Ο άνθρωπος πίσω από την εφεύρεση που έκανε εκατομμύρια παιδιά να μάθουν να κολυμπούν με ασφάλεια
Αν και κάθε καλοκαίρι, εδώ και δεκαετίες, εκατομμύρια ζευγάρια μπρατσάκια πωλούνται σε όλο τον πλανήτη και κάνουν εκατομμύρια παιδιά να πλατσουρίζουν στις παραλίες και να μαθαίνουν μπάνιο με ασφάλεια, εν τούτοις, πίσω από κάθε ζευγάρι από αυτά τα «πτερύγια νερού», κρύβεται μία – παραλίγο – τραγική ιστορία. Ένα 3χρονο κοριτσάκι κινδύνεψε να πνιγεί το καλοκαίρι του 1956 και τότε ο μπαμπάς της αποφάσισε να φτιάξει κάτι, που θα έσωζε τα παιδιά όλου του κόσμου.
Γράφει η Ελένη Λογοθέτη
Το 1907, η κολύμβηση είχε γίνει μέρος του σχολικού προγράμματος στη Γερμανία και κατά συνέπεια είχε αυξηθεί η ανησυχία των γονέων σχετικά με την ασφάλεια των παιδιών τους στο νερό.
Αν και είχαν προηγηθεί ορισμένες αντίστοιχες εφευρέσεις πού όμως δεν γνώρισαν επιτυχία, τα πορτοκαλί μπρατσάκια του Γερμανού Βέρναρντ Μάρκβιτς (Bernhard Markwitz) ήταν αυτά που έγιναν διάσημα και κυκλοφορούν ακόμη και σήμερα στην αγορά με την σφραγίδα του: «BEMA».
Ο Βέρναρντ Μάρκβιτς γεννήθηκε το 1920 στο Αμβούργο και ήταν γιος ξενοδόχων. Στα 17 του άρχισε να δουλεύει σαν ναυαγοσώστης στις κοντινές ποτάμιες παραλίες της πόλης αλλά πολύ σύντομα ξέσπασε ο Β Παγκόσμιος Πόλεμος. Με την Λήξη του, το 1948, γύρισε στο Αμβούργο και άρχισε να ασχολείται με το εμπόριο ποτών και καλλυντικών. Αξιοποιώντας όμως και τις γνώσεις του ως ναυαγοσώστης, εργάστηκε από το 1949 για τη Γερμανική Εταιρεία Διάσωσης Ζωής (DLRG) .
Ο νεαρός Μάρκβιτς ζούσε μια ήσυχη και άνετη σχετικά ζωή, μάλιστα παντρεύτηκε και απέκτησε ένα κοριτσάκι. Τίποτα δεν προμήνυε ότι τελικά θα γινόταν εφευρέτης και πάμπλουτος
Ολόκληρη η ζωή του άλλαξε το καλοκαίρι του 1956, όταν η τριών ετών κόρη του έπεσε σε μια λιμνούλα και παραλίγο να πνιγεί. Σώθηκε κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή. Τότε ο Μάρκβιτς αποφάσισε να βρει έναν τρόπο, που θα έκανε το μπάνιο για όλα τα παιδιά του κόσμου ασφαλέστερο.
Υπήρχαν ήδη στην αγορά σχετικά σωσίβια - σαμπρέλες από φελλό αλλά ο νεαρός πατέρας ήθελε κάτι πολύ πιο άνετο για τα παιδιά, πιο ανθεκτικό και πιο ασφαλές, Έτσι, μετά από δοκιμές, σχεδίασε και παρήγαγε ένα «βοήθημα πλευστότητας» από PVC. Τα πρώτα τεστ αντοχής ήταν ενθαρρυντικά και ο Μάρκβιτς αποφάσισε να πατεντάρει την εφεύρεσή του και να ρίξει τα «μπρατσάκια» του στην αγορά. Υπήρχε όμως ένα μικρό πρόβλημα: δεν είχε χρήματα.
Η τύχη ευνοεί τους τολμηρούς λένε και αυτό και έγινε στη περίπτωση του εφευρέτη. Μέσα σε μία μέρα κέρδισε 253.000 γερμανικά μάρκα στο λαχείο, ποσό που χρησιμοποίησε ως κεφάλαιο κίνησης για την επιχείρησή του.
Το 1964, τα πορτοκαλί μπρατσάκια με την βαλβίδα, τις στρογγυλεμένες άκρες και την επίπεδη βάση που απέτρεπε την ολίσθηση στο νερό, κάνουν την εμφάνισή τους στην γερμανική αγορά με την ονομασία «BEMA». Όπως σε κάθε νέο προϊόν, αρχικά το καταναλωτικό κοινό ήταν επιφυλακτικό αλλά - με το σωστό μάρκετινγκ - μέσα σε λίγα χρόνια έρχεται η «επανάσταση» και τα μπρατσάκια του Μάρκβιτς σαρώνουν παντού...
Ο ίδιος φυσικά γίνεται πάμπλουτος και το 1972 μετακομίζει την γραμμή μαζικής παραγωγής στην Ταϊβάν και στη δεκαετία του 1990 στην Ταϊλάνδη. Μόνο μέχρι το 1996 είχαν πουληθεί πάνω από 150 εκατομμύρια αυθεντικά BEMA σε όλο τον κόσμο, αποφέροντας στα ταμεία της επιχείρησης εκατομμύρια.
Παράλληλα, και προσαρμοζόμενη στις απαιτήσεις της εποχής, η εταιρεία έβγαλε και άλλα προϊόντα όπως life jackets, σαμπρέλες και «τουβλάκια» - πάντα στο χαρακτηριστικό πορτοκαλί χρώμα.
Ο Μάρκβιτς πέθανε το 2000, μετά από μία εγχείρηση καρδιάς, σε ηλικία 80 ετών. Λίγα χρόνια αργότερα η διοίκηση έμεινε στη γυναίκα του και το 2002 η εταιρεία πουλήθηκε στο «γκρουπ» Friedola. Μόνο το 2010 η εταιρεία έφτιαξε 10 εκατ. μπρατσάκια και έκανε τζίρο 100 εκατ. ευρώ.