Μήνυμα συμφιλίωσης από Ομπάμα στη Μιανμάρ

Θερμή υποδοχή επιφύλαξαν στη Μιανμάρ στον Μπαράκ Ομπάμα κατά την επίσκεψή του εκεί στο πλαίσιο της περιοδείας του στην Ασία.

Και αυτός, όμως, σε ένδειξη φιλίας, δεν αρκέστηκε στο να μιλήσει για τη Βιρμανία αλλά χρησιμοποίησε την ονομασία “Μιανμάρ”, που εισήγαγε πριν από χρόνια η στρατιωτική χούντα.

Ο Αμερικανός πρόεδρος, και ο πρώτος εν ενεργεία στην ιστορία των ΗΠΑ που επισκέφθηκε τη Μιανμάρ, συναντήθηκε με τον πρόεδρο της χώρας, Θέιν Σέιν, και την ηγέτιδα της βιρμανικής αντιπολίτευσης, Αούνγκ Σαν Σου Κι.

Ο Ομπάμα έκανε λόγο για ένα μεγάλο ταξίδι αλλά τόνισε αναφερόμενος στον Θέιν Σέιν ότι "Ωστόσο θεωρούμε ότι η διαδικασία δημοκρατικών και οικονομικών μεταρρυθμίσεων που έθεσε σε εφαρμογή ο πρόεδρος στη Μιανμάρ μπορεί να ανοίξει τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης", χρησιμοποιώντας έτσι την ονομασία “Μιανμάρ” αντί του 'Βιρμανία" που χρησιμοποιείται στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο Θέιν Σέιν μίλησε για την προώθηση των αμερικανο-βιρμανικών σχέσεων με βάση "την αμοιβαία εμπιστοσύνη, τον σεβασμό και την κατανόηση".

Ακολούθως ο Αμερικανός πρόεδρος συναντήθηκε με την Αούνγκ Σαν Σου Κι στην κατοικία της στην Ρανγκούν, όπου πέρασε 15 χρόνια της ζωής της σε κατ' οίκον περιορισμό.

Κατά τη διάρκεια της εξάωρης επίσκεψής του ο Ομπάμα μίλησε και σε εκδήλωση στο Πανεπιστήμιο της Ρανγκούν, επίκεντρο των αγώνων για τη δημοκρατία, απ' όπου απηύθυνε έκκληση για τον τερματισμό της εθνοτικής βίας στο δυτικό τμήμα της χώρας.

"Για πάρα πολύ καιρό ο λαός αυτής της χώρας, περιλαμβανομένης της εθνότητας των Ρεκχάιν, αντιμετωπίζει τη φτώχεια και την καταδίωξη. Όμως δεν υπάρχει δικαιολογία για τη βία κατά των αθώων", είπε.

"Οι Ρογίνγκιας έχουν την ίδια αξιοπρέπεια με εμένα και εσάς. Η εθνική συμφιλίωση θα χρειασθεί χρόνο, αλλά για ανθρωπότητα στην οποία και οι δύο ανήκουμε και το μέλλον αυτής της χώρας, είναι καιρός να σταματήσει η υποκίνηση της βίας", πρόσθεσε.

Δύο κύματα βίας ανάμεσα στους βουδιστές της εθνότητας των Ρεκχάιν και τους μουσουλμάνους Ροχίνγκιας, τον Ιούνιο και τον Οκτώβριο, προκάλεσαν το θάνατο 180.000 ανθρώπων.

Περισσότεροι από 110.000 άνθρωποι, στην μεγάλη πλειοψηφία τους Ροχίνγκιας, εκδιώχθηκαν από τις εστίες τους.