Το όνομά του το ξέρουμε όλοι. Όμως τι πραγματικά γνωρίζουμε για αυτόν;
Κάπου στις αρχές του Ιουνίου (του 2018) πέρασε από τις οθόνες μας η εξής είδηση: κάποιος ανώνυμος πλειοδότης «χτύπησε» σε δημοπρασία με προσφορά 2,8 εκατ. ευρώ προκειμένου να έχει ένα γεύμα με τον δισεκατομμυριούχο Γουόρεν Μπάφετ. Και, αμέσως, σκέφτηκα: μα γιατί κάποιος να θέλει να δώσει τόσα πολλά λεφτά μόνον και μόνον για να φάει μαζί με κάποιον; Ακόμη και αν αυτός είναι ο Γουόρεν Μπάφετ… «Ματαιοδοξία», ήταν η πρώτη μου σκέψη. Λίγο επιπόλαιη οφείλω να πω. Γιατί χωρίς να το επιδιώξω, η σκέψη επανήλθε «τι μπορεί να θέλεις να μάθεις από τον Γουόρεν Μπάφετ;». Για να επιστρέψει εκ νέου το μυαλό μου ξανά στο θέμα: τελικά εσύ τι ξέρεις για τον Γουόρεν Μπάφετ;
Γράφει η Λήδα Δεληγιάννη
Ο Γουόρεν Μπάφετ, λοιπόν, - σκέφτηκα αφού το μυαλό μου αρνήθηκε να ξεκολλήσει από το θέμα- είναι κάτι σαν εκείνες τις ταινίες ή εκείνα τα βιβλία το «Θωρηκτό Ποτέμκιν» ή το «Κεφάλαιο» του Μαρξ: όλοι τα ξέρουμε, κατ’ όνομα, όλοι ξέρουμε κάτι για αυτά, όλοι τα επικαλούμαστε σε συζητήσεις, όλοι ξέρουμε ότι έχουν ασκήσει μεγάλη (πλην απροσδιόριστη) επιρροή. Αλλά – αλήθεια τώρα!- πόσοι έχουμε πραγματικά δει την ταινία ή – ακόμη περισσότερο- διαβάσει όλο το «Κεφάλαιο»;
Ε, κάτι τέτοιο είναι και ο Γουόρεν Μπάφετ! Αλήθεια εσείς τι πραγματικά ξέρετε για αυτόν; Εγώ ελάχιστα και αποσπασματικά. Διάβασα αρκετά, όμως, και έμαθα τα εξής:
Διαβάζοντας ένα μικρό κομμάτι από «απομνημονεύματα» που είχε γράψει η νύφη του (πρώτη γυναίκα του γιου του, Πίτερ) είπε ότι ο πρώην πεθερός της κατάφερε να φτιάξει μια αμύθητη περιουσία ξεκινώντας με 150.000 δολάρια.
Ακόμη, όμως, και 150.000 δολάρια δεν είναι ευκαταφρόνητο ποσό ε; Αυτά που τα βρήκε; Άρα έπρεπε να πάω ακόμη πιο πίσω.
Ανατρέχοντας στις πληροφορίες έφτασα πίσω, στα 1940, όταν ο κ. Γουόρεν ήταν μόλις 10 ετών. Τότε, σύμφωνα με τις πληροφορίες στις οποίες συμφωνούν τα περισσότερα αμερικανικά μίντια, δήλωσε στους οικείους του ότι μια μέρα θα γίνει πλούσιος. Και στα 11 του χρόνια, με το χαρτζιλίκι του αγόρασε 3 μετοχές της εταιρείας Cities Services Preferred, προς 38 δολάρια η μια. Οι μετοχές της εταιρείας υποχώρησαν στα 27 δολάρια η μια, όμως ο μικρός Γουόρεν δεν πανικοβλήθηκε και τις κράτησε. Τις πούλησε μόνον όταν έφτασαν τα 40 δολάρια η μια, δηλαδή του απέδωσαν κέρδος 6 δολαρίων συνολικά. Μέσα σε διάστημα μικρότερο των 6 μηνών, η μετοχή της εταιρείας εκτοξεύτηκε στα 200 δολάρια. Και τότε ο μικρός Γουόρεν έμαθε το σημαντικότερο – μάλλον- μάθημα της ζωής του. Που έφτασε να γίνει η φιλοσοφία του: αγόραζε και μην πουλάς, τουλάχιστον όχι όταν πουλάνε όλοι οι άλλοι!
Η εμπειρία αυτή καθόρισε στο εξής την επενδυτική του πολιτική: Αγόραζε και μην πουλάς.
Επιχειρηματικό δαιμόνιο από… κούνια
Ενώ ήταν ακόμη στις τελευταίες τάξεις του σχολείου αγόρασε ένα χρησιμοποιημένο φλιπεράκι προς 25 δολάρια. Και ζήτησε από τον φίλο του Ντον Ντάνλει να συνεργαστούν: ο Ντον θα επισκεύαζε το φλίπερ και ο Γουόρεν θα φρόντιζε να βγάλει λεφτά από αυτό. Τα κέρδη 50% - 50%. Ο έφηβος Γουόρεν πήγε στον κουρέα της γειτονιάς τους και τον έπεισε να βάλει το φλιπεράκι στο πίσω μέρος του κουρείου του, ώστε οι πελάτες του να παίζουν όσο περιμένουν για το κούρεμά τους. Και οι δυο τους θα μοιράζονταν τα κέρδη. Ήδη από το πρώτο βράδυ το φλιπεράκι απέδωσε 2 δολάρια στον Γουόρεν και 2 στον κουρέα.
Μαζί με τον Ντον αποφάσισαν να επεκτείνουν τη δραστηριότητά τους. Τους επόμενους μήνες αγόρασαν κι άλλα χρησιμοποιημένα φλίπερ και τα νοίκιαζαν σε κουρεία σε όλη την Ομάχα. Σε λιγότερο από 5 χρόνια ο Μπάφετ είχε γίνει ο βασιλιάς του φλίπερ στην πόλη του και στα μέσα της δεκαετίας του 1940 πούλησε την επιχείρησή του για πάνω από 1000 δολάρια.
Παράλληλα με τη δουλειά με τα φλίπερ ο Μπάφετ έκανε και διάφορες δουλειές «του ποδαριού»: μοίραζε εφημερίδες, πουλούσε σόδες και σόδα, και έπλενε αυτοκίνητα.
Επιβεβαιώνοντας την «φήμη» που θέλει τους πλούσιους να είναι λίγο σφιχτοχέρηδες, ο Μπάφετ δεν ξόδευε δολάριο από αυτά που έβγαζε – μόνον για τα πολύ βασικά- και έτσι μέχρι να ενηλικιωθεί είχε μια προσωπική περιουσία που σε σημερινές τιμές άγγιξε τα 53.00 δολάρια.
Στα 19 του χρόνια, φοιτητής τότε στο Πανεπιστήμιο της Νεμπράσκα, διάβασε ένα βιβλίο με τίτλο « Ο έξυπνος επενδυτής». Αμέσως το έκανε το προσωπικό του «ευαγγέλιο» ενώ όταν έμαθε ότι ο συγγραφέας, Μπεν Γκράχαμ, δίδασκε στο Columbia's School of Business, ήξερε ότι είχε βρει τη σχολή που θα σπούδαζε.
Στο πρόσωπο του Μπεν Γκράχαμ δεν βρήκε το στήριγμα που περίμενε. Ο καθηγητής τον αποθάρρυνε ιδιαίτερα, δεν τον προσέλαβε στην επιχείρηση του και μάλιστα τον συμβούλεψε να μην γίνει ποτέ χρηματιστής στη Wall Street! Με το θαυμασμό που του είχε, ο Μπάφετ άκουσε τα λόγια του, τελείωσε τις σπουδές του, γύρισε στην Ομάχα και άρχισε να πουλάει συμβόλαια στην επιχείρηση του πατέρα του. Έγινε ένας μεσοαστός υπάλληλος, παντρεύτηκε και ζούσε μια απλή ζωή. Το όνειρο της Wall Street έμοιαζε να ξεθωριάζει…
Η οικογένεια και η επιστροφή στη Νέα Υόρκη
Το 1952 ο Γουόρεν Μπάφετ παντρεύτηκε την Σούζαν Τόμσον και έκαναν τρία παιδιά. Στα μισά του γάμου τους σταμάτησαν να ζουν μαζί αλλά δεν πήραν ποτέ διαζύγιο. Τους χώρισε ο θάνατος - η Σούζαν πέθανε το 2004.
Σε μια από αυτές τις περίεργες στροφές και αναστροφές της ζωής, ο καθηγητής Γκράχαμ αποφάσισε τελικά να δώσει μια θέση στον πρώην φοιτητή του. Ο Μπάφετ προσελήφθη στην εταιρεία Graham-Newman Corp, στη Νέα Υόρκη. Δεν το σκέφτηκε και πολύ για να πει το «ναι». Μετακόμισε (οικογενειακώς τότε) στο Μεγάλο Μήλο και για 2 χρόνια δούλεψε ως αναλυτής στον μέντορά του. Κέρδιζε τον χρόνο – σε σημερινή αξία – 105.000 δολάρια.
Το 1956, ο καθηγητής Γκράχαμ έκλεισε την εταιρεία του. Ο υπάλληλος του, Μπάφετ, όμως είχε κάνει αρκετό «κομπόδεμα» για να φτιάξει τη δική του εταιρεία στην «πατρίδα» Ομάχα: την Buffett Partnership Ltd.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1950, ο Μπάφετ είχε στην ιδιοκτησία του 7 εταιρείες. Το 1962 η περιουσία του ξεπέρασε το «όριο» του 1 εκατ. δολαρίων. Τότε ήταν που αποφάσισε να συγχωνεύσει όλες τις εταιρείες του σε μία και επένδυσε σε μια εταιρεία κατασκευής κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων, την Berkshire Hathaway.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, ο Μπάφετ μετέτρεψε την Berkshire Hathaway σε ασφαλιστική εταιρεία. Η ροή των εκατομμυρίων κυλούσε πλέον… αδιατάρακτη.
Ένα από τα δώρα που συνήθιζε ο Μπάφετ να κάνει τα Χριστούγεννα στα μέλη της οικογένειας του ήταν μετοχές των εταιρειών του. Με τα χρόνια τα δώρα αυτά όλο και αύξαναν σε αξία.
Το 1986, ο Μπάφετ έγινε δισεκατομμυριούχος.
Αγόρασε μεγάλο πακέτο μετοχών στους κολοσσούς Coca Cola και General Electric. Το 2008 ο Γουόρεν Μπάφετ έγινε ο πλουσιότερος άνθρωπος του κόσμου, με βάση τη γνωστή λίστα του Forbes, εκθρονίζοντας από την κορυφή τον Μπιλ Γκέιτς.
Επίσης έχει τιμηθεί με το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας από τον Μπαράκ Ομπάμα.
Δισεκατομμυριούχος υπεράνω… υποψίας
Σήμερα, ο όμιλος του Μπάφετ είναι ο μεγαλύτερος μέτοχος της Bank of America, της δεύτερης μεγαλύτερης τράπεζας των ΗΠΑ, με 700 εκατομμύρια τίτλους μετοχών. Στα 87 του πλέον χρόνια, η περιουσία του αγγίζει τα 86,3 δισ. δολάρια.
Και όπως και κάποιοι άλλοι κροίσοι του πλανήτη, ο Μπάφετ είναι ένας δισεκατομμυριούχος υπεράνω πάσης υποψίας. Αν κάποιος δεν γνωρίζει τη φυσιογνωμία του, δεν θα υποψιαστεί ποτέ περί ποιου πρόκειται. Παρά την αμύθητη περιουσία του, ζει στο σπίτι των πέντε υπνοδωματίων στην Ομάχα της Νεμπράσκα, το οποίο αγόρασε το 1958 για 31.500 δολάρια.
Έχει σαν «σκληρό όριο» να μην ξοδεύει ποτέ πάνω από 3,17 δολάρια για πρωινό. Στην πεντάλεπτη διαδρομή με το αυτοκίνητο για το γραφείο, την οποία κάνει εδώ και πέντε δεκαετίες, ο Μπάφετ σταματά στα McDonald's και παραγγέλνει ένα από τα παρακάτω πιάτα για πρωινό: είτε δύο κομμάτια λουκάνικο, ή σκέτο λουκάνικο, αυγό με τυρί ή μπέικον και αυγό και τυρί. «Λέω στη γυναίκα μου, καθώς ξυρίζομαι το πρωί: "Είτε 2.61, 2.95 ή 3.17 δολάρια και βάζει αυτό το ποσό στο μικρό κύπελλο που έχω εδώ στο αυτοκίνητο», εξήγησε στο ντοκιμαντέρ «Becoming Warren Buffett», που του έχει αφιερώσει το HBO.
Στο μυαλό του επενδυτή με τις ανορθόδοξες (;) απόψεις
Ο Μπάφετ δεν έδινε ποτέ, όπως αποκαλύπτουν οι οικείοι του άνθρωποι, την παραμικρή σημασία στο «ρεύμα» όσον αφορά στο Χρηματιστήριο, τις επενδύσεις, τα πάνω και τα κάτω του Dow Jones και τα λόγια των αναλυτών της αγοράς.
Απολαμβάνει ακόμη να ισοπεδώνει την «Θεωρία της Αποτελεσματικής Αγοράς», την οποία ανέκαθεν θεωρούσε παντελώς άχρηστη. Μετά το πάθημα που του έγινε μάθημα με τις πρώτες τρεις μετοχές του, αντιμετώπιζε τις επενδύσεις του σαν το γάμο του: μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις από τις οποίες δεν παίρνει «διαζύγιο». «Σαν καθολικός γάμος» λέει ο ίδιος.
Όσο για τις πολιτικές του πεποιθήσεις, όπως είχε πει μιλώντας σε ένα ακροατήριο φοιτητών διοίκησης επιχειρήσεων από οκτώ διαφορετικά αμερικανικά πανεπιστήμια το 2013:
«Δε θα έλεγα ότι έχουν επηρεαστεί οι πολιτικές μου πεποιθήσεις από τις αγορές. Οι πολιτικές μου απόψεις σχηματίστηκαν σταδιακά. Φανταστείτε 24 ώρες προτού γεννηθείτε να συνέβαινε το εξής. Να ερχόταν κάποιος στη μήτρα και να σας έλεγε: “Σε 24 ώρες θα βγεις στον κόσμο και θα σου αναθέσω ένα πολύ σημαντικό καθήκον. Να καθορίσεις το πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό σύστημα στο οποίο θα μεγαλώσεις. Εσύ αποφασίζεις. Πιο πολιτικό σύστημα θα υπάρχει, ποια οικονομική δομή (κομμουνιστική, καπιταλιστική) κ.τ.λ. και σου εγγυώμαι ότι όταν γεννηθείς αυτό που έχεις ορίσει θα ισχύει για σένα, για τα παιδιά σου και τα εγγόνια σου. Τι κάνεις;”…Σε ό,τι αφορά την πολιτική θα θες ένα σύστημα που δίνει στους ανθρώπους αυτό που θέλουν. Το αμερικάνικο σύστημα είναι αρκετά καλό, το κατά κεφαλήν εισόδημα είναι κατά μέσο όρο 50.000 δολάρια, έξι φορές μεγαλύτερο από τότε που γεννήθηκα εγώ. Μη γνωρίζοντας όμως τι σου μέλλει, λογικά θα θες ένα σύστημα που δε θα αφήνει κανέναν «απ’ έξω». Θα θες ακόμη κι εκείνοι που δεν πέτυχαν το «λαχείο» να έχουν μια αξιοπρεπή ζωή. Επίσης, δε θα θες να κυριαρχεί ο φόβος στο μυαλό των ανθρώπων- φόβος ότι δε θα έχουν πολλά λεφτά όταν γεράσουν, ή ότι δε θα έχουν για ιατρική περίθαλψη… δε θα έπρεπε να υπάρχει αυτή η ανισότητα. Μόνο οι κυβερνήσεις μπορούν να το αλλάξουν αυτό».