Από τα παραδοσιακά σπίτια της Ανατολής στις πασαρέλες της Δύσης, το κιμονό είναι αναμφισβήτητα ένα από τα πιο συναρπαστικά παραδοσιακά ενδύματα της ιαπωνικής γκαρνταρόμπας. Γνωστό για την ιστορία του, φτιαγμένο από μετάξι και φωτεινά χρώματα, έχει αποτελέσει πηγή έμπνευσης για πολλές γενιές σχεδιαστών.
Η έναρξη των εμπορικών σχέσεων της Ιαπωνίας με την Ευρώπη και την Αμερική στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, δημιουργεί ένα κύμα καλλιτεχνικής παραγωγής στην Δύση γνωστό ως ιαπωνισμός.
Κι ενώ πολλοί επιστήμονες έχουν μελετήσει την επίδραση του ιαπωνισμού και την αφομοίωση της ιαπωνικής αισθητικής από την ευρωπαϊκή ζωγραφική και τη διακόσμηση, λίγοι έχουν ασχοληθεί με την επιρροή του στη δυτική μόδα.
Στα μέσα του 19ου αιώνα, τα ευρωπαϊκά και αμερικάνικα ρούχα διακοσμούνται με ιαπωνικά μοτίβα ή κατασκευάζονται από υφάσματα που εισάγονται από την Ιαπωνία, σύμφωνα με την μοντέρνα δυτική αντίληψη. Στις αρχές του 20ου αιώνα η επίδραση της ανατολής στην δυτική μόδα είναι μεγαλύτερη, καθώς απογευματινά φορέματα, αλλά και επίσημα παλτό δανείζονται στοιχεία από τον τρόπο κατασκευής των κιμονό. Πιο πρόσφατα, κάποιοι από τους σημαντικότερους σχεδιαστές του κόσμου είναι Ιάπωνες και το στίγμα τους επαναπροσδιόρισε την σύγχρονη μόδα.
Αντίθετα από τους κριτικούς του 19ου αιώνα και τις επιφυλάξεις τους για τους καλλιτέχνες που υιοθετούσαν ιαπωνικές τεχνοτροπίες στην ζωγραφική και την χαρακτική, δεν συνέβη το ίδιο και στο πεδίο της μόδας. Οι γαλλικές κλωστοϋφαντουργίες «υιοθέτησαν» σχέδια και τεχνικές από την Ιαπωνία κι αυτά τα υφάσματα εύκολα χρησιμοποιήθηκαν από σχεδιαστές μόδας όπως ο Charles Frederick Worth. Το πιο δημοφιλές φόρεμα που εισήγαγε η δύση από την χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου στα τέλη του 19ου αιώνα ήταν μία τροποποιημένη έκδοση του κιμονό, προσαρμοσμένη στα δυτικά πρότυπα.
Μία από τις μεγαλύτερες σχεδιάστριες μόδας του 20ου αιώνα, η Madeleine Vionnet εμπνεύστηκε από το κιμονό και μετέτρεψε τη ραπτική σε μορφή τέχνης. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1920, εγκατέλειψε τα πολύπλοκα μοτίβα και ελαχιστοποίησε το κόψιμο των υφασμάτων.
Η χρήση των ιαπωνικών στοιχείων έγινε ο ακρογωνιαίος λίθος για μια επίσης επαναστατική αμερικανίδα prêt-a-porter σχεδιάστρια, την Bonnie Cashin. Με τη χρήση της χαλαρής κατασκευής του nakajuban, που φορούσαν οι αγρότες, απορρίπτοντας τις γραμμές της δυτικής ραπτικής η Cashin δημιουργεί μόδα λειτουργική, που επηρέασε την μόδα της Αμερικής.
Ο Alexander McQueen στη συλλογή Φθινόπωρο - Χειμώνας 2003 συμπεριέλαβε ένα σακάκι εμπνευσμένο από το κιμονό, αναμιγνύοντας την παράδοση της Ανατολής με το προσωπικό του στιλ.
Παρά το γεγονός ότι από το 2004 ο ιαπωνισμός μείωσε την παρουσία του στο χώρο της μόδας, η επιρροή της ιαπωνικής τεχνοτροπίας και αισθητικής συνέχισε να είναι σημαντική. Ένας από τους κύριους λόγους ήταν η εμφάνιση των σχεδιαστών μόδας από την Ιαπωνία, όπως ο Issey Miyake, η Rei Kawakubo, και ο Yohji Yamamoto, που έδωσαν νέα ώθηση στη μόδα από το 1970 και μετά.
Η Rei Kawakubo στη συλλογή της 'Ανοιξη - Καλοκαίρι 2010 αποτυπώνει την ωρίμανση της γυναίκας στο Παρίσι. Το επόμενο έτος, ακολουθεί ο Issey Miyake καταθέτει την δική του άποψη για το γυναικείο κοστούμ ενώ την άνοιξη του ίδιου χρόνου το Μουσείο Victoria and Albert του Λονδίνου θα τιμήσει τα 30 χρόνια του Yohji Yamamoto.
Οι Ιάπωνες σχεδιαστές είναι πλέον κατεστημένο στο χώρο της μόδας, αφού κατέκτησαν τις γαλλικές πασαρέλες, ανοίγοντας το δρόμο για μια νέα γενιά σχεδιαστών της ανατολής όπως τον Jun Takahashi της Undercover, τον Junya Watanabe και την Tao Kurihara της Comme des Garçons.
Η επιρροή του κιμονό στη μόδα δεν θα μπορούσε να μείνει απαρατήρητη κι από τα μουσεία της δύσης.Το 2010 διοργανώνεται μία έκθεση στο μουσείο Östasiatiska Museet της Στοκχόλμης, συνδυάζοντας την παραδοσιακή έκδοση του κιμονό με την αστική του εμφάνιση, αλλά και την αβαν γκαρντ εκδοχή του.
Τον Σεπτέμβριο του 2014 στην Πινακοθήκη NSCAD στο Χάλιφαξ του Καναδά παρουσιάστηκε μία έκθεση με 50 κιμονό από τη συλλογή Meisen Haruko Watanabe.
Οι Έλληνες designers σχεδιάζουν κιμονό για όλα τα γούστα
Τα κιμονό δεν θα μπορούσαν να αφήσουν ανεπηρέαστη και την ελληνική σχεδιαστική σκηνή. Οι ασιατικές καταβολές, φαίνεται να έχουν ενταχθεί πλήρως στο ελληνικό περιβάλλον διεκδικώντας μία θέση στη γκαρνταρόμπα κάθε γυναίκας που αγαπάει τη μόδα. Οι Έλληνες σχεδιαστές πρόσθεσαν τις δικές τους πινελιές κάνοντας το κιμονό ένα από τα hottest trends των τελευταίων σεζόν,καθώς αποτελούν όχι μόνο την ιδανική λύση για την ομαλή μετάβαση από τον χειμώνα στην άνοιξη, αλλά και την ιδανική επιλογή για έξτρα στυλ.
Ανάμεσα στους Έλληνες που αποθέωσαν την τέχνη του κιμονό είναι ο βραβευμένος blogger, Φίλεπ Μότγουέρι , ο οποίος είναι παράλληλα costume designer, illustrator και φωτογράφος. Ξεκίνησε στη μόδα το 2000 και αφού δούλεψε στο Παρίσι για τους John Galliano, Dior Couture και Chloe, ο Φίλεπ γύρισε στην Ελλάδα, δημιουργώντας τη δική του συλλογή από κιμονό.
H Αθηνά Προκοπίου έχει γίνει παγκοσμίως γνωστή χάρη στα printed μαντήλια και κιμονό, ενώ η σχεδιάστρια Tόνια Μιτρούδη, που ξεκίνησε ως Fashion Editor σε περιοδικά και στυλίστρια για celebrities, δημιούργησε τα αέρινα με ανάλαφρες γραμμές κιμονό της, ενσαρκώνοντας αυτό ακριβώς που είχε φανταστεί: ρούχα που αγκαλιάζουν το γυναικείο σώμα και επιτρέπουν την ελευθερία κινήσεων.