώντας στα εγκαίνια μιας βιβλιοθήκης στο κολέγιο από το οποίο αποφοίτησε, είπε πως ο πατέρας του έφτασε από την Ελλάδα στην Αμερική, στην ηλικία των 15 ετών μόνος του! Στην ίδια τελετή δήλωσε περήφανος για τα όσα έκαναν οι γονείς του, οι οποίοι εργάστηκαν σκληρά και του έδωσαν την δυνατότητα να σπουδάσει κάτι που οι ίδιοι δεν είχαν. Παράλληλα τόνισε την δύναμη του επιχειρείν!
Όσοι τον γνωρίζουν τον περιγράφουν σαν έναν παραδοσιακό άνθρωπο, που συχνά αστειεύεται λέγοντας πως εξακολουθεί να έχει στην εταιρεία το ένα τρίτο των υπαλλήλων με τους οποίους ξεκίνησε να χτίζει την αυτοκρατορία του, επί της ουσίας κληρονομώντας τους, όταν αγόρασε την εταιρεία του το 1972.
Ξεκίνησε την καριέρα του ιδρύοντας μαζί με τα αδέρφια του μια εταιρεία real estate και management.
Όταν αποφοίτησε από το κολέγιο το 1967 ξεκίνησε να εργάζεται ως πωλητής στην LFE Corporation και το 1970 μεταπηδά στην Techven Associates σαν Marketing Manager μέχρι το 1972.
Ο ίδιος δίνοντας το background της απόκτησης της New Balance δήλωσε σε συνέντευξή του στην sportsbusinessdaily το 2004, πως ο κύριος στόχος του ήταν να γίνει γιατρός αλλά συνειδητοποίησε πως δεν του άρεσε το σχολείο. Ήταν σύμπτωση η αγορά της εταιρείας που έχει τώρα, καθώς εκείνο τον καιρό πουλούσε εξοπλισμό που είχε να κάνει με βιολογία και χημεία. Ξεκίνησε τότε να αγοράσει μια μικρή εταιρεία και η New Balance ήταν η πρώτη που είδε, αλλά προσπέρασε καθώς ήξερε πολύ λίγα από αθλητικά παπούτσια και είδη αθλητισμού. Ένα χρόνο αργότερα, ο Ντέιβις δεν είχε βρει ακόμα κάτι που να τον εξιτάρει και βασικά να τον συμφέρει επιχειρηματικά. Κοιτάζοντας ξανά η New Balance ήταν ακόμα διαθέσιμη και έτσι αποφάσισε με το ποσό των 100.000 δολαρίων που είχε διαθέσιμο να την αγοράσει.
Τότε η New Balance αποτελείτο από μόλις έξι υπαλλήλους που έφτιαχναν 30 ζευγάρια αθλητικών παπουτσιών την ημέρα. Δύο από αυτούς τους υπαλλήλους είναι ακόμα με τον Ντέιβις.
Ο ίδιος σπούδασε Βιολογία και Χημεία στο Middlebury College, από όπου αποφοίτησε το 1967. Η σύζυγος του, Άννα, ξεκίνησε να δουλεύει το 1977 στην εταιρεία στο τμήμα ανθρώπινου δυναμικού, ενώ σήμερα είναι αντιπρόεδρος. Έχει δωρίσει 5 εκατομμύρια δολάρια στο Πανεπιστήμιο του Maine, ενώ στο Middlebury College μία βιβλιοθήκη έχει πάρει το όνομα του.
Το φιλανθρωπικό έργο της οικογένειας είναι εξαιρετικά σημαντικό. Έχουν μάλιστα ιδρύσει το Ίδρυμα New Balance, σκοπός του οποίου είναι να στηρίζει φιλανθρωπικές οργανώσεις που δουλεύουν για την βελτίωση του τρόπου ζωής των παιδιών και προωθούν υγιή πρότυπα ζωής και βοηθούν στη μείωση της παιδικής παχυσαρκίας.
Η New Balance
Η εταιρεία New Balance ιδρύθηκε το 1906 στο Bellmont της Μασαχουσέτης και για πενήντα χρόνια ειδικευόνταν στην παραγωγή ορθοπεδικών παπουτσιών. Ωστόσο, στις δεκαετίες του ’50 και ’60 άρχισε να διαφοροποιείται και αυτό γιατί αυξανόταν με γοργούς ρυθμούς ο αριθμός των δρομέων που κατέφευγε στην New Balance για να παραγγείλει αθλητικά παπούτσια ειδικών προδιαγραφών, με αποτέλεσμα η εταιρεία να αποκτήσει μεγάλη πείρα και τεχνογνωσία σε αυτόν τον τομέα.
Ο Ντέιβις αγόρασε την εταιρεία το 1972 στην Βοστόνη και μάλιστα την ημέρα του πασίγνωστου μαραθωνίου. Σήμερα, η εταιρεία έχει στο δυναμικό της πάνω από 4.000 άτομα, ενώ είναι από τις πιο επιτυχημένες εταιρείες παγκοσμίως και το όνομά της φιγουράρει δίπλα σε πασίγνωστα ονόματα όπως η Nike, η Adidas, η Asics και η Reebok.
Το 1975 θα βγάλει το 320 που είναι το πρώτο αθλητικό της New Balance που σχεδιάζεται με το χαρακτηριστικό «N» στο πλάι. Ένα χρόνο μετά βραβεύεται ως καλύτερο παπούτσι τρεξίματος από το Runner’s World.
Το 1978, η New Balance ανοίγει εργοστάσιο στην Ιρλανδία για να καλύψει τις ανάγκες της ευρωπαϊκής αγοράς. Ακολουθεί άλλο ένα εργοστάσιο στην Αγγλία 3 χρόνια μετά.
Το 1980 παρουσιάζει το 620 με μεσόσολα Eva και εξωτερική σόλα Vibram, το πιο ελαφρύ παπούτσι τρεξίματος της αγοράς για την εποχή του.
Το 1982 η εταιρεία παρουσιάζει το τεχνολογικά πιο ενισχυμένο παπούτσι της αγοράς. O λόγος βεβαίως για το 990.
O κομψός σχεδιασμός, η ποιότητα υλικών αλλά και σόλα αφρού πολυουρεθάνης σε συνδυασμό με Encap το έκαναν να διαφέρει εντυπωσιακά από τα υπόλοιπα μοντέλα της New Balance μέχρι τότε.
Υπεροχή που ξεχωρίζει μέχρι και σήμερα, καθώς η New Balance συνεχίζει να κρατάει το 990
ως ιστορική ναυαρχίδα της.
Το 1989 είναι πλέον από τις λίγες εταιρείες που κατασκευάζουν τα προϊόντα της στην Αμερική.
Παράδοση που συνεχίζει να κρατάει έως και σήμερα παράγοντας πάνω από 4 εκατομμύρια ζευγάρια ετησίως στα εργοστάσια της στην Αμερική.
Αυτό είναι κάτι στο οποίο όλοι βγάζουν το καπέλο στον Ελληνοαμερικανό Ντέιβις. Το γεγονός δηλαδή πως η εταιρεία του είναι η μόνη του κλάδου, που κατασκευάζει σχεδόν το σύνολο των προϊόντων της στις ΗΠΑ, και δεν έχει μετακομίσει τις κεντρικές μονάδες παραγωγής σε κάποια άλλη χώρα όπως οι ανταγωνιστές του.
Ο Ντέιβις είναι πλέον 75 ετών, ωστόσο σύμφωνα με όσους μιλάνε για αυτόν, έχει ακόμα πολλά να δώσει τόσο σαν άνθρωπος, σαν επιχειρηματίας και σαν Έλληνας.