Η ξαφνική απώλεια των αποταμιεύσεων και άλλου πλούτου αυξάνει τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου, σύμφωνα με μια νέα έρευνα
Οι άνθρωποι που μετά τα 50 τους χάνουν ξαφνικά το μεγαλύτερο μέρος της αξίας της περιουσίας τους, είναι πιθανότερο ότι θα πεθάνουν νεότεροι σε σχέση με τους συνομηλίκους τους που δεν αντιμετώπισαν τέτοια σοβαρή οικονομική απώλεια, σύμφωνα με μια νέα μεγάλη αμερικανική επιστημονική έρευνα.
Όσοι έχασαν μέσα σε διάστημα έως δύο ετών τα τρία τέταρτα (το 75%) των αποταμιεύσεων και άλλων περιουσιακών στοιχείων τους (αξίας μετοχών, αξίας ακινήτου, πτώχευση επιχείρησης κ.α.), έχουν κατά μέσο όρο 50% μεγαλύτερη πιθανότητα να πεθάνουν μέσα στην επόμενη εικοσαετία από την οικονομική απώλεια, σε σχέση με όσους δεν έχασαν την περιουσία τους.
Είναι η πρώτη φορά που μια μελέτη αναδεικνύει τις επιπτώσεις για την υγεία ενός μεσήλικα από την μεγάλη απώλεια των περιουσιακών στοιχείων του σε μετρητά ή άλλη μορφή, που μπορεί να συμβεί είτε λόγω μιας γενικότερης οικονομικής κρίσης όπως μια εθνική ή παγκόσμια ύφεση, είτε εξαιτίας πιο προσωπικών αιτιών και συγκυριών.
Η αύξηση της θνησιμότητας «είναι παρόμοια με την αύξηση του κινδύνου μετά από μια νέα διάγνωση στεφανιαίας νόσου» δήλωσε ο καθηγητής πολιτικής της υγείας 'Αλαν Γκάρμπερ του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ.
Είναι γνωστό από παλαιότερες μελέτες ότι η φτώχεια επιβαρύνει τη σωματική και ψυχική υγεία, αυξάνοντας τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου. Η νέα μελέτη επιβεβαιώνει ότι κάτι ανάλογο συμβαίνει, όταν κανείς από τα ψηλά βρεθεί στα χαμηλά, όσον αφορά την οικονομική κατάστασή του, καθώς κάτι τέτοιο προκαλεί χρόνιο στρες, άγχος, κατάθλιψη, υψηλή αρτηριακή πίεση κ.α. Επίσης συχνά οδηγεί σε αυξημένη κατανάλωση αλκοόλ και άλλων ουσιών.
Η έρευνα
Οι ερευνητές των πανεπιστημίων Νορθγουέστερν και Μίσιγκαν, με επικεφαλής την επίκουρη καθηγήτρια επιδημιολογίας Λίντσεϊ Πουλ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό "Journal of American Medical Association" (JAMA), σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερς και τους «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς», ανέλυσαν στοιχεία για 8.714 άτομα με ηλικία 51 έως 61 ετών σε βάθος 20 ετών.
Από αυτούς, οι 749 (9%) ήσαν εξαρχής φτωχοί και χρεωμένοι, ενώ οι 2.430 (28%) υπέστησαν απότομη μείωση της περιουσίας τους, χάνοντας το μεγαλύτερο μέρος της για διάφορους λόγους.
Στη διάρκεια της εικοσαετίας συνολικά 2.823 άνθρωποι πέθαναν. Όσοι βίωσαν το σοκ της απώλειας του πλούτου, ήταν 50% πιθανότερο να πεθάνουν σε αυτό το διάστημα, ενώ η πιθανότητα πρόωρου θανάτου ήταν ακόμη μεγαλύτερη (67%) για όσους εξαρχής ήσαν βουτηγμένοι στα χρέη και στη φτώχεια.
Μεταξύ όσων είχαν διατηρήσει τα περιουσιακά στοιχεία τους αλώβητα, η θνησιμότητα ήταν 31 θάνατοι ετησίως ανά 1.000 ανθρώπους, μεταξύ όσων είχαν βιώσει το σοκ της απώλειας πλούτου ήταν 65 θάνατοι ετησίως ανά 1.000 ανθρώπους και μεταξύ όσων ήσαν πάντα φτωχοί ή/και χρεωμένοι ήταν 73 θάνατοι το χρόνο ανά 1.000 ανθρώπους.