Εάν επικρατήσει στις εκλογές του Ιουνίου, θα θέσει υπό κρατικό έλεγχο και την μέχρι τώρα ανεξάρτητη Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας
Η τουρκική λίρα χάνει όλο και περισσότερο σε αξία και ξένοι επενδυτές γυρνούν την πλάτη στην Τουρκία, ενώ την ίδια στιγμή ο Ταγίπ Ερντογάν εκτιμά ότι όλα είναι μέρος μιας διεθνούς σκευωρίας εναντίον της χώρας του και του ίδιου.
«Αδελφοί μου που έχετε δολάρια ή ευρώ κάτω από το μαξιλάρι σας, πηγαίνετε να μετατρέψετε τα χρήματά σας σε λίρες. Μαζί θα εμποδίσουμε αυτή τη σκευωρία».
Τάδε έφη ο τούρκος πρόεδρος σε προεκλογική συγκέντρωση το περασμένο Σαββατοκύριακο. Για τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν η δραματική πτώση της αξίας της τουρκικής λίρας δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα παιχνίδι εγχώριων και ξένων οικονομικών δυνάμεων. Μέσα στους τελευταίους έξι μήνες το τουρκικό νόμισμα έχασε σχεδόν το 20% της αξίας του.
Την ίδια ώρα ο τούρκος πρόεδρος ανακοίνωσε ότι εάν επικρατήσει στις εκλογές του Ιουνίου, θα θέσει υπό κρατικό έλεγχο και την μέχρι τώρα ανεξάρτητη Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας.
Ο Μαρσέλ Φράτσερ από το Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών (DIW) εκτιμά ότι ο Τούρκος πρόεδρος φέρει σημαντικό μερίδιο ευθύνης για την κακή οικονομική κατάσταση της χώρας του. Μάλιστα θεωρεί ότι η ανακοίνωση του προέδρου περί άρσης της ανεξαρτησίας της Κεντρικής Τράπεζας αποτελεί «έναν από τους κεντρικούς λόγους για τη νομισματική κρίση της Τουρκίας». Συνέπεια μιας αποτυχημένης οικονομικής πολιτικής μπορεί να είναι η μετανάστευση πολλών Τούρκων ή τουλάχιστον η μεταφορά των αποταμιεύσεών τους στο εξωτερικό, εκτιμά ο Φράτσερ.
Υπάρχουν όμως κι άλλοι λόγοι για την οικονομική δυσχέρεια της χώρας. Για χρόνια η Τουρκίαεισήγαγε περισσότερα προϊόντα απ’ ό,τι εξήγαγε. Κι ενώ η χώρα βρισκόταν οικονομικά σε καλό δρόμο, μετά την απόπειρα πραξικοπήματος το 2016 και το κύμα συλλήψεων και απολύσεων που ακολούθησε άρχισε να χάνεται η εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών. Στο μεταξύ ο πληθωρισμός ανέρχεται στο 11%.
Σε τέτοιες περιπτώσεις μια Κεντρική Τράπεζα αυξάνει τα επιτόκια προκειμένου να σταματήσει την αύξηση του πληθωρισμού και την πτώση της αξίας του εγχώριου νομίσματος. Στην Τουρκία όμως ο πρόεδρος Ερντογάν αρνείται να επιτρέψει κάτι τέτοιο κατηγορηματικά. Μάλιστα ασκεί πιέσεις προς την τράπεζα όχι μόνο να μην αυξήσει τα επιτόκια, αλλά να τα μειώσει. Αυτό που ανησυχεί τον Ερντογάν είναι μήπως η αύξηση των επιτοκίων βάλει τέλος στους ξέφρενους ρυθμούς ανάπτυξης που έφτασαν πέρυσι το 7,4%. Η μέχρι τώρα ακολουθούμενη οικονομική πολιτική της κυβέρνησης έχει χαρίσει πολλές ψήφους στον Ερντογάν και το ΑΚΡ, όπως γράφει η Deutsche Welle.
Παράλληλα οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης όπως η Standard and Poor’s και η Moody‘s έχουν υποβαθμίσει την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας, κάτι το οποίο επιβαρύνει ακόμη περισσότερο τη θέση της Τουρκίας, ειδικά απέναντι σε ξένους επενδυτές. Ωστόσο ο τούρκος πρόεδρος βλέπει ακόμη και αυτές τις αξιολογήσεις ως μέρος ενός ευρύτερου «σχεδίου» των ξένων. Οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης θέλουν να «αποσταθεροποιήσουν» την τουρκική οικονομία και να οδηγήσουν τον ίδιο σε εκλογική αποτυχία, όπως χαρακτηριστικά δήλωσε.