Αν υπάρχουν έστω και υπόνοιες ότι ο πελάτης ενός δικηγόρου εμπλέκεται σε ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, τότε οι δικηγόροι έχουν υποχρέωση να το αναφέρουν στις αρχές, σύμφωνα με απόφαση του Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Το Δικαστήριο του Στρασβούργου απέρριψε την προσφυγή του Γάλλου δικηγόρου Πατρίκ Μισό εναντίον της Γαλλίας, με την οποία διατυπώνονταν ο ισχυρισμός ότι η θεσπισθείσα υποχρέωση των δικηγόρων, να αναφέρουν ενδεχόμενες υπόνοιες που έχουν για πελάτες τους, ότι εμπλέκονται σε ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, αντιστρατεύεται το δικηγορικό απόρρητο και το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής.
Ο Γάλλος δικηγόρος υποστήριζε ότι η θεσπισθείσα σχετική υποχρέωση στους δικηγόρους της χώρας του, ως συνέπεια της υπογραφής από τη Γαλλία, της ευρωπαϊκής συνθήκης για την καταπολέμηση του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος και νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, δημιουργούσε προβλήματα στις σχέσεις των δικηγόρων με τους πελάτες τους, παραβίαζε την αρχή του επαγγελματικού απορρήτου και ήταν αντίθετη προς το άρθρο 8 της Σύμβασης προστασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που επιβάλλει το σεβασμό στην ιδιωτική ζωή.
Στο σκεπτικό της απόφασης του, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο, το Δικαστήριο αναφέρει ότι η θεσπισθείσα υποχρέωση αφορά δικηγόρους που, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, έχουν βοηθήσει πελάτες τους στη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και ότι σε καμία περίπτωση δεν αντιστρατεύεται διατάξεις της Σύμβασης Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Συμπέρανε δε ότι, η αντιμετώπιση του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τίθεται υπεράνω, σε μία δημοκρατική κοινωνία, του κινδύνου διαταραχής των σχέσεων δικηγόρων-πελατών και του επαγγελματικού απορρήτου.