«Πυρά» του Σκοπιανού ΥΠΕΞ κατά κατά της αντιπολίτευσης σε ΠΓΔΜ και Ελλάδα
Την απόφαση της κυβέρνησης Ζάεφ να συνδέσει στο δημοψήφισμα που θα διεξαχθεί στις 30 Σεπτεμβρίου στην ΠΓΔΜ για την ένταξη της χώρας σε ΕΕ και ΝΑΤΟ με τη Συμφωνία των Πρεσπών για το ονοματολογικό υπερασπίζεται με σθένος ο υπουργός Εξωτερικών των Σκοπίων Νίκολα Ντιμιτρόφ, εξαπολύοντας ταυτόχρονα επίθεση τόσο στην αντιπολίτευση στη χώρα του, όσο και στην Ελλάδα.
Όπως είπε χαρακτηριστικά σε συνέντευξή του σε μέσο της ΠΓΔΜ «όποιος ισχυρίζεται, ότι η συμφωνία για το όνομα δεν έχει καμία σχέση με την ένταξή μας στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, είναι σαν να λέει, ότι η μέρα είναι νύχτα». Ο Ντιτρόφ τονίζει, ότι «δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι χάσαμε πολλά τρένα προς την ΕΕ και ότι ο δρόμος προς τον στρατηγικό μας στόχο περιορίζεται και δυσκολεύει όλο και περισσότερο. Είναι καθήκον μας λοιπόν, να κάνουμε ό, τι μπορούμε, για να φθάσουμε σε αυτό το τρένο, γιατί κανείς δεν ξέρει πότε και αν θα υπάρξει άλλο». Επιτίθεται δε στην αντιπολίτευση της χώρας του, λέγοντας ότι «ισχυρίζεται ότι μπορεί να πετύχει μια καλύτερη συμφωνία για το όνομα, αλλά μέχρι στιγμής, αντί να εργάζεται για την επίλυση του προβλήματος, ασχολείται με το πως θα περιπλέξει περαιτέρω το θέμα.
Από τα «πυρά» του υπουργού Εξωτερικών της ΠΓΔΜ δεν ξεφεύγει ούτε η αντιπολίτευση στην Ελλάδα, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «τον ισχυρισμό της αντιπολίτευσης ότι θα είχε κάνει καλύτερη συμφωνία διατυπώνει επίσης η ελληνική αντιπολίτευση», τονίζοντας ότι «όσο ήταν στην κυβέρνηση, το θέμα είχε τεθεί σε αναμονή» και διερωτάται με νόημα «γιατί λοιπόν δεν το έπραξαν μέχρι τώρα;». Ο Ντιμιτρόφ υποστηρίζει δε, ότι τόσο η σκοπιανή, όσο και η ελληνική αντιπολίτευση «αντί για φίλους μας ήθελαν εχθρούς, καλλιεγώντας την οργή στον κόσμο και την αποσιώπηση της λύσης».
Μάλιστα, ο Ντιμιτρόφ απαντά ευθέως στους ισχυρισμούς της ΝΔ, λέγοντας: «Ο ηγέτης της ελληνικής αντιπολίτευσης λέει, ότι με τη συμφωνία έχουμε υιοθετήσει μεν έναν γεωγραφικό, καθοριστικό παράγοντα για το κράτος, αλλά θα είμαστε Μακεδόνες που μιλάνε τη Μακεδονική γλώσσα, επικρίνοντας την ελληνική κυβέρνηση που δέχτηκε κάτι, που δεν μπορεί να αρνηθεί στον 21ο αιώνα στην Ευρώπη, το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση του λαού της ΠΓΔΜ». Προσθέτει δε, ότι «η συμφωνία επιτυγχάνει την διάκριση μεταξύ της Μακεδονίας και της περιοχής της Μακεδονίας στην Ελλάδα, προσθέτοντας έναν γεωγραφικό όρο, ένα σημείο αναφοράς στο όνομα μας. Ταυτόχρονα, μέσω του άρθρου 7, επισημαίνει ότι οι όροι Μακεδονία και Μακεδονικό έχουν διαφορετικό νόημα και στις δύο χώρες».
Καταλήγντας τονίζει, ότι «η συμφωνία αποτελεί έναν συμβιβασμό, που καλύπτει τις σημαντικότερες ανησυχίες και των δύο πλευρών, δημιουργεί μια γέφυρα φιλίας και μελλοντικών συμμαχιών, καθώς και στρατηγικής εταιρικής σχέσης. Με τη συμφωνία, οι δύο πλευρές ωριμάζουν και συμφιλιώνονται, επειδή δεν μπορούν να αλλάξουν τη γεωγραφία και την ιστορία τους, αλλά μπορούν να επηρεάσουν το δικό τους και το κοινό μέλλον».