Υποστήριξε ότι ήταν αναγκαίο να μειωθούν μισθοί και συντάξεις κατά 20%-30%
Η Ελλάδα είναι σημαντικό να συνεχίσει να υλοποιεί οικονομικές μεταρρυθμίσεις, καθώς «αν κάνει πίσω στις μεταρρυθμίσεις, κάποια από τα επιπλέον μέτρα ελάφρυνσης του χρέους θα ανασταλούν» τόνισε σήμερα ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ και πρόσθεσε πως «η Αθήνα θα παραμείνει στο μικροσκόπιο του ESM μέχρι να έχουν αποπληρωθεί όλα τα δάνεια».
«Η Ελλάδα γνωρίζει, ότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές και οι επενδυτές θα παρακολουθούν συνεχώς και θα αξιολογούν τη χώρα, όπως ακριβώς και κάθε άλλη χώρα, που ήταν σε πρόγραμμα. Αυτό που είναι σημαντικό για την αγορά, είναι η ελληνική οικονομική πολιτική να συνεχίσει να έχει στόχο την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα μετά το τέλος του προγράμματος», υπογράμμισε. Ο κ. Ρέγκλινγκ εξήγησε σε ομιλία του στο Μόναχο και τους τρεις λόγους, για τους οποίους η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα, που ακόμα παραμένει σε πρόγραμμα του ESM.
«Πρώτον, τα προβλήματα στο ξέσπασμα της κρίσης στην Ελλάδα ήταν πολύ βαθύτερα σε σχέση με άλλες χώρες που ήταν σε προγράμματα. Δεύτερον, η διοίκηση της χώρας είναι πιο αδύναμη από αυτήν σε άλλες χώρες της Ευρωζώνης. Και τρίτον, δυστυχώς, η χώρα ανέτρεψε πολύ σημαντικές μεταρρυθμίσεις στο πρώτο εξάμηνο του 2015. Υπήρξε μία απόπειρα να σταματήσει το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα στο οποίο είχε συμφωνήσει. Το αποτέλεσμα ήταν ότι η Ελλάδα βυθίστηκε ξανά σε ύφεση. Η Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά ότι αυτό στοίχισε στη χώρα περίπου 86 δισεκατομμύρια ευρώ», ανέφερε ο Κλάους Ρέγκλινγκ.
Έκτοτε, σημείωσε ο ίδιος, έχει σημειωθεί θεαματική πρόοδος. Όπως εξήγησε, οι μισθοί και οι συντάξεις έχουν μειωθεί κατά 20%-30%, κάτι που όπως είπε έπρεπε να γίνει, «γιατί είχαν αυξηθεί πολύ ταχύτερα από την παραγωγικότητα κατά το παρελθόν». Απαντώντας στο ερώτημα, αν η Ελλάδα θα μπορέσει ποτέ να αποπληρώσει τα χρήματα που δανείστηκε, απάντησε: «Ναι, θα τα αποπληρώσει. Οι οικονομίες που έχουν αποδυναμωθεί από μία κρίση, μπορούν να αποπληρώσουν δάνεια διάσωσης στο σύνολό τους, εφόσον τα κόστη εξυπηρέτησης του χρέους απλώνονται σε βάθος χρόνου και δεν ξεπερνούν το όριο του 15%-20%».
Μάλιστα, επικαλέστηκε το παράδειγμα της Γερμανίας, η οποία μόλις το 2010 αποπλήρωσε την τελευταία δόση των χρεών της βάσει της συμφωνίας του Λονδίνου το 1953.