«Οι ελληνικές επιχειρήσεις εξάγουν εκτός από φέτα και ούζο, και πολλά άλλα προϊόντα στο εξωτερικό»
«Τέλος με τους "χρεωκοπημένους Έλληνες"», είναι ο τίτλος της εφημερίδας «Der Standard» όπου φιλοξενεί την ανάλυση του οικονομικού αναλυτή Andras Szigetvari που σημειώνει, μεταξύ άλλων πως «η οικονομία επεκτείνεται και πάλι, η ανεργία υποχωρεί και οι ελληνικές επιχειρήσεις εξάγουν εκτός από φέτα και ούζο, και πολλά άλλα προϊόντα στο εξωτερικό».
Όπως αναφέρει, «όχι, δεν πηγαίνουν όλα στραβά στην Ελλάδα, ακόμη και αν δεν θέλουν να το παραδεχθούν οι επικριτές των ευρωπαϊκών προγραμμάτων λιτότητος. Η οικονομία επεκτείνεται και πάλι, η ανεργία υποχωρεί και οι ελληνικές επιχειρήσεις εξάγουν εκτός από φέτα και ούζο, και πολλά άλλα προϊόντα στο εξωτερικό. Από αυτή την εβδομάδα η Ελλάδα στέκεται και πάλι στα πόδια της οικονομικά και το ευρωπαϊκό πρόγραμμα βοήθειας τελειώνει. Και οι Έλληνες εξακολουθούν να πληρώνουν με ευρώ. Οι αναταράξεις, τις οποίες θα είχε προκαλέσει μια έξοδος από το κοινό νόμισμα, αποσοβήθηκαν, γράφει το Αθηναϊκό Πρακτορείο.
Ωστόσο, είναι αλήθεια ότι τα οκτώ χρόνια συνεχούς λιτότητος, τα οποία υποχρεώθηκε να περάσει η χώρα υπό την εποπτεία των υπολοίπων κρατών της ευρωζώνης, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ΔΝΤ στην αρχή, έχουν αφήσει πίσω τους βαθιές πληγές.
Αυτό είναι ιδιαιτέρως ορατό στο εσωτερικό της ίδιας της ελληνικής κοινωνίας. Η ανεργία υποχωρεί, αλλά εξακολουθεί να κυμαίνεται στο εξαιρετικά υψηλό 20%. Το 42% όσων είναι κάτω από 25 ετών δεν έχει εργασία. Ένα μεγάλο μέρος μιας ολόκληρης γενιάς δεν έχει εργασία και δεν ολοκληρώνει κάποιο κύκλο εκπαίδευσης. Το κατά κεφαλήν εισόδημα έχει μειωθεί από το 2008 κατά το ένα τέταρτο. Ας φαντασθεί κανείς ότι χάνει ξαφνικά το ένα τέταρτο του εισοδήματός του. Αυτό δίνει μια εικόνα της δυστυχίας.
Οι Έλληνες είναι υπεύθυνοι για αυτή την εξέλιξη, επειδή επί χρόνια εξέλεγαν κυβερνήσεις, οι οποίες δεν έκαναν τίποτε, ώστε η χώρα να μη ζει πέρα από τις δυνατότητές της. Στην Ελλάδα ουδέποτε κατορθώθηκε να οικοδομηθεί μια λειτουργούσα φορολογική διοίκηση και γραφειοκρατία», γράφει η αυστριακή εφημερίδα, που προσθέτει:
«Ωστόσο, μέρος της ευθύνης για την καταστροφή φέρουν και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα υπόλοιπα κράτη της ευρωζώνης. Εξανάγκασαν την Ελλάδα σε απότομη και ταχεία λιτότητα, η οποία προκάλεσε οικονομική ύφεση. Αυτό δεν το λένε κάποιοι τυχαίοι εναλλακτικοί οικονομολόγοι, το λέει το ΔΝΤ. Η ΕΕ επέμεινε δογματικά στις περικοπές, μολονότι υπήρχε δυνατότητα για πιο ήπια εξυγίανση. Πριν από πέντε χρόνια το ΔΝΤ άρχισε να επεξεργάζεται τα δικά του λάθη στην Ελλάδα και ανέλυσε δημόσια και με διαφάνεια μια μακριά λίστα σφαλμάτων. Αντιθέτως, από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς δεν υπήρξε ούτε λέξη αυτοκριτικής. Έτσι χάνεται η ευκαιρία για καλύτερη αντιμετώπιση της επόμενης κρίσης και επαναλαμβάνονται τα ίδια λάθη. Αυτή είναι η δεύτερη πληγή, η οποία εξακολουθεί να μένει ανοικτή.
Η τρίτη αφορά στις εσωτερικές ευρωπαϊκές δομές: Οκτώ χρόνια προγραμμάτων λιτότητος συνέβαλαν στη δημιουργία και ενίσχυση εχθρικών αντιλήψεων. Στη Βόρεια Ευρώπη δημιουργήθηκε η εικόνα των ανίκανων Νοτιο-ευρωπαίων, οι οποίοι αδυνατούν να προβούν σε εξοικονομήσεις. Περί «χρεωκοπημένων Ελλήνων» ο λόγος. Οι προκαταλήψεις αφορούν επίσης στην Ιταλία και στην Ισπανία. Από την άλλη πλευρά σε πολλές χώρες υπάρχει εχθρική εικόνα για τους Γερμανούς.
Ωστόσο, αυτή η εχθρότητα μεταξύ του Βορρά και του Νότου στηρίζεται σε εσφαλμένες αντιλήψεις. Ναι, ο Βορράς διέθεσε πιστώσεις δισεκατομμυρίων στη Νότια Ευρώπη κατά τη διάρκεια της κρίσης. Πλην, όμως, ο Βορράς είχε προηγουμένως επωφεληθεί οικονομικά από το Νότο, ιδίως από το διαρκές πλεόνασμα εξαγωγών της Γερμανίας. Επιπροσθέτως, μια βορειο-ευρωπαϊκή χώρα, όπως η Ολλανδία, προσφέρθηκε ως φορολογικός παράδεισος σε παγκόσμιους ομίλους, όπως η Google, και συνέβαλε σε τεράστιες απώλειες προσόδων. Είναι καιρός να γίνει λόγος και γι’ αυτά στο πλαίσιο των συζητήσεων για τις χαμένες και κερδισμένες χώρες της ευρωζώνης».