Η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και η χρηματοδοτική διασφάλιση του ελληνικού προγράμματος βρίσκονται στο επίκεντρο των διαπραγματεύσεων της τρόικας με την ελληνική κυβέρνηση.
Οι συζητήσεις δεν εστιάζουν μόνον στα πρόσθετα δημοσιονομικά και διαρθρωτικά μέτρα που πρέπει να λάβει η Ελλάδα, αλλά και στην ευρωπαϊκή αρωγή.
Εμπόδια προκύπτουν στην διαπραγμάτευση και από το γεγονός ότι τόσο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όσο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν συμφωνούν με τις θέσεις που παρουσιάζει το ΔΝΤ για την μακροπρόθεσμη διασφάλιση των δημοσιονομικών μεγεθών της Ελλάδος.
Το ότι ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι ξεκαθάρισε χθες πως δεν δυνατή η μετακύλιση (roll over) του ελληνικού χρέους διότι θα συνιστούσε νομισματική χρηματοδότηση κράτους- μέλους, κάτι που απαγορεύει η Ευρωπαϊκή Συνθήκη είναι ενδεικτικό των προβλημάτων.
Η Κυβέρνηση είχε προτείνει την κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού της Ελλάδας μέσω της ανανέωσης των ελληνικών ομολόγων τα οποία κατέχει η ΕΚΤ και λήγουν έως το 2016. Έτσι, θα εξοικονομούνταν ισόποσα κεφάλαια 26-29 δισ. ευρώ από την δανειακή σύμβαση, που θα χρηματοδοτούσαν τα μεγαλύτερα ελλείμματα της Ελλάδας έως τα τέλη του 2016.
Η απόρριψη της πρότασης αυτής δεν αφήνει πολύ χώρο για πρόταση μείωσης του επιτοκίου με το οποίο έχει δανειστεί η Ελλάδα από τη ζώνη του ευρώ στο 1% από το σημερινό μέσο όρο του 4% περίπου, κάτι που πρότεινε χθες το Διεθνές Χρηματοοικονομικό Ινστιτούτο (IIF).
Πάντως, σύμφωνα με το ΔΝΤ τόσο η βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους όσο και η χρηματοδοτική διασφάλιση του ελληνικού προγράμματος αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για την εκταμίευση της συμμετοχής του Ταμείου. Για την βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους ο στόχος του ΔΝΤ παραμένει η μείωσή του στο 120% του ΑΕΠ έως το 2020.
Υπό το βάρος των εξελίξεων αυτών σήμερα αναμένεται να υπάρξουν νέες επαφές του υπουργού Οικονομικών κ. Γιάννη Στουρνάρα με την τρόικα προκειμένου να μειωθεί η απόσταση εν όψει της συνεδρίασης του Eurogroup την προσεχή Δευτέρα.
Θανάσης Κουκάκης