Τους κίνδυνους που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την αποτελεσματική εκτέλεση του οικονομικού προγράμματος της Ελλάδος έως το 2016 αναδεικνύει το υπουργείο Οικονομικών στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής της περιόδου 2013 -2016, αφήνοντας ορθάνοικτο το ενδεχόμενο επί τα χείρω αναθεωρήσεων όλων των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών μεγεθών.
Τα στελέχη του υπουργείου Οικονομικών θεωρούν πως η χώρα βρίσκεται σήμερα στο κατώτατο σημείο του οικονομικού κύκλου και προβλέπουν πως θα ακολουθήσει μία ακόμα χρονιά αρνητικών επιδόσεων ως προς τη μεταβολή του ΑΕΠ.
Η εκτίμηση αυτή βασίζεται στο ότι το ΑΕΠ φέτος θα μειωθεί κατά 6,5%, το 2013 κατά 4,5% και από το 2014 προβλέπει ανάκαμψη με ρυθμό 0,2%. Ωστόσο, τόσο τα στοιχεία για την πορεία των εσόδων όσο και το "carry-over" από την ύφεση το επόμενο έτος δεν δικαιολογούν σε επίπεδο οικονομικής ανάλυσης των υπερ - αισιόδοξο αυτό στόχο.
Σύμφωνα με το οικονομικό επιτελείο της Κυβέρνησης οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι για την οικονομία έως το 2016 ελλοχεύουν από :
1) Την αβεβαιότητα. Όσο μεγάλη κι αν είναι η δημοσιονομική προσπάθεια, η ύπαρξη υψηλού βαθμού αβεβαιότητας και η χαμηλή εμπιστοσύνη, σε συνδυασμό με ένα εύθραυστο χρηματοοικονομικό σύστημα, έχει σαν αποτέλεσμα πολύ μικρή ανάπτυξη ή βαθύτερη ύφεση.
2) Την επιδείνωση της κρίσης στην Ευρωζώνη. Η έλλειψη ή καθυστερημένη προσέγγιση με δυναμικό τρόπο της κρίσης χρέους θα έστελνε λανθασμένα μηνύματα σχετικά με τη δέσμευση για ισχυρότερη ενοποίηση και αναδιάρθρωση της Ευρωζώνης, και θα δημιουργούσε το περιβάλλον για σοβαρούς κινδύνους στις χώρες του νότου ως προς πιθανές κοινωνικές αναταραχές ή την προθυμία να ανεχθούν παρατεταμένη δημοσιονομική εξυγίανση.
3) Τη χειροτέρευση του μακροοικονομικού σεναρίου που έχει υιοθετηθεί στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής. Το υπουργείο Οικονομικών αναγνωρίζει πως ενδέχεται να πέσουν έξω οι εκτιμήσεις του τόσο για τους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές όσο και την εισοδηματική ελαστικότητα. «Υπάρχει περίπτωση να υπάρξει απόκλιση της πραγματικής μακροοικονομικής επίδοσης της οικονομίας για την περίοδο 2013-2016 σε σχέση με το μακροοικονομικό σενάριο», σημειώνεται χαρακτηριστικά στο πρόγραμμα.
4) Τους δημοσιονομικούς κίνδυνους που σχετίζονται με τις υποθέσεις που υιοθετήθηκαν για την προβολή των εσόδων και δαπανών. Όπως τονίζουν τα στελέχη του υπουργείου οικονομικών η κυκλική επίδραση της περιόδου της κρίσης είναι πολύ δύσκολο να εκτιμηθεί και με τις υποθέσεις αυτές, μια αλλαγή στις μακροοικονομικές μεταβλητές ή στον βηματισμό των διαρθρωτικών αλλαγών θα επηρέαζε σημαντικά τη ροή εσόδων σε όλη την περίοδο.
5) Τα επίπεδα ρευστότητας στην πραγματική οικονομία. Η σχεδιαζόμενη παροχή ρευστότητας μέσω της πληρωμής των ανεξόφλητων υποχρεώσεων του Δημοσίου προς τρίτους και της επανέναρξης χορήγησης δανείων από τις τράπεζες μετά την ανακεφαλαιοποίησή τους, αναμένεται να έχει ένα θετικό αποτέλεσμα στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, στην παραγωγή και στη δημιουργία θέσεων εργασίας. Αν αυτή δεν ολοκληρωθεί εγκαίρως θα υπάρξουν ανατροπές.
6) Τους κίνδυνους που σχετίζονται με την εξέλιξη του χρέους. Τόσο η εξέλιξη του χρέους όσο και το κόστος εξυπηρέτησής του αποτελούν εν δυνάμει πηγή αδυναμίας για το πρόγραμμα και επηρεάζονται από την ευαισθησία της σύνθεσης του χαρτοφυλακίου, τις συνθήκες στις αγορές κεφαλαίου και χρήματος, τη συνολική δημοσιονομική προσπάθεια και την εκτέλεση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων.
7) Τον επιτοκιακό κίνδυνο. Η τρέχουσα σύνθεση του δημοσίου χρέους περιλαμβάνει 55% χρέος με κυμαινόμενο επιτόκιο, με αποτέλεσμα την αύξηση της ευαισθησίας σε ενδεχόμενες αυξήσεις του κόστους χρήματος. Έτσι, εγκυμονούν αρνητικές επιπτώσεις στον Προϋπολογισμό από αιφνίδιες κινήσεις της αγοράς.
8) Τις πιθανές αστοχίες στις αποκρατικοποιήσεις. Η εξέλιξη και η βιωσιμότητα του χρέους συναρτάται και με την εκτέλεση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων. Παρά την ισχυρή δέσμευση της Κυβέρνησης για την έγκαιρη και αυστηρή εκτέλεση του προγράμματος, οι συνθήκες της παγκόσμιας αγοράς μπορεί να αποτελέσουν αιτία καθυστέρησης στην εκτέλεση του προγράμματος από το οποίο αναμένονται έσοδα 26 δισ. ευρώ έως το 2016.
Θανάσης Κουκάκης