Την εκτίμηση ότι η ελληνική οικονομία εμφανίζει σαφή σημάδια εκτόνωσης της δημοσιονομικής κρίσης των προηγούμενων ετών διατυπώνει το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) στη μηνιαία έκθεσή του για την ελληνική οικονομία.
Σύμφωνα με τους αναλυτές του ΚΕΠΕ, η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος και ο πρόσφατος δανεισμός με την χρήση κρατικών μεσοπρόθεσμων ομολόγων δείχνουν έμπρακτα ότι ένα σημαντικό μέρος της εμπιστοσύνης από τη διεθνή οικονομική κοινότητα έχει ήδη ανακτηθεί, ενώ η εδραίωση του θετικού κλίματος και η μετάβαση σε ένα βιώσιμο αναπτυξιακό πρότυπο παραμένει ως κεντρικός στόχος για την ελληνική οικονομία, με επόμενο ζητούμενο τη μείωση της ανεργίας.
Το ΚΕΠΕ αναφέρει πως η Ελλάδα επέστρεψε στις αγορές μετά από 4 χρόνια αποκλεισμού και μόλις 2 έτη μετά τη μεγαλύτερη εθελοντική αναδιάρθρωση χρέους στην παγκόσμια μεταπολεμική ιστορία και συγκέντρωσε 3 δισ. ευρώ με επιτόκιο στο 4,95%, όταν η τελευταία έκδοση ομολόγου της Ελλάδας, πριν την ένταξή της στο Μηχανισμό Στήριξης, που αφορούσε 5ετή ομόλογα ήταν στις 2 Μαρτίου 2010, και είχε επιτόκιο 6,10%.
Το ΚΕΠΕ αναφέρει πως τα παράπλευρα οφέλη από την επιστροφή της χώρας μας στις διεθνείς αγορές είναι σημαντικά. Σαφώς, η επιστροφή στις αγορές βοηθά στην κάλυψη ενδεχόμενων χρηματοδοτικών αναγκών. Επίσης, η εξέλιξη αυτή αναμένεται να οδηγήσει σε περαιτέρω μείωση των επιτοκίων της Ελλάδας και των εντόκων γραμματίων, ενώ είναι πολύ πιθανό να περιορίσει τον κίνδυνο χώρας (sovereign risk), γεγονός που θα βελτιώσει τις αποτιμήσεις των ελληνικών περιουσιακών στοιχείων (assets). Επιπροσθέτως, οι ελληνικές τράπεζες, μετά την ολοκλήρωση των ανακεφαλαιοποιήσεών τους, θα έχουν τη δυνατότητα άντλησης κεφαλαίων από τις διεθνείς αγορές, συμβάλλοντας θετικά στη σταδιακή αποκατάσταση των συνθηκών ρευστότητας στην πραγματική οικονομία.
Παράλληλα, πολλές μεγάλες επιχειρήσεις θα μπορούν να προβούν σε εκδόσεις ομολόγων με ευνοϊκότερους όρους και επιτόκια, για την αναχρηματοδότηση τους.