Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε ανακοίνωσή της τονίζει ότι η χώρα ολοκλήρωσε με επιτυχία το πρόγραμμα
«Ένα νέο κεφάλαιο ανοίγει για την Ελλάδα, μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος στήριξης και σταθερότητας», επισημαίνει σημερινή ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Η Επιτροπή τονίζει ότι «η Ελλάδα ολοκλήρωσε με επιτυχία» το τριετές πρόγραμμα στήριξης του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕSM). «Η επιτυχής ολοκλήρωση του προγράμματος είναι απόδειξη των προσπαθειών του ελληνικού λαού, της δέσμευσης της χώρας για μεταρρυθμίσεις και της αλληλεγγύης των ευρωπαίων εταίρων», επισημαίνεται στην ίδια ανακοίνωση.
Η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι συνολικά η Ελλάδα έλαβε 61,9 δισ. ευρώ δάνεια από το πρόγραμμα του ESM, «στη βάση της εφαρμογής ενός συνολικού και άνευ προηγουμένου πακέτου μεταρρυθμίσεων». Επισημαίνεται, επίσης, ότι η Ελλάδα έλαβε μέτρα για να διασφαλίσει τη βιωσιμότητα των δημοσιονομικών της, μετατρέποντας ένα σημαντικό δημοσιονομικό έλλειμμα, σε δημοσιονομικό πλεόνασμα το 2017, το οποίο προβλέπεται ότι θα διατηρηθεί.
«Αυτά τα μέτρα μεταρρύθμισης και οι προσπάθειες εξυγίανσης θα έχουν σωρευτικά αποτελέσματα με την πάροδο του χρόνου και συνεπώς θα συνεχίσουν να επηρεάζουν θετικά τη βιωσιμότητα των δημοσιονομικών στοιχείων, πολύ μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος», εκτιμά η Επιτροπή. Αναφορικά με τον χρηματοπιστωτικό τομέα της Ελλάδος, η Επιτροπή τονίζει ότι βρίσκεται πλέον σε πολύ ισχυρότερη θέση, ως αποτέλεσμα επιτυχών πράξεων ανακεφαλαιοποίησης, μιας αναθεώρησης της τραπεζικής διακυβέρνησης και προσπαθεί να εφαρμόσει μια στρατηγική για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, η οποία πρέπει να διατηρηθεί.
Εξάλλου, επισημαίνεται ότι η αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης βελτιώθηκε, μεταξύ άλλων, με την εισαγωγή νέων κανόνων σχετικά με το διορισμό, την αξιολόγηση και την κινητικότητα των υπαλλήλων του δημόσιου τομέα, με την ίδρυση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημόσιων Εσόδων και με μέτρα για την αποτελεσματικότερη λειτουργία του δικαστικού συστήματος. Η Επιτροπή υπενθυμίζει, επίσης, ότι έχουν ληφθεί σημαντικά διαρθρωτικά μέτρα για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και της ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας ώστε να καταστεί η Ελλάδα ελκυστικός προορισμός για επενδύσεις και να δοθεί η δυνατότητα στις επιχειρήσεις να επεκταθούν, να καινοτομήσουν και να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας, καθώς και για τη δημιουργία βιώσιμων και καθολικών συντάξεων, συστημάτων υγειονομικής περίθαλψης και κοινωνικών παροχών, συμπεριλαμβανομένου ενός συστήματος εγγυημένου ελάχιστου εισοδήματος.
Σε ό,τι αφορά τη βελτίωση των οικονομικών δεικτών, σύμφωνα με την Επιτροπή, επιβεβαιώνεται ότι, παρότι απομένει ακόμη δουλειά, οι προσπάθειες που έχουν αναληφθεί ήδη αποφέρουν απτά οφέλη με την αποκατάσταση της τάξης στα δημόσια οικονομικά, τη μείωση της ανεργίας και την επιστροφή στην ανάπτυξη. Υπενθυμίζεται, δε, ότι η οικονομική ανάπτυξη ανέκαμψε από -5,5% το 2010 σε 1,4% το 2017 και αναμένεται να παραμείνει γύρω στο 2% το 2018 και το 2019. Το δημοσιονομικό ισοζύγιο προχώρησε από ένα μαζικό έλλειμμα 15,1% το 2009 σε πλεόνασμα 0,8% το 2017 που αντιστοιχεί σε πρωτογενές πλεόνασμα 4,2% σε όρους προγράμματος). «Αν και η ανεργία παραμένει απαράδεκτα υψηλή, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε πρόσφατα η Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία, η ανεργία μειώθηκε στο 19,5% το Μάιο του 2018, φθάνοντας σε επίπεδο κάτω του 20% για πρώτη φορά από τον Σεπτέμβριο του 2011», επισημαίνει η Επιτροπή.
«Η ολοκλήρωση του προγράμματος σηματοδοτεί το τέλος ενός κεφαλαίου και την αρχή ενός άλλου για την Ελλάδα», τονίζει η Επιτροπή, προσθέτοντας ότι θα χρειαστεί να παραμείνουμε επικεντρωμένοι στην πλήρη αντιμετώπιση των κοινωνικών και οικονομικών συνεπειών που αποτελούν την κληρονομιά των ετών κρίσης. «Αυτό θα απαιτήσει από τις ελληνικές αρχές να διατηρήσουν την κυριότητα των μεταρρυθμίσεων και να διασφαλίσουν τη συνεχή εφαρμογή τους σύμφωνα με τις δεσμεύσεις τους κατά τη συνεδρίαση του Eurogroup της 22ας Ιουνίου 2018. Αυτό είναι κρίσιμο για την εμπέδωση της εμπιστοσύνης στις αγορές και την ενίσχυση της οικονομικής ανάκαμψης της Ελλάδας, ειδικά μετά τη Μνημονιακή περίοδο», αναφέρει η Επιτροπή.
Τέλος, η σημειώνεται ότι από σήμερα η Ελλάδα θα ενσωματωθεί πλήρως στο λεγόμενο «Ευρωπαϊκό Εξάμηνο» για το συντονισμό της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η χώρα και οι κάτοικοί της θα αποκομίσουν τα πλήρη οφέλη από τις προσπάθειες που έχουν καταβληθεί τα τελευταία χρόνια. Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι κατά την περίοδο μετά το πρόγραμμα, η ολοκλήρωση, η παράδοση και η συνεχής εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που συμφωνήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος θα παρακολουθούνται μέσω ενισχυμένου πλαισίου εποπτείας. Η Υπηρεσία Διαρθρωτικής Στήριξης Μεταρρυθμίσεων της Επιτροπής θα συνεχίσει να βοηθά τις ελληνικές αρχές, κατόπιν αιτήματός τους, στο σχεδιασμό και την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη.
Τα δάνεια που έχει πάρει η Ελλάδα
Συνολικά, από το 2010 έχουν χορηγηθεί στην Ελλάδα 288,7 δισεκατομμύρια ευρώ υπό μορφή δανείων. Σε αυτό το ποσό περιλαμβάνονται 256,6 δισ. από τους Ευρωπαίους εταίρους της και 32,1 δισ. ευρώ από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Παράλληλα με το πρόγραμμα στήριξης της σταθερότητας, τον Ιούλιο του 2015, η Επιτροπή δρομολόγησε το σχέδιο για ένα «Νέο ξεκίνημα για την απασχόληση και την ανάπτυξη στην Ελλάδα», με σκοπό να διευκολύνει την Ελλάδα να μεγιστοποιήσει τη χρήση των κονδυλίων της ΕΕ, για τη σταθεροποίηση της οικονομίας της και για την τόνωση της απασχόλησης, της ανάπτυξης και των επενδύσεων. Ως αποτέλεσμα των έκτακτων μέτρων που θεσπίστηκαν στο πλαίσιο του σχεδίου αυτού, η Ελλάδα συγκαταλέγεται πλέον μεταξύ των πρώτων όσον αφορά την ικανότητα απορρόφησης των κονδυλίων της ΕΕ.
Για την περίοδο 2014-2020, η Ελλάδα έχει ήδη λάβει σχεδόν 16 δισ. ευρώ από ένα μεγάλο σύνολο κονδυλίων της ΕΕ. Το ποσό αυτό ισοδυναμεί με ποσοστό που ξεπερνά το 9 % του ετήσιου ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της Ελλάδας για το 2017. Η Ελλάδα βρίσκεται επίσης στην πρώτη θέση των δικαιούχων χωρών του Ευρωπαϊκού Ταμείου Στρατηγικών Επενδύσεων (ΕΤΣΕ), που προβλέφθηκε στο σχέδιο Γιούνκερ, σε σχέση με το ΑΕΠ της. Το ΕΤΣΕ αναμένεται στο εξής να κινητοποιήσει περισσότερα από 10 δισ. ευρώ σε επενδύσεις και να στηρίξει περισσότερες από 20 000 μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα.