Με απόφαση της κυβέρνησης το κρατικό μαυσωλείο θα μετατραπεί σε μνημείο του εμφυλίου πολέμου
Τα λείψανα του δικτάτορα Φρανθίσκο Φράνκο ενδέχεται να μεταφερθούν πολύ σύντομα από το κρατικό μαυσωλείο, με βάση ένα σχέδιο της νέας σοσιαλιστικής κυβέρνησης της Ισπανίας για τη μετατροπή του σε μνημείο του εμφυλίου πολέμου και όχι σε χώρο που δοξάζει τη δικτατορία.
«Υπήρχε ήδη μια συμφωνία στο κοινοβούλιο» για την απομάκρυνση των λειψάνων του Φράνκο από την «Κοιλάδα των Πεσόντων» (Βάγιε δε λος Καΐδος) και «αυτό που θα κάνουμε ως κυβέρνηση, θα είναι να αναζητήσουμε μια φόρμουλα για να την εφαρμόσουμε» είπε η αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Κάρμεν Κάλβο. Η μεγάλη πλειοψηφία των βουλευτών (198 σε σύνολο 350) είχαν ζητήσει τη μετατροπή του μαυσωλείου σε μνημείο της συμφιλίωσης πέρσι από τον συντηρητικό πρωθυπουργό Μαριάνο Ραχόι, αλλά η πρόταση αυτή δεν υλοποιήθηκε.
Ο στόχος είναι η μετατροπή του μαυσωλείου «σε χώρο συμφιλίωσης και όχι απολογίας της δικτατορίας», είπε από την πλευρά του ο Όσκαρ Πουέντε, ο εκπρόσωπος του Σοσιαλιστικού Κόμματος (PSOE). Ο νέος πρωθυπουργός της Ισπανίας Πέδρο Σάντσεθ, που ανέλαβε την εξουσία πριν από περίπου δύο εβδομάδες, έχει αναγάγει σε προτεραιότητα της κυβέρνησής του το συγκεκριμένο θέμα.
Η «Κοιλάδα των Πεσόντων» είναι ένα τεράστιο μνημείο που απέχει 50 χλμ. ανατολικά της Μαδρίτης. Κατασκευάστηκε εν μέρει από Δημοκρατικούς πολιτικούς κρατούμενους που υποχρεώθηκαν να εργαστούν εκεί από το 1941 μέχρι το 1959. Για να πετύχει μια υποτιθέμενη εθνική «συμφιλίωση», ο δικτάτορας είχε μεταφέρει εκεί τα λείψανα 33.000 θυμάτων του εμφυλίου (1936-39), συνήθως χωρίς να ενημερώσει τις οικογένειές τους.
Ο Φράνκο που κυβέρνησε την Ισπανία μετά τον εμφύλιο πόλεμο και μέχρι τον θάνατό του το 1975, ενταφιάστηκε εκεί, κοντά στην Αγία Τράπεζα της εκκλησίας, στην οποία δεσπόζει ένας πέτρινος σταυρός ύψους 150 μέτρων. Η μεταφορά των λειψάνων του Φράνκο και του Χοσέ Αντόνιο Πρίμο ντε Ριβέρα, του ιδρυτή της φασιστικής Φάλαγγας, είχε προταθεί από τους Σοσιαλιστές πέρσι τον Δεκέμβριο. Το κόμμα είχε ζητήσει επίσης τη συγκρότηση μιας «επιτροπής αλήθειας» ή την ακύρωση των δικαστικών αποφάσεων που είχαν ληφθεί κατά τη διάρκεια της δικτατορίας για πολιτικούς λόγους.